Κυριακή 6 Σεπτεμβρίου 2009

«Ζήτω το αφορισμένο 1821!»

Ζήτω το αφορισμένο 1821!


«...Οταν οι νεκροί μπορούν να γείρουν στο πλευρό τους και να κοιμηθούν δίχως παράπονο, ξέροντας πως δεν πήγε το αίμα τους του κάκου, είναι η Ειρήνη»

Γιάννης Ρίτσος

Δεν είναι μόνον οι ζωντανοί που ζητούν τη δικαίωσή τους, αλλά και οι νεκροί, τα γεγονότα και οι εποχές κραυγάζουν για αλήθεια, αναγνώριση και δικαίωση. Και εμείς ακόμη εμφυλιοπολεμούμε!

Πέρασαν πάνω από 185 χρόνια από την Επανάσταση του '21 και ακόμη και σήμερα μια σειρά από ήρωες και πρωταγωνιστές της εθνικής μας παλιγγενεσίας τούς βαραίνει ο αφορισμός του Γρηγορίου του Ε΄. Ο ίδιος αφορισμός βαραίνει και αυτήν την ίδια την Επανάσταση, την ανάσταση δηλαδή του Γένους.

Ο Κολοκοτρώνης, ο Υψηλάντης, ο Σούτσος, ο Ρήγας, ο Ανδρούτσος, ο Καραϊσκάκης, οι Σουλιώτες και μια πλειάδα ακόμη από επώνυμα και ανώνυμα παλικάρια περιμένουν καρτερικά κάτω από το χώμα την άρση του αφορισμού τους. Ο φοβερός αφορισμός ήταν ένα τρομακτικό όπλο, πολύ συνηθισμένο και αποτελεσματικό μέσο για να κρατηθούν οι Ελληνες, υποτελείς και ραγιάδες στους Τούρκους για 400 χρόνια. Οι απλοϊκοί άνθρωποι περισσότερο έτρεμαν τον αφορισμό και από τον ίδιον το θάνατο. Ακόμη κι αυτός, ο χαλκέντερος και πολύπαθος Κολοκοτρώνης δεν άντεξε τον αφορισμό του Γρηγορίου του Ε΄ στα 1806. Οταν τον επόμενο χρόνο, στα 1807 βρέθηκε κουρσάρος πλέον στη Χαλκιδική, έστειλε ένα μήνυμα στον εξόριστο τότε, από τον σουλτάνο, στο Αγιον Ορος, Γρηγόριο τον Ε΄ που του 'γραφε ότι εκείνος τον κατάντησε έτσι: «Εσύ μου 'γραψες την προδοσία στο χαρτί αλλά εγώ θα σου τη γράψω στο κούτελο». Η απάντηση του πρώην αλλά και μελλοντικού Πατριάρχη ήταν ότι όλα έγιναν «κατά θείαν παραχώρησιν»!

Ακόμη κι ο Κολοκοτρώνης δε γλίτωσε τον αφορισμό από τον Γρηγόριο τον Ε'
Σκοπός του μικρού αυτού σημειώματος είναι να τιμήσει τον κατώτερο κλήρο, τον Κοσμά τον Αιτωλό, τον Αθανάσιο Διάκο, τον Παπαφλέσσα και κάθε Παπαφλέσσα τοτινό και τωρινό και να επιτιμήσει τον Γρηγόριο τον Ε΄, τον Παλαιών Πατρών Γερμανό και γενικά τον ανώτερο κλήρο που συνεργάστηκαν με τους Τούρκους και έκαναν το παν να κρατηθούν οι Ελληνες υποτελείς και δούλοι των κατακτητών. Δεν πρέπει να λησμονούμε όμως και τους άξιους ποιμενάρχες όπως τον μητροπολίτη Λαρίσης και πρωτομάρτυρα Δ. Σκυλόσοφο, τον ήρωα του Μεσολογγίου Επίσκοπο Ρωγών Ιωσήφ, τον Ανθιμο Γαζή και άλλους που δυστυχώς ήταν η εξαίρεση του κανόνα.
«Πλαστογράφοι και κιβδηλοποιοί»

Παρασιώπηση γεγονότων, συνειδητά ψέματα, διαστρέβλωση της αλήθειας και κατασκευασμένα γεγονότα συντέλεσαν, ώστε ακόμη και σήμερα να επικρατεί θολούρα και σύγχυση γύρω από πρόσωπα και γεγονότα. Για το ανύπαρκτο κρυφό σχολειό, έγραψα πριν 20 χρόνια ένα κείμενο που, μέρος του, λόγω του μεγέθους του, δημοσιεύτηκε στο «Ποντίκι» το 1987. Ακόμη και αυτός ο Αρχιεπίσκοπος κ. Χριστόδουλος σήκωσε, πριν μερικά χρόνια στη λαοσύναξη της Αθήνας για τις ταυτότητες, το ανύπαρκτο λάβαρο της Αγίας Λαύρας, που δήθεν σήκωσε ο Π.Π. Γερμανός κηρύσσοντας έτσι την Επανάσταση!

Εκεί κατέφυγαν αυτός και άλλοι προύχοντες «τεθορυβημένοι, τεταραγμένοι και κατεπτοημένοι» μέχρι να καθησυχάσουν τα πράγματα. Κούνια που τους κούναγε!...

Εχει δίκιο ο Γιάννης Σκαρίμπας σαν γράφει ότι, «ούτε η πανούκλα, ούτε η χολέρα έκαναν τόσο κακό στην ανθρωπότητα όσο η ιστορία», εννοώντας βέβαια τους πλαστογράφους και κιβδηλοποιούς της ιστορίας τοτινούς και τωρινούς.

O,τι εγκλήματα διέπραξαν οι συνεργάτες των Γερμανών, οι ταγματασφαλίτες κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής την ίδια και χειρότερη προδοτική και εγκληματική συμπεριφορά είχαν και οι εθελόδουλοι κοτζαμπάσηδες.

Το παραμύθι ότι στην Αγία Λαύρα υψώθηκε δήθεν το λάβαρο του '21 και άρχισε η Επανάσταση, ο Miller τη θεωρεί «παράδοσιν ποιητικήν». Ο Φιλήμων την αποκαλεί «παχυλόν ψεύδος». Ο Σπυρίδων Τρικούπης γράφει: «Ψευδής είναι η εν την Ελλάδι επικρατούσα ιδέα ότι εν τη Μονή της Αγίας Λαύρας ανυψώθη κατά πρώτον η σημαία της Ελληνικής Επανάστασης». Τέλος, ο Finley υποστηρίζει: «Επικρατεί γενική γνώμη στην Ελλάδα ότι φθάνοντας στη Μονή της Αγίας Λαύρας οι προύχοντες και οι δεσποτάδες κηρύξανε την επανάσταση. Αυτό δεν είναι σωστό. Επιδιώκανε να καθησυχάσουνε τις υποψίες των Τούρκων στα Καλάβρυτα και στη Βοστίτσα».

Αν όντως είχε ανυψωθεί το περίφημο λάβαρο της επανάστασης αυτό θα το μνημόνευε στα απομνημονεύματά του, που έγραψε λίγα χρόνια αργότερα, ο Π.Π. Γερμανός. Αν είχε έστω και ίχνος αλήθειας το ευφάνταστο αυτό μύθευμα, τότε και μόνον αυτή η πράξη του Π.Π. Γερμανού θα ξέπλενε όλα του τα ανομήματα και θα τον συγχωρούσαμε για όλες τις αθλιότητες που μέχρι τότε και αργότερα διέπραξε στη ζωή του. Αντίθετα, για τον Λεωνίδα του '21, δηλαδή τον Παπαφλέσσα, γράφει με εμπάθεια και φανερή περιφρόνηση στα απομνημονεύματά του: «Γρηγόριος τις, Δικαίος λεγόμενος, αλιτήριος, απατεών, εξωλέστατος και ασυνείδητος περί μηδενός άλλου φροντίζων ειμή τίνι τρόπω να ερεθίσει την ταραχήν (βλέπε Επανάσταση) του έθνους διά να πλουτίσει εκ των αρπαγών».

Από έγγραφα του γενικού αρχείου του κράτους που έφερε στην επιφάνεια ο Ε. Πρωτοψάλτης, αποδεικνύεται ότι το 1851 γίνεται πρώτη φορά λόγος για το λάβαρο και σε καμία περίπτωση δε θα το σήκωνε ένας παρακοιμώμενος των Τούρκων, τουρκοχριστιανός και τουρκολάτρης όπως ο Π.Π. Γερμανός, ο οποίος μόνο σε ένα πεδίο διέπρεψε, αυτό της τοκογλυφίας. Δάνειζε με βαρύτατο επιτόκιο (15%) ακόμη και σε μοναστήρια και εκκλησίες της δικαιοδοσίας του. Τύφλα να 'χουν όλοι οι σύγχρονοι Γούκοι. Αν και βαθύπλουτος, το όνομά του απουσιάζει απ' όλους τους εράνους που έγιναν για την Επανάσταση.

Ολα αυτά τα ασύστολα ψεύδη και τερατουργηματικά μυθεύματα κατασκευάστηκαν πολύ αργότερα για έναν και μόνο λόγο. Ηθελαν να κλέψουν τη δόξα του λαού, που ξυπόλυτος και πεινασμένος, σήκωσε το γιαταγάνι και το καριοφίλι και ελευθέρωσε την πατρίδα. Ο ανώτατος κλήρος και οι «αυθορμήτως υποκύψαντες στον τουρκικό ζυγό κοτζαμπάσηδες», κατέκλεψαν και διαμοίρασαν ό,τι οι αφορισμένοι ήρωες, επώνυμοι και ανώνυμοι, με το αίμα τους και τη ζωή τους ελευθέρωσαν.

Οι εθνικές γαίες, 7.000.000 περίπου στρέμματα και όλα τα κινητά πλούτη που άφησαν πίσω οι Τούρκοι, αντί να μοιραστούν στον εξαθλιωμένο και χειμαζόμενο λαό, τα σφετερίστηκαν ο ανώτατος κλήρος και οι απερίτμητοι Τούρκοι, όπως αποκαλούσε ο λαός τους κοτζαμπάσηδες. Ολοι αυτοί μπορεί να είχαν πλούτη, χωράφια και εξουσία αλλά τους έλειπε κάτι. Και αυτό ήταν η δόξα και η τιμή του λαού που απελευθέρωσε την πατρίδα. Ετσι, οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί της εποχής εκείνης, που βρίσκονταν στα χέρια του ανώτατου κλήρου και των προυχόντων, όπως άλλωστε συνέβαινε πάντα και συμβαίνει ακόμη και σήμερα, άρχισαν να κατασκευάζουν γεγονότα και ανύπαρκτους ηρωισμούς του σιναφιού τους. Μ' αυτόν τον τρόπο γεννήθηκαν κρυφά σχολεία, λάβαρα της Αγίας Λαύρας και άλλα ψευδολογήματα, που μαζί με την απόκρυψη πραγματικών γεγονότων, μετέτρεψαν προδότες σε ήρωες και καθιέρωσαν ως ηρωικά γεγονότα μυθοπλασίες ευφάνταστων απατεώνων. Το εθνικοαπελευθερωτικό μέρος της Επανάστασης πέτυχε αλλά το κοινωνικό της σκέλος απέτυχε παταγωδώς. Η αγροτιά, ο λαός δηλαδή συνέχισε να παραμένει νηστικός, άκληρος, ρακένδυτος και ανέστιος.

Τα γεγονότα τούς διαψεύδουν

Οποιος έχει διαβάσει το χυδαίο και κατάπτυστο κείμενο του αφορισμού της Επανάστασης που υπέγραψε ο Γρηγόριος ο Ε΄ και 22 ακόμη Μητροπολίτες, αρρώστησε από αηδία και φρίκη. Ακόμη και σήμερα, όχι μόνον επιχειρείται από πολλούς να δικαιολογηθεί με αστεία επιχειρήματα η φρικιαστική ενέργεια του αφορισμού της Επανάστασης, που ράγιζε και πέτρες ακόμη, αλλά και γίνεται προσπάθεια να εμφανισθεί ο Γρηγόριος ο Ε΄ ως δήθεν ο αρχηγός της Φιλικής Εταιρείας. Τα γεγονότα όμως, καθώς και οι πρωταγωνιστές της Επανάστασης τους διαψεύδουν.

Το 1805, όταν οι Αγγλοι απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη, ο Γρηγόριος ο Ε΄ όχι μόνο μίσθωσε 3.000 εργάτες, αλλά και, όπως γράφει ο Mendelson, «μετέσχε μετά ζήλου των οχυρωματικών εργασιών, ορύσσων ο ίδιος ιδίοις χερσίν ώστε να επισύρει και αυτού του Σουλτάνου την ευμενή προσοχή».

Παραμονές της Επανάστασης, ο Υψηλάντης έγραψε στους φιλικούς στην Κωνσταντινούπολη: «Προς τούτους μη δώσετε πίστιν, μήτε εις τον αγιώτατον, ασκητικώτατον και φιλογενέστατον καλόγηρον (τον Πατριάρχην), ούτε εις τους στενούς φίλους αυτού».

Επίσης, ο Κολοκοτρώνης, όχι μόνον έστειλε από τη Χαλκιδική την παραπάνω επιστολή στον Γρηγόριο τον Ε΄, αλλά και το 1833, σε ομιλία του σε φοιτητές στην Πνύκα, αναφέρθηκε με πικρία και απέχθεια σ' αυτόν.

Ο ανώτερος κλήρος και το μακρύ φοροεισπρακτικό χέρι της τουρκικής διοίκησης, «τεθορυβημένοι, τεταραγμένοι και κατεπτοημένοι» έκαναν το παν για να μην εκραγεί η Επανάσταση. Και όταν αυτή άναψε για καλά σύρθηκαν και εκείνοι εκόντες άκοντες. Αν ήταν δε στο χέρι τους, ακόμη θα είμασταν σκλάβοι στους Τούρκους. Στην προσπάθειά τους να καταπνίξουν την Επανάσταση, έξαρχοι του Πατριαρχείου περιέτρεχαν την τουρκοκρατούμενη Ελλάδα και κάθε Κυριακή αφόριζαν στις εκκλησίες αλλά και στα τζαμιά κάθε έναν που σήκωνε το γιαταγάνι και το τουφέκι εναντίον των Τούρκων και με γελοία φληναφήματα, όπως: «... Ας μην χάσωμεν διά μίαν ψευδήν και ανύπαρκτον τάχα ελευθερίαν του παρόντος βίου, τας αμαράντους στεφάνους αιωνίου μακαριότητας» ή «... Ελευθερία εν τω ουρανώ και υποταγή επί της γης», κρατούσαν τον λαό ραγιά και υποτελή των Τούρκων.

Ενας άλλος δεσπότης, ο Πορφύριος της Αρτας, όχι μόνον αφόρισε τους Σουλιώτες αλλά στρατολόγησε και 500 αγρότες, τους όπλισε και τους έστειλε να πολεμήσουν εναντίον των Σουλιωτών. Ο δε μητροπολίτης Πάργας Ιγνάτιος απειλούσε με αφορισμό τους Αρτινούς εάν προσέτρεχαν σε βοήθεια των Σουλιωτών.

Μετά από όλα αυτά, απορεί κανείς πώς πέτυχε η Επανάσταση, η οποία ήταν έργο, με πρωτεργάτη τη Φιλική Εταιρεία και εθνεγέρτη τον Παπαφλέσσα, μονάχα του ΛΑΟΥ που ο Π.Π. Γερμανός αποκαλούσε «χυδαίο, απαίδευτο, άπειρο, φτωχό, ποταπό, που ...κατήντησε εις αχαλίνωτον ενθουσιασμόν».

Εχοντας υπ' όψιν όλα τα παραπάνω, αλλά και μύριες άλλες αθλιότητες και προδοσίες του ανώτατου κλήρου και των μισητών κοτζαμπάσηδων, των χριστιανών πασάδων, όπως ήταν πιο γνωστοί, ο «Σύλλογος Ελλήνων Επιστημόνων Σουηδίας» απέστειλε τον Μάρτιο του 1982 υπόμνημα στον τότε πρωθυπουργό, Ανδρέα Παπανδρέου, και τον καλούσε να ενεργήσει τα δέοντα ώστε η Εκκλησία της Ελλάδος να άρει τον αφορισμό της Επανάστασης του '21 και να ζητήσει συγγνώμη από τους αφορισμένους μυστακοφόρους του αγώνα.

Το υπόμνημα αυτό δεν έφτασε ποτέ στα χέρια του πρωθυπουργού, όπως μας διαβεβαίωσε μερικά χρόνια μετά ο ίδιος αλλά και η διευθύντρια του γραφείου του κα Αγγέλα Κοκκόλα.

Απ' ό,τι διαφαίνεται οι αφορισμένοι του αγώνα, για πολλά χρόνια δυστυχώς ακόμη, θα περιμένουν ανειρήνευτοι τη δικαίωσή τους.

Ζήτω ο «αλιτήριος, ο απατεών, ο εξωλέστατος και ο ασυνείδητος» Παπαφλέσσας!

Ζήτω τα αφορισμένα μυστακοφόρα παλικάρια του '21!

Ζήτω «ο χυδαίος, ο απαίδευτος, ο άπειρος, ο φτωχός, ο ποταπός λαός ...που κατήντησε εις αχαλίνωτον ενθουσιασμόν»!

ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ


Ζήτω το αφορισμένο 1821!