Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2009

Σάμος,Αρβανίτες



ΑΥΓΟΥΣΤΙΑΤΙΚΑ OΝΕΙΡΑ ΚΑΤΩ ΑΠΟ ΠΛΑΤΑΝΟ
Κοινή διαπίστωση είναι πως σε κάθε ηλικία υπάρχει ένα όνειρο που πεθαίνει και ένα που πάει να γεννηθεί.
Αλήθεια πόσα όνειρα κάναμε όταν ήμασταν παιδιά που αργότερα τα είδαμε να μην εκπληρώνονται! Η απογοήτευση που μας κυρίευσε πολλές φορές ήταν αβάσταχτη, αλλά παρηγορούμασταν με την ιδέα πως είχαμε πολλά ακόμη χρόνια στην ατζέντα της ζωής μας και μπορούσαμε να δοκιμάσουμε ξανά και ξανά. Αργότερα, σαν έφηβοι, ενήλικοι και γέροντες ακόμη, νιώσαμε απογοήτευση μόλις διαπιστώσαμε πως απλά "ονειρευτήκαμε" και ξυπνήσαμε χωρίς κάτι να έχει απομείνει από αυτά!
Όλοι μας ωστόσο ηθελημένα ή άθελά μας, ονειρευόμαστε. Ακόμη κι όταν μαύρα σύννεφα σκεπάζουν τον ουρανό, πιστεύουμε πως το βράδυ, σηκώνοντας τα μάτια μας προς τα πάνω εκεί που βρίσκεται ο θρόνος του Δημιουργού, θα τον δούμε κατάγιομο από αστέρια μικρά ή μεγάλα που θα μας κοιτούν περίεργα σαν να λένε, πόσο μικροί και τοσοδούλικοι είμαστε.
Τα όνειρα, μας επισκέπτονται ακόμη και στο ξύπνιο, παίζοντας μαζί μας αλλόκοτα και ακαταλαβίστικα πράγματα, που άλλα μας τρομάζουν και άλλα απλά μας διασκεδάζουν.
Τα όνειρα, δεν είναι προνόμιο μόνο των ανθρώπων. Κάθε ζωντανός οργανισμός ονειρεύεται.
Τα όνειρα δεν επισκέπτονται μόνο τις νεαρές ηλικίες, καθώς το φάσμα τους αγκαλιάζει όλους όσοι αναπνέουν κι η καρδιά τους χτυπά ακόμη και... αρρύθμιστα. Τα μεγάλης ηλικίας άτομα καθώς ξαναμωραίνονται ζητούν πολλά, φτάνοντας μάλιστα στο σημείο να γίνονται ως και «νήπια στη γνώση και τους τρόπους» κατά ευαγγελική ρήση. Θέλουν αγκαλιές, φιλιά και έμπρακτη απόδειξη αγάπης. Ονειρεύονται πως ξαναγίνονται παιδιά, ερωτεύονται, κάνουν ανέξοδα ταξίδια στο πέλαγος της φαντασίας όπου σε κάποιο υπήνεμο λιμανάκι συναντούν ως και τον έρωτα που στα χρόνια της νιότης, τους είχε ξεγλιστρήσει...
Υπάρχουν επίσης κι οι πνευματικοί λεγόμενοι άνθρωποι που κάνουν τους ήρωες των γραπτών σεναρίων να ονειρεύονται, συμπαρασύροντας και τους εαυτούς τους. Από τον κανόνα αυτό, δε θα αποτελούσα προσωπικά εξαίρεση. Ονειρεύομαι ακόμη και στο ξύπνιο μου, καθώς ευρισκόμενος πίσω από το μικρόφωνο του Ράδιο ΙΩΝΙΑ, πιστεύω πως όλοι όσοι με ακούν είναι φίλοι και κανείς δε μου την έχει στήσει, έτσι που να με περάσει γενεές δεκατέσσερις, σε περίπτωση που η κριτική μου ξεπεράσει τα εσκαμμένα...
Ακολουθήστε με λοιπόν σήμερα σε ένα όνειρο μοναδικό για μένα και μοιραστείτε τα αισθήματα και συναισθήματα που θα με καταλάβουν και μετά βαθμολογήστε με χωρίς οίκτο...
Όταν λοιπόν πριν δυό χρόνια άνοιξα τον υπολογιστή μου κι άρχισα να γράφω το βιβλίο με τίτλο ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΑΡΒΑΝΙΤΩΝ, ονειρεύτηκα και τι δεν ονειρεύτηκα... Είδα τα γραφόμενά μου να ανασταίνουν έναν υπεράνθρωπο! Τον πρόσεξα την ώρα που ντύνονταν με πολύχρωμη χλαμύδα μπροστά στην οποία υπήρχε το όνομα του βιβλίου μου: ΠΑΝΩ ΚΑΙ ΚΑΤΩ ΑΡΒΑΝΙΤΕΣ - ΠΑΝΔΡΟΣΟ ΜΕΣΟΓΕΙΟ- ΤΟΥ ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΥ ΧΘΕΣ!
Είδα τέσσερις άντρες με παραφουσκωμένα πορτοφόλια να με πλησιάζουν και να μου προτείνουν την κλωνοποίησή του σε εκατοντάδες πανομοιότυπους...
Ο «αετός» της φαντασίας, που εκείνοι οι οποίοι ασχολούνται με το γράψιμο την έχουν αρκετά ανεπτυγμένη, με πήρε στις φτερούγες του και μ' έφερε εκεί ψηλά στο Πάνω χωριό, αφήνοντάς με κάτω από τον αειθαλή πλάτανο! Καθώς βρέθηκα μόνος τρόμαξα. Σκέφτηκα να κάνω μια βόλτα στο χωριό. Η ιδέα με αποζημίωσε καθώς το βρήκα πεντακάθαρο, ασπρισμένο και εύτακτο. Απ' όπου περνούσα οι κάτοικοι με χαιρετούσαν με καλοσύνη κι απροσποίητη ευγένεια.
Πέρασα και απ' τη μεγάλη πλατεία του Αγίου Δημητρίου. Την είδα γεμάτη τραπέζια και καθίσματα. Πήγα να τα μετρήσω κι όταν έφτασα στα πεντακόσια σταμάτησα. Είδα να με υποδέχονται ο πρόεδρος του χωριού, η Σταματία, η Μαρία και τα άλλα μέλη του δραστήριου συλλόγου Πανδρόσου. Κείνη την ώρα νόμισα πως βρισκόμουν μεταξύ φανταστικού και πραγματικού... Μετά είδα τον χώρο να γεμίζει και να ξεχειλίζει από κόσμο, που αψηφώντας την απόσταση ανηφόρισε μέχρι'κει για να τιμήσει τα δυό χωριά που γιόρταζαν την ιστορία τους εκείνη τη βραδιά.
Χαζεύοντας τον κόσμο που μαζεύονταν είδα να καταφθάνει ο βουλευτής, οι δύο αντιδήμαρχοι του Πυθαγορείου, νομαρχιακοί και δημοτικοί σύμβουλοι, ο Επιτελάρχης του στρατού κι άλλοι πολλοί.
Ονειρεύτηκα πως στήθηκε πάνελ και δίπλα μου ότι κάθισε η λογοτέχνης, συγγραφέας η χειμαρρώδης στο λόγο Κούλα Καραμηνά που -άκουσον άκουσον- θα παρουσίαζε λέει το βιβλίο μου, που 'χε πάρει τη θέση των κλωνοποιημένων γιγάντων! Κοιτάζοντας το πλήθος, αναζητούσα δικά μου άτομα και ειδικά την επί μία δεκαετία στενή μου συνεργάτισσα και συνάδελφο Μαργαρίτα Ικαρίου και τον φίλο πατέρα της με τον οποίο η γνωριμία μας ανάγεται στα παιδικά μας χρόνια! Τους εντόπισα και χαμογέλασα με ικανοποίηση...
Είδα τους συναδέλφους μου να τους εκπροσωπεί ο Χάρης Ζαβουδάκης που με τη κάμερά του απαθανάτιζε την τελετή.
Είδα την οικογένειά μου να συμμετέχει στη χαρά μου, είδα φίλους, γνωστούς και αγνώστους.
Μέσα στην παραζάλη της ευχαρίστησης που 'νιωθα αναζήτησα τον Δημήτρη Ταμβακλή, τον αφηγητή των ιστοριών που κατέγραψα, αλλά πουθενά δεν υπήρχε. Η θλίψη που με κατέλαβε δεν πρόκαμε να καθυποτάξει τα άλλα συναισθήματά μου, καθώς είδα τη γυναίκα του Περσεφόνη, τη μικρότερη κόρη του Γεωργία, το γαμπρό του Κώστα, το γιό του Μανώλη, τα εγγόνια του και τους άλλους συγγενείς του! Το όμορφο αυτό όνειρο που το 'βλεπα πια με ορθάνοιχτα μάτια, δεν είχε ωστόσο τελειωμό! Άκουσα τον πρόεδρο του χωριού να μας καλωσορίζει, όπως και την πρόεδρο του συλλόγου. Είδα τον βουλευτή και φίλο μου Θαλασσινό να σηκώνεται όρθιος και σαν άριστος χειριστής του
λόγου να πλέκει το εγκώμιό μου, λέγοντας λόγια που με έκαναν να κοκκινίζω. Άκουσα να παίζει η ορχήστρα του στρατού και είδα τον κόσμο να χορεύει. Παρατήρησα τους καλεσμένους μας να γεύονται λαχταριστούς λουκουμάδες, φρεσκοψημένες τηγανίτες, τυροπιτάκια, μεζεδάκια, να πίνει ούζο και κρασί Αρβανίτικο, να γεύεται καλοψημένα σουβλάκια και τόσα άλλα.
Στο τέλος, πήγα να μιλήσω κι εγώ, όμως τα λόγια δεν έβγαιναν με τίποτε απ' το στόμα μου! Προσπάθησα, ξαναπροσπάθησα, αλλά μάταιος κόπος! Πάνω στην ταραχή μου κι ενώ το κοντέρ του ονείρου μου με πληροφορούσε πως ο νους μου έτρεχε με 150 και μάλιστα σε κατοικημένη περιοχή, τα χρειάστηκα! Έκανα απεγνωσμένες προσπάθειες να μιλήσω αλλά τίποτε! Κάποια στιγμή ξύπνησα! Ήμουν μούσκεμα στον ιδρώτα. Άναψα το φως!
«Ησύχασε, ησύχασε, όλα θα πάνε καλά» μου 'πε με φωνή που μόλις ακουγόταν η συμβία μου.
Πράγματι, όλα πήγαν καλά εκείνη τη λογοτεχνική βραδιά της Κυριακής 30 Αυγούστου εκεί στην Πάνδροσο, τους Πάνω Αρβανίτες...
Σαμιακός τύπος, Μόνιμες στήλες - Καφές - γράφει ο Νώντας Βαλεοντής


ΒΛΕΠΕ:Λέκκα(Σάμος)