Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009

Αποσλαβοποίηση και σχέσεις Βουλγαρίας και ΠΓΔΜ

Αποσλαβοποίηση και σχέσεις Βουλγαρίας και ΠΓΔΜ

Η πολιτική καταστολής της βουλγαροφιλίας στα Σκόπια είναι πιθανό να ενεργοποιήσει τη βουλγαρική διπλωματία και να οδηγήσει σε σκλήρυνση της γραμμής της Σόφιας, ώστε να εξασφαλιστούν τα δικαιώματα όσων στην ΠΓΔΜ αυτοπροσδιορίζονται ως Βούλγαροι.
Γράφει ο Γ. Βοσκόπουλος
επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας


Αναμφίβολα το Μακεδονικό ζήτημα αποτελεί απειλή για τη διαβαλκανική συνεργασία, σταθερότητα και ασφάλεια. Η αδιαφορία, η γεωπολιτική σκοπιμότητα και η άγνοια των τρίτων, και δη αυτού που συμβατικά αποκαλείται διεθνής κοινότητα, αποτελούν σημαντικά εμπόδια στο να καταδειχθεί επαρκώς ο παραλογισμός και η ιστορική απάτη των σλάβων γειτόνων μας. Η αρχαιολογική σκαπάνη και οι μελέτες των πλέον αξιόπιστων ακαδημαϊκών και αρχαιολόγων έχουν αναδείξει όλες τις πτυχές της παραποίησης της ιστορίας σε βάρος της Ελλάδας (βλέπε ενδεικτικά τις προσπάθειες της κ. Α. Κοταρίδη του Μουσείου της Βεργίνας).
Ωστόσο κάποιοι αγνοούν αυτά τα ευρήματα και αντιμετωπίζουν το ζήτημα μέσα είτε από μία προκλητική naïveté είτε προσεγγίσεις μέσα από τις οποίες απαιτούν από την Ελλάδα να αναγνωρίσει το αποτέλεσμα μίας εθνογένεσης και να ακρωτηριαστεί ιστορικά. Μάλιστα, στα Σκόπια κάποιοι εκτιμούν ότι η ιστορία τεκμηριώνεται μέσα από δικαστικές διαμάχες, νομικής υφής ερμηνείες συμφωνιών ή πολιτικές αποφάσεις.
Όπως επισήμανε στον υποφαινόμενο σε μία πρόσφατη συνάντηση ο καθηγητής Steven Miller του Berkley, οι αρχαιολόγοι μιλούν με βάση αδιαμφισβήτητα τεκμήρια και ευρήματα και όχι ασαφή θεωρητικά διαβήματα και εικασίες θεμελιωμένες σε μία γεωπολιτική υστεροβουλία. Ο ίδιος υπογράμμισε εμφατικά ότι δεν υπάρχει καμία ένδειξη για τη μη ελληνικότητα των αρχαίων Μακεδόνων. Εκτός βέβαια κι αν ήταν οι μοναδικοί που δεν μιλούσαν τη μητρική τους γλώσσα, τα ελληνικά, αλλά την υιοθέτησαν ως ένδειξη νεωτερικότητας. Ωστόσο, ακόμη κι αν συνέβη αυτό, το οντολογικό όσο και ουσιαστικό ερώτημα που τίθεται είναι πώς χάθηκε αίφνης η “μητρική τους γλώσσα”. Υπό αυτό το πρίσμα δεν θα μπορούσε κανείς να αναλύσει με ενδελέχεια, ενάργεια και σοβαρότητα τα επιχειρήματα των γειτόνων μας.
Ωστόσο η παραποίηση της ελληνικής ιστορίας δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει προς όφελος των σλάβων γειτόνων μας, αν δεν συνοδευόταν από την παράλληλη αποσλαβοποίηση της εθνικής τους ταυτότητας. Ανεξάρτητα από τις απόψεις που εκφράζουν πανεπιστημιακοί και πολιτικοί, ενέχει ιδιαίτερη σημασία το πώς οι νέες γενιές στη γείτονα Βουλγαρία αντιλαμβάνονται τη “διαφορετικότητα” που προσπαθούν με κάθε τρόπο να τεκμηριώσουν οι εθνικιστές στην ΠΓΔΜ. Το παρακάτω σχόλιο μίας νεαρής Βουλγάρας στη Sophia Echo είναι αποκαλυπτικό όχι μόνο της ενορχηστρωμένης προσπάθειας αποσλαβοποίησης αλλά και των μεθόδων που χρησιμοποιούνται για την υλοποίησή της.
“Ο αδελφός μου Atanas ζει στο Prilep εδώ και 40 χρόνια και διατηρεί τη βουλγαρική του εθνική ταυτότητα… Όταν επισκέπτεται τη Σόφια με τους φίλους του χλευάζει τους ανεγκέφαλους στα Σκόπια, ειδικά τους φασίστες, που νομίζουν ότι δεν καταλαβαίνουμε τη γλώσσα που μιλάνε. Όπως λέει και ο αδελφός μου ο Zhivko, η διαφορά ανάμεσα στις δύο γλώσσες είναι η αντίστοιχη ανάμεσα στα βρετανικά και αμερικανικά αγγλικά. Πέρυσι έξι άτομα από τη Βουλγαρία επισκεφτήκαμε την Οχρίδα, όπου γνωρίσαμε κάποιους ντόπιους. Αυτοί μας είπαν ότι πολλοί στην περιοχή διατηρούν τις βουλγαρικές ρίζες τους, ωστόσο δεν το δημοσιοποιούν, προκειμένου να μη χάσουν τις δουλειές τους. Δύο από τους φίλους τους, οδηγοί λεωφορείων στο επάγγελμα, απολύθηκαν όταν τους άκουσαν να μιλούν σε βούλγαρους ξεναγούς για το σημαντικό ποσοστό Βουλγάρων που ζουν εκεί. Το αστείο είναι ότι αυτός που τους κατέδωσε στο αφεντικό τους, ένα άτομο που εκφράζει με φανατισμό τα αντιβουλγαρικά του αισθήματα, δεν χρειάστηκε διερμηνέα για να μεταφέρει τα λόγια τους λέξη προς λέξη στον προϊστάμενό τους. Αυτά συμβαίνουν όταν έχεις μία φασιστική νοοτροπία και δεν σου αξίζει ακόμη και ο χώρος που ζεις. Ευτυχώς πολλοί νέοι στην Οχρίδα μιλούν τη βουλγαρική γλώσσα και όταν κάποιος άγνωστος πλησιάζει πάντα αστειευόμαστε για τις “μακεδονικές” διαλέκτους που υπάρχουν. Αυτοί το πιστεύουν αν και δεν είναι πλέον σίγουροι αν οι νέοι της πόλης τους κοροϊδεύουν. Ανυπομονώ να επιστρέψω και πάλι εκεί και να δω τους φασίστες που νομίζουν ότι ο κόσμος τούς ανήκει…”.
Τα παραπάνω καταδεικνύουν με σαφήνεια για ποιο λόγο οι σχέσεις Βουλγαρίας - ΠΓΔΜ έχουν επιδεινωθεί παρά τις ρητορικές διακηρύξεις των δύο πλευρών. Ήδη από το καλοκαίρι του 2006 ο τότε βούλγαρος υπουργός Εξωτερικών Ivailo Kalfin δήλωνε ότι η στήριξη της ενταξιακής πορείας της ΠΓΔΜ στην Ε.Ε. θα γίνει υπό όρους και την προϋπόθεση “να επιδείξουν τα Σκόπια συνεργατικό πνεύμα, στο πλαίσιο των σχέσεων καλής γειτονίας, εξάλειψη των φαινομένων παραποίησης της βουλγαρικής ιστορίας και πολιτισμικής παράδοσης”. Ωστόσο η ευρύτερη πολιτική της Σόφιας και η επί μακρόν μη ουσιαστική ενεργοποίηση της έναντι της αντιβουλγαρικής προπαγάνδας που αναπτύσσεται στα Σκόπια θα πρέπει να αναλυθεί με βάση τον Ατλαντισμό, που χαρακτηρίζει την εξωτερική πολιτική της Σόφιας, τις σχέσεις της με τις ΗΠΑ, την πολυεπίπεδη συνεργασία στο στρατιωτικό πεδίο αλλά και την ανάθεση σε βουλγαρικές κατασκευαστικές του εκσυγχρονισμού των αμερικανικών εγκαταστάσεων στη χώρα (Νόβο Σέλο).
Με αυτά τα δεδομένα η βουλγαρική ηγεσία προσπαθεί επί μακρόν να διατηρήσει χαμηλούς τόνους έναντι των συχνών φαινομένων βίαιης αντιμετώπισης της βουλγαροφιλίας στη χώρα. Το 2003 δύο βούλγαροι πολίτες συνελήφθησαν και κακοποιήθηκαν από αστυνομικούς και πολίτες στα Σκόπια είτε επειδή αυτοπροσδιορίστηκαν ως Βούλγαροι είτε γιατί αρνήθηκαν την ύπαρξη “μακεδονικής” μειονότητας στη Βουλγαρία. Στη δεύτερη περίπτωση, αυτής της Anna Paskova, η επίθεση έγινε από τους επιβάτες ενός λεωφορείου. Το θύμα κατήγγειλε ξυλοδαρμό από τους αστυνομικούς, απόπειρα βιασμού από έναν αστυνομικό, ενώ της αρνήθηκαν νομική εκπροσώπηση στο δικαστήριο. Οι δύο αυτές περιπτώσεις είναι ενδεικτικές μόνο των πολλαπλών περιστατικών επιθέσεων κατά Βουλγάρων ή όσων αυτοπροσδιορίζονται ως Βούλγαροι στην ΠΓΔΜ.
Ο διορισμός από τον βούλγαρο πρωθυπουργό Μ. Μπορίσοφ του ιστορικού και αρνητή της αναγνώρισης της “μακεδονικής” εθνότητας και γλώσσας Μ. Ντιμιτρόφ, ως υπουργού άνευ χαρτοφυλακίου με αρμοδιότητες που αφορούν τη βουλγαρική διασπορά, ουσιαστικά συνιστά ένα μήνυμα προς τα Σκόπια. Επιπλέον, μετά τις πρόσφατες εκλογές στη Βουλγαρία, ενισχύθηκαν τα μικρά εθνικιστικά κόμματα, καθιστώντας δυσκολότερο έναν συμβιβασμό. Τα ΜΜΕ αλλά και ιστορικοί στη χώρα έχουν εκφραστεί δημόσια κατά της τακτικής της κυβέρνησης των Σκοπίων να οικειοποιείται, μεταξύ άλλων, και τη βουλγαρική ιστορία.
Η εμφανής ή ενίοτε υποδόρια σύγκρουση Σόφιας - Σκοπίων πηγάζει από την προσπάθεια αποσλαβοποίησης της ιστορίας στην ΠΓΔΜ. Η πολιτική καταστολής της βουλγαροφιλίας στα Σκόπια είναι πιθανό να ενεργοποιήσει τη βουλγαρική διπλωματία και να οδηγήσει σε σκλήρυνση της γραμμής της Σόφιας, ώστε να εξασφαλιστούν τα δικαιώματα όσων στην ΠΓΔΜ αυτοπροσδιορίζονται ως Βούλγαροι. Ήδη αξιωματούχοι του βουλγαρικού υπουργείου Εξωτερικών έχουν δηλώσει ότι δεν θα σιγήσουν στις διώξεις Βουλγάρων αλλά και όσων εκφράζουν φιλοβουλγαρικά αισθήματα στην ΠΓΔΜ, ενώ παρόμοια περιστατικά θα αξιολογηθούν στο πλαίσιο της πορείας ένταξης της χώρας στην Ε.Ε. Την ίδια δυσφορία έχουν εκφράσει και βούλγαροι ευρωβουλευτές, οι οποίοι εκτιμούν ότι παρόμοια περιστατικά “δεν αξιολογούνται ως μεμονωμένα”.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του (bTV, 10-8-09) ο Μ. Ντιμιτρόφ αναφέρθηκε στην κρίση ταυτότητας από την οποία πάσχει η ΠΓΔΜ, επισημαίνοντας: “Το έθνος και το κράτος (ΠΓΔΜ) δημιουργήθηκαν το 1944 με βάση το βουλγαρικό πληθυσμό που κατοικεί στην περιοχή. Στο παρελθόν ο αυτοπροσδιορισμός ως Βούλγαρου επέφερε φυλάκιση 3 - 5 ετών, ώστε να προστατευθεί η εθνική ταυτότητα που δημιουργήθηκε από τον Τίτο. Σήμερα οι Βούλγαροι αλλά και όσοι αυτοπροσδιορίζονται ως Βούλγαροι διώκονται ποικιλοτρόπως. Αυτό συνιστά μία πολιτική καταστολής και μία προσπάθεια να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο ‘επαναβουλγαροποίησης’, όπως το προσδιόρισε ο ίδιος ο Κίρο Γκλιγκόροφ. Είναι θετικό ότι η παρούσα ηγεσία του βουλγαρικού υπουργείου Εξωτερικών δήλωσε πως θα επανεξετάσει την πολιτική της χώρας έναντι της ευρωατλαντικής πορείας της ΠΓΔΜ. Η κυρίαρχη αντίληψη στη βουλγαρική πολιτική σκηνή είναι ότι η πολιτική πλήρους στήριξης της ΠΓΔΜ θα πρέπει να μεταβληθεί… Το πρόβλημα είναι δικό τους και όχι δικό μας. Η ΠΓΔΜ προσπαθεί να μεταφέρει τα εσωτερικά της προβλήματα, την κρίση ταυτότητάς της στη Βουλγαρία, την Ελλάδα και την Αλβανία”.
ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ
www.makthes.gr/index.php?name=News&file=article&sid=44320