Σάββατο 5 Ιουνίου 2010

Λεβέντης - Λεβέντες

Αλβανικά: η γλώσσα τού Ελληνικού Στόλου

Λεβέντης.Έχει την έννοια όχι τού «παλληκαρά» ούτε τού νταή,μα την έννοια τού μεγαλόθυμου.
Το παλληκάρι με την μεγάλη καρδιά καί πού δίνει τόπο στην οργή.
Πού ακόμη καί αν δεχθεί μιά κάποια προσβολή ελάσσωνος σημασίας την προσπερνά.
Δεν δίνει καί πολλή σημασία στον ανίσχυρο «αντιπαλό» του,πού δεν έχει το ίδιο «βάρος» με εκείνον. 
Η λέξη Λεβέντης είναι σύνθετη.
Λυέ(υ αμυδρά) λοιπόν στα αρβανίτικα(αλβανικά Λέ) σημαινει αφηνω-λύνω καί είναι φυσικά το πανάρχαιο ελληνικό Λύω,το δικό μας Λύνω.
Η δεύτερη λέξη είναι Βέντ(ντ όπως Νταής) πού σημαίνει τόπος,χώρος,έδρα (Β=το πνεύμα(τονισμός)-έδρανον,όπου γνωστή η τροπή τού δ σε ντ καί το αντίθετο. 
ΛΕ-ΒΕΝΤ λοιπόν είναι εκείνος πού αφήνει «χώρο»,«τόπο» απέναντι σε μικρότητες καί σε λιγότερο δυνατούς από εκείνον,δηλαδή είναι Λεβέντης,καί συνάδει άψογα με την φράση τού λαού μας«δώσε τόπο στην οργή»,«δίνω τόπο στην οργή». 
Κακώς λοιπόν λογίζεται ως τουρκική η όποιας άλλης προέλευσης η λέξη Λεβέντης. 
Επίσης αποτελεί άξια προσοχής καί η λέξη Λεβάντες,πού σημαίνει Ανατολή.Μα ο Ήλιος όταν τον αντικρύζεις να ανατέλλει σού δίνει ακριβώς την εντύπωση της μετακίνησής του,ότι «αφήνει» τον τόπο του.Έχουν λοιπόν οί λέξεις Λεβέντης καί Λεβάντες την ίδια ρίζα αλλά διαφορετική φυσικά έννοια γιά τον ρόλο των δύο λέξεων. 
Η εξήγηση αυτή είναι η πλέον λογική χωρίς να σημαίνει ότι αντιπροσωπεύει καί το αλάθητο.
Είναι όμως η πλέον λογική καί ετυμολογικώς καί εννοιολογικώς.
Όλα τα παραπάνω δεν είναι άμοιρα της μακραίωνης καί πρωταγωνιστικής παρουσίας των Αρβανιτών-Αλβανών η Αρμπερέσηδων η Αρναούτ στην πατρίδα μας αλλά καί στον ευρύτερο Βαλκανικό χώρο μέχρι καί στην Ιταλία-καί όχι μόνο-ενός πολεμικού καί μισθοφορικού λαού οργανωμένου κατά Φάρες(Πατριές).
Όπως δεν είναι τυχαίο ότι Αρβανίτες (χριστιανοί η μουσουλμάνοι) ήσαν κατά βάσει τα ναυτικά πληρώματα των Οθωμανών μέχρι καί λίγο πρίν το '21 όπως γιά παράδειγμα από νησιά «αρβανιτοκρατούμενα»(Πόρος,Άνδρος,Εύβοια,Σαλαμίνα,Ύδρα,Σπέτσες κ.ά.). 
Βάσει λοιπόν αυτού πού ισχυρίζεται ο Μπαμπινιώτης στο λεξικό του γιά την λέξη Λεβέντης,ότι είναι τούρκικη καί ότι «Λεβέντες» ονομάζονταν τα ναυτικά τους πληρώματα*,ο καθείς ας βγάλει τα συμπεράσματα του.
Τουλάχιστον-είναι δύσκολο να διαφωνήσει κανείς σε αυτό-οί Τούρκοι δεν έγιναν ποτέ γνωστοί γιά τον ..Θαλασσινό τους οίστρο μα ούτε καί άλλοι Βαλκάνιοι λαοί(Σλαύοι).

Λεξικό της Αλβανικής Γλώσσης τού Κωνσταντίνου Χριστοφορίδη 1904



*Λέ-βέντ είναι αυτοί πού «άφηναν» συνέχεια τον τόπο τους,δηλαδή ταξίδευαν συνεχώς ως ναυτικοί.
Ονομάστηκαν λοιπόν έτσι λόγω της ιδιότητάς τους,όπου αργότερα (η λέξη-ιδιότητα) πήρε την έννοια πού αποκρυσταλλώθηκε γενικά ως παλληκάρι-Λεβέντης όπως την γνωρίζουμε σήμερα.
Το ναυτικό επάγγελμα αντιλαμβανόμαστε ότι ήταν ένα πολύ δύσκολο βίωμα,πού ταίριαζε με την δυσκολία τού ίδιου τού επαγγέλματος αλλά καί με τον πόλεμο,τις συνεχείς μάχες μεταξύ ηγεμονιών αλλά καί φυσικά πειρατών.Πού πολλές φορές ο ρόλος τού ναυτικού πού «υπηρετεί» σε ένα στόλο η τού πειρατή σφικταγκαλιάζονται καί δεν είναι διακριτοί.
Είναι γεγονός πως καί αυτή η εξήγηση όπως καί η προηγούμενη δεν αντιτίθεται η μία στην άλλη παρά αλληλοσυμπληρώνονται αρμονικά.