Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010

Από τον Σπάτα καί τον Τατόη,στο Χαλάνδρι καί τη Λούτσα

 Οτιδήποτε πού δημοσιεύουμε,δεν σημαίνει ότι καί το ασπαζόμαστε εξ ολοκλήρου.
Στοιχεία παρουσιάζουμε καί οί όποιες κρίσεις ανήκουν στούς γράφοντες.
 Γιά εμάς λίγο πολύ,νομίζουμε πως είναι κατανοητές οί θέσεις μας.
Απλώς,πιστεύουμε-το τονίζουμε πολλές φορές-ότι η αλήθεια από παντού μπορεί να βγεί καί να 
ερευνηθεί.Τις οποιεσδήποτε κρίσεις καί συμπεράσματα τις αφήνουμε στον κάθε αναγνώστη-ερευνητή.
Η παρακάτω παρουσίαση αποτελείται από τρία μέρη,καί αξίζει την προσοχή μας.
Εμείς,με σθένος βροντοφωνάζουμε καί με υπερηφάνεια,το όμαιμο μεταξύ Ελλήνων καί Αλβανών,από τα βάθη της αρχαιότητας έως σήμερα.
-------------------------------------------

ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΠΑΤΑ
ΚΑΙ ΤΟΝ ΤΑΤΟΗ,
ΣΤΟ ΧΑΛΑΝΔΡΙ
   ΚΑΙ ΤΗ ΛΟΥΤΣΑ...

Οι αλβανικοί μεσαιωνικοί
εποικισμοί στον ελλαδικό χώρο

Αλβανική -κι όχι ελληνική-
η καταγωγή των Αρβανιτών

 Το όνομα Μάνη, που μνημονεύεται από τον Κωνσταντίνο Ζ΄ τον Πορφυρογέννητο (10ος αιώνας) είναι καθαρά αλβανικό και μας υποχρεώνει να μεταφέρουμε την «κάθοδο» των Αλβανών στην Πελοπόννησο πολύ νωρίτερα· σημαίνει μουριά (mene). Από τα χρόνια τού Ιουστινιανού στην περιοχή είχε αναπτυχθεί η σηροτροφία (τα φύλλα μουριάς είναι η βασική τροφή τού μεταξοσκώληκα.) Σύμφωνα με τον Χατζηδάκι, το όνομα Μορέας (Μοριάς) για ολόκληρη την Πελοπόννησο σημαίνει περιοχή μορεόφυτη, οπότε πιθανότατα το Μοριάς να είναι μετάφραση στα ελληνικά τού αλβανικού Μάνη. Τοπωνύμια Μάνη υπάρχουν και σε άλλα μέρη, κυρίως σε δασικές θέσεις τής Ελλάδας.

     Η εθνογραφική σύσταση τού νομού Αργολίδος και Κορινθίας τον 19ο αιώνα. (Αντωνίου Μηλιαράκη: «Γεωγραφία πολιτική νέα και αρχαία τού νομού Αργολίδος και Κορινθίας», έκδ. Νότη Καραβιά, Αθήνα, 1995 (πρώτη έκδοση: 1886).

 - Στό δήμο Νεμέας κατοικούνται από Αλβανούς τα χωριά Στημάγκα (275 κάτ.) και Βοτζικά (167 κάτ.). Στο χωριό Βοϊβοντά μιλιώνται και οι δύο γλώσσες.  [Το όνομα Στήμαγκα πιθανώς είναι σύνθετο από το Στη (στην, εις την) και Μάγκα. Μάγκες λέγονταν τα παλληκάρια των αρματωλών. Η λέξη είναι αλβανική και σημαίνει αγέλη (Κ. Σάθα: «Μεσαιωνικός βίος τού ελληνικού έθνους», εν Εστία αρ. 377, σελ. 182, 1883).]

     Αλβανοί, όλοι οι κάτοικοι τής Ύδρας. (Αντωνίου Μηλιαράκη: «Γεωγραφία πολιτική νέα και αρχαία τού νομού Αργολίδος και Κορινθίας», έκδ.  Νότη Καραβιά, Αθήνα, 1995 (πρώτη έκδοση: 1886)

 Σε κτήμα στο Κάτω Σούλι Μαραθώνα διασώζεται το όνομα κάποιου απογόνου τής μεγάλης φάρας τού θρυλικού stradioti, Μερκούριου Μπούα, που εγκαταστάθηκε στην Αττική. (Πηγή: «Αρβανίτες», έκδ. «Πήγασος εκδοτική Α.Ε.», Αθήνα, 2009.)
 




 
Αριστερά: Κοπέλα με αρβανίτικη φορεσιά με το χαρακτηριστικό κίτρινο σταμπωτό μαντήλι με λουλούδια. Δεξιά: Κοπέλα μανιάτικου σωματείου σε εορτασμό τής μάχης τού Διρού φέρει επίσης κίτρινο σταμπωτό μαντήλι με λουλούδια. (Πηγή: «Ρίζες Ελλήνων: Αρβανίτες», «Ρίζες Ελλήνων: Μανιάτες», «Πήγασος Εκδοτική Α.Ε.», Αθήνα, 2009.) Στην «Ελεύθερη Έρευνα» θα παρουσιάσουμε σε προσεχείς μελέτες μας χαρακτηριστικές παραδοσιακές Αλβανικές φορεσιές, που σήμερα νομίζουμε, ότι είναι ελληνικές.






     Επάνω: Τα παλλικάρια τού Αλή Πασά, όλοι Αρβανίτες με ξυρισμένο το μπροστινό μέρος τού κεφαλιού και τους κροτάφους τους και χαίτη στο πίσω μέρος. Όταν ο Αλή Πασάς έβγαλε διαταγή να μην ξυρίζουν το κεφάλι τους, ξέσπασε ανταρσία με αποτέλεσμα να ανακαλέσει τη διαταγή του. Κάτω αριστερά: Σουλιώτης στην Κέρκυρα (έργο τού Louis Dupre) και δεξιά: ο Βασίλης Γούδας, υπασπιστής τού Μάρκου Μπότσαρη, όλοι με ξυρισμένο κεφάλι εμπρός και στο πλάι.

     Ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης είχε το Αρβανίτικο παρατσούκλι Μπιθεκούρας (Κώλος + πέτρα = Κολόπετρας = Κολοκοτρώνης στην ελληνική του μετάφραση). Τσεργίνης ήταν το οικογενειακό όνομα των Κολοκοτρωναίων, που πιθανώς παράγεται από τις Αρβανίτικες λέξεις τσέρ=έξυπνος και Γκίνης = Γιάννης· με το όνομα αυτό υπήρχαν καμμιά εξηνταριά οικογένειες στη Μεσσηνία. 

Δυο επιφανείς Αρβανίτες τής νεοελληνικής κοινωνίας: Ο ευεργέτης Ευάγγελος Ζάππας (αριστερά) και ο πρώτος ολυμπιονίκης, Σπύρος Λούης. 



     Η Γενική Εφημερίς τής Ελλάδος έγραφε το 1828: «850 οικογένειες στο βορειοδυτικό τμήμα τής Άνδρου με διάλεκτο και έθιμα Αλβανών». (α.φ. 20, 21 Μαρτίου 1828, σελ. 83).


 











Αρβανίτες έκτισαν στη Χίο
το ναό τής εικονιζόμενης Παναγιάς τής Αρβανίτισσας.
 


Ίος:
     «Σε ολόκληρο το νησί υπάρχει μονάχα μιά πολίχνη στην πλαγιά ενός λόφου. Οι κάτοικοι είναι αλβανικής καταγωγής και γενναίοι. Αντιμετωπίζουν με τόλμη τους κουρσάρους». (Francois Richard, 1650).

     «Στη Νιό ζουν Αλβανοί, λαός βάρβαρος και πολεμοχαρής». Από το ημερολόγιο τού Γάλλου περιηγητή Τhevenot (1655)

     «Αφήνοντας την Αυλίδα βαδίσαμε τρεις λεύγες και φτάσαμε σ΄ ένα χωριό Αρναούτηδων. Εδώ τους αποκαλούν κι Αρβανίτες, αλλά δεν ξέρω άν προέρχονται από την Αλβανία. Μιλάνε τη δική τους γλώσσα, που δεν την καταλαβαίνει κανείς. Η ενδυμασία τους είναι διαφορετική από την ενδυμασία των Ελλήνων. Μοιάζει περισσότερο με τη φορεσιά των χωρικών τής Γαλλίας. Στο ξυρισμένο τους κεφάλι φορούν ένα καπέλο μυτερό.» (Sieur d΄ Loir, Γάλλος περιηγητής, 1639.) Οι Αρναούτηδες είναι απόγονοι χριστιανών Αλβανών ή Αλβανοβλάχων, που είχαν εγκατασταθεί στην Αττική κατά τα τέλη τού 14ου αιώνα. Κτηνοτρόφοι, οργανωμένοι σε φάρες λήστευαν τους διαβάτες στα περάσματα τής Πάρνηθας. (Απ. Βακαλόπουλου: Ιστορία τού Νέου Ελληνισμού, τόμος Β1, σελ. 324.)


«Η Ελευσίνα είναι τώρα ένα φτωχό χωριό με 1.200 κατοίκους, κυρίως Αλβανούς.» (John Fulleylove - J.A. M΄Clymont: «Εκδρομές στην Αττική» (19ος αιώνας) από το βιβλίο τους: «Greece, A and C Black», Λονδίνο, 1902).

     O περιηγητής Nicholas Biddle συγκρίνοντας τον αριθμό των Αλβανών με των Ελλήνων εκτιμούσε στα τέλη τού 19ου αιώνα, ότι οι Αλβανοί κάποια ημέρα θα απορροφούσαν τους Έλληνες: «Οι Αλβανοί είναι πολύ πιθανόν, ότι θα απορροφήσουν τους Έλληνες, οι οποίοι μειώνονται, παρά αυξάνονται.» («Αθήνα. Το τέλειο πρόσωπο τής ερήμωσης» από το βιβλίο: «Nicholas Biddle in Greece, The journals and letters of 1806», Πενσυλβάνια, 1991).






Διαβάστε το Β΄ μέρος τού άρθρου κάνοντας κλικ εδώ.
Β΄ μέρος τού άρθρου:

Διαβάστε το Γ΄ μέρος (τελευταίο) τού άρθρου κάνοντας κλικ εδώ.