Λεξικό Κ.Χριστοφορίδη σελ.451
Τσούλος επώνυμο
Τσούλης επώνυμο
Τσούλιος επώνυμο
Τσούνης επώνυμο
Τσούνος επώνυμο(βλέπε τσουτσούνα,η ψωλί στα αγόρια)
Ντιάλας επώνυμο
ΒΛΕΠΕ:Τσολιάς
(άρτζι μπούρτζι καί λουλάς,κατακαϋμένε)
Μιά γνωστή καί στενά συνδεδεμένη λέξη με την Νέα Ελλάδα πού τόσο έχει δεινοπαθήσει από τούς διάφορους "ειδικούς".
Μιά λέξη πού το νόημά της εκφράζει την ίδια την ψυχή της Ελλάδας,μιάς ψυχής πού περνά από τον πρώϊμο μεσαίωνα μέχρι την δημιουργία της ελληνικής καί αρβανίτικης πατρίδας.
Ο τσολιάς λοιπόν είναι ο φουστανελάς,πού οί πρόγονοί του άρπαξαν τα όπλα γιά να ξαναπλάσουν οργώνοντάς την από το ταλαίπωρο χώμα της την πανάρχαια ελληνική γη.
Ο τσολιάς είναι το μέλλον της Φάρας,το νεαρό αγόρι πού οδεύει στην ενηλικίωσή του καί πού εγγυάται το μέλλον της αρβανίτικης πολεμικής κοινότητας.
Στο αλβανικό λεξικό τού Κωνσταντίνου Χριστοφορίδη πού εκδόθηκε στα 1904 καί πού αποτελεί έναν γλωσσικό πλούτο της πελασγικής γλώσσας,βρίσκουμε την λέξη "τσούλ" πού σημαίνει το αγόρι,το αμούστακο αγόρι της προεφηβικής ηλικίας.
Η λέξη "τσούλ" αποδίδεται κατά την βόρεια αλβανική απόδοση των Γκέκηδων σε αντίθεση με την τοσκική απόδοση της λέξης πού είναι "τσούν",το αγόρι(βλέπε τσου-τσούνα).
Ο Χριστοφορίδης μας λέει πως η απόδοση "τσούλ" προέρχεται από τις περιοχές της Μαλëσία καί Μάτι-Mat,δηλαδή περιοχές πού διατηρούσαν με ιδιαίτερο ζήλο τον κλειστό πολεμικό χαρακτήρα των κοινοτήτων τους,γνωστών άλλωστε γιά τον άγριο εθιμικό νόμο της αντεκδίκησης.
Ο πληθυντικός της λέξης "τσούλ" είναι τσόλjατë καί επιβεβαιώνει γιά μία ακόμη φορά τον καθοριστικό ρόλο των Αρβανιτών στην σύγχρονη λαϊκή ελληνική παράδοση αλλά καί την πολεμική τους διαδρομή στον ελληνικό χώρο.
Άλλωστε καί μέχρι σήμερα οί λέξεις "τσούν" καί "τσούλ" πλεονάζουν ως επώνυμα στην Ελλάδα καί Αλβανία ως "τσούλος","τσούλης","τσόλης","τσούνης","τσούνος","τσούνας" κλπ.