«Μου ‘κλεψαν το γιο μου»
«Όταν μπήκα στο διαδίκτυο και συνδέθηκα με την κραυγή μιας μάνας, στο Σικάγο, που απεγνωσμένα φώναζε «Βοήθεια, μου ’κλεψαν το γιο μου», δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι σε μερικούς μήνες θα φώναζα το ίδιο κι εγώ για τον δικό μου γιο! Η απόσταση μου φαινόταν τόσο μεγάλη και οι κοινωνικές συνθήκες ήταν τόσο διαφορετικές, που με έκαναν να μην μπορώ να διανοηθώ έστω κάτι τέτοιο. Κι όμως: Αυτή η κραυγή βγαίνει τώρα κι από μένα! Στην Κύπρο τού σήμερα! Το ευρωπαϊκό ‘κράτος του Θεού’, που πελαγοδρομεί και αναζητά εναγωνίως βάρκα για να αρμενίσει!».
Μ’ αυτό το σημείωμα περιγράφει η Μαρία Θεοδούλου την ιστορία του γιου της, ο οποίος, ενώ ήταν διδακτορικός φοιτητής στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, εγκατέλειψε τα εγκόσμια για να γίνει μοναχός στη μονή Μαχαιρά. Λίγες εβδομάδες πριν από την ακρόαση της πρώτης αγωγής γονέων μοναχών εναντίον της μονής και του ηγουμένου Μαχαιρά, Επιφάνιου, του μητροπολίτη Λεμεσού, Αθανάσιου, της Εκκλησίας της Κύπρου και της Γενικής Εισαγγελίας, για παράλειψη νομοθεσίας, οι γονείς περιγράφουν το κλίμα στους κόλπους τους ως «καζάνι που βράζει», φωτογραφίζοντας τον Αθανάσιο, τον Επιφάνιο και τον Βατοπεδίου Εφραίμ ως τους εμπνευστές και δράστες ενός κυκλώματος που προσεγγίζει επιλεκτικά νέους και με σταδιακή, επίμονη κατήχηση -«πλύση εγκεφάλου», όπως τη χαρακτηρίζουν- τους οδηγούν στα μοναστήρια που βρίσκονται υπό την καθοδήγησή τους.
Εκτός από την αγωγή της οικογένειας Θεοδούλου, η εκδίκαση της οποίας είναι προγραμματισμένη για τον ερχόμενο Δεκέμβρη, άλλες δύο οικογένειες ετοιμάζονται να προσφύγουν στα κυπριακά δικαστήρια εναντίον των συγκεκριμένων ιεραρχών, ενώ πέντε οικογένειες προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων καταγγέλλοντας τόσο τη στρατολόγηση νέων μοναχών, υπό τους Αθανάσιο και Εφραίμ, όσο και την αδράνεια της κυπριακής πολιτείας στις καταγγελίες τους για προσηλυτισμό.
Νέους, μορφωμένους, πλούσιους
Τα επιχειρήματα των γονιών εκκινούν από την εποχή που βρισκόταν ακόμα στη ζωή ο Ιωσήφ Βατοπεδινός, ο οποίος εμφανίζεται ως ο μοναχός που αναδιοργάνωσε, στις αρχές της δεκαετίας του ’90, τη μονή Βατοπεδίου, μαζί με τους Εφραίμ και Αθανάσιο, η οποία, από τους λιγοστούς γέροντες μοναχούς που μετρούσε τότε, σήμερα αριθμεί περί τους 80. Υπενθυμίζουν, μάλιστα, ως ένδειξη της ποιότητας του Ιωσήφ, ότι με απόφασή της, στις 29/12/1998, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Κύπρου επιβεβαίωσε τις εναντίον του κατηγορίες για σεξουαλικά αδικήματα. Όπως ανέφεραν στον «Π» η Μαρία Θεοδούλου και ο Ανδρέας Νεάρχου, οι γιοι των οποίων είναι μοναχοί στον Μαχαιρά και στο Βατοπέδι αντίστοιχα, οι τρεις ιεράρχες έστησαν έκτοτε ένα κύκλωμα, με το οποίο εντοπίζουν νέους τους οποίους σταδιακά πείθουν να ακολουθήσουν το μοναχισμό, αποκόπτοντας τις σχέσεις με την οικογένειά τους.
Οι γονείς υπογραμμίζουν ότι το πρόβλημα υπάρχει μόνο με τις συγκεκριμένες μονές –Βατοπέδι, Μαχαιράς και τα μοναστήρια της μητρόπολης Λεμεσού- των οποίων μάλιστα ο αριθμός των μοναχών τείνει να αυξάνεται, καθώς οι ηγούμενοί τους χρησιμοποιούν μεθόδους ψυχαναγκασμού, προκειμένου να οδηγήσουν τους νέους στο μοναχισμό. «Αν τα παιδιά μας πήγαιναν στον Κύκκο, δεν θα διαμαρτυρόμασταν. Αλλά εκεί τους θέλουν δούλους», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Νεάρχου. Σύμφωνα με τους γονείς, το φερόμενο ως κύκλωμα επιλέγει νέους μορφωμένους, με σπουδές συνήθως στα οικονομικά ή στις θετικές επιστήμες, ώστε να τους αξιοποιήσουν στις επιχειρήσεις των μοναστηριών, ως άμισθους υπηρέτες με γνώσεις. Επιπλέον, επιλέγουν άτομα από οικογένειες με οικονομική άνεση, προκειμένου η περιουσία τους να γραφτεί, μετά το θάνατό τους, στο μοναστήρι. Σύμφωνα με τον κ. Νεάρχου, μάλιστα, το μοναστήρι του Μαχαιρά προσέφυγε κάποια στιγμή στα δικαστήρια για να διεκδικήσει την περιουσία μοναχού, ο οποίος είχε φροντίσει να την κληροδοτήσει στα αδέρφια του. Στόχος τους, αναφέρουν, είναι να αποκτήσουν οι εν λόγω μονές μεγάλη οικονομική ισχύ.
Κλειδί η εξομολόγηση
«Οι συγκεκριμένοι ηγούμενοι εκμεταλλεύονται το έντονο θρησκευτικό αίσθημα των Κυπρίων», αναφέρει η κ. Θεοδούλου, που φωτογραφίζει τις ομιλίες του Αθανάσιου σε σχολεία και πανεπιστήμια ως επιχειρήσεις άντλησης επίδοξων μοναχών. Εκεί, αφού εντοπίσουν τον κατάλληλο για μοναχό νέο και μάθουν κάποιες πληροφορίες για την προσωπική του ζωή, τον προσεγγίζουν ζητώντας του μια χάρη, φιλανθρωπικού χαρακτήρα. Στη συνέχεια, τον φέρνουν σε επαφή με τον «γέροντα», ο οποίος παρουσιάζεται ως «προφήτης», «μέντορας», «δάσκαλος», με λύσεις στα προβλήματα και απαντήσεις στα ερωτήματά του.
Σταδιακά, ο γέροντας τον μυεί στη νηστεία, την αγρυπνία και την εξομολόγηση, αποκόπτοντάς τον σταδιακά από τον προηγούμενό του εαυτό. «Έχουν έλλειψη ύπνου, και τη δικαιολογούν με την αγρυπνία. Ειδικό διαιτολόγιο που τους εξασθενεί πολύ, το οποίο εξηγούν με τη νηστεία και συχνή εξομολόγηση, προκειμένου να κοινωνούν κάθε βδομάδα», εξηγεί η κ. Θεοδούλου. «Όμως η εξομολόγηση είναι η αιχμή του δόρατος. Εστιάζουν στις προγαμιαίες σχέσεις, τις οποίες προβάλλουν ως θανάσιμο αμάρτημα που εξαλείφεται μόνο με το μοναχισμό», προσθέτει ο κ. Νεάρχου. Ακολουθεί η φιλοξενία του νέου στο μοναστήρι, όπου μυείται και σε αναγνώσματα τα οποία, σύμφωνα με τους γονείς, είναι παραποιημένα κείμενα εγνωσμένων θεολόγων και πατέρων της Εκκλησίας. Σ’ όλο αυτό το διάστημα, αποκτούν σταδιακά και μοναστική εμφάνιση, με μαύρη ενδυμασία και γένια, αποκόπτοντας ταυτόχρονα κάθε σχέση με τον προηγούμενό τους εαυτό και την κοινωνική τους δραστηριότητα. Το χειρότερο, αναφέρουν οι γονείς, οι οποίοι θα εμφανίσουν στο δικαστήριο γνωματεύσεις ειδικών ότι τα παιδιά τους υποβλήθηκαν σε έλεγχο σκέψης από τους «γέροντες», είναι ότι όλη αυτή η διαδικασία γίνεται κρυφά από τους ίδιους, τους οποίους οι καθοδηγητές παρουσιάζουν στους επίδοξους μοναχούς ως «πειρασμούς» στην πορεία προς την πνευματική ανέλιξη. Όπως προκύπτει, μάλιστα, από σημειώσεις που εξασφάλισαν οι γονείς από τα ημερολόγια νέων που έγιναν μοναχοί, αν προσπαθήσουν να μην γίνουν μοναχοί, ώστε να μην λυπήσουν τους γονείς τους, τότε θα προκαλέσουν «την οργή του Θεού». «Γίνονται εκστασιασμοί λόγω της πνευματκής και οργανικής εξασθένησης και στημένες πνευματικές εμπειρίες», αναφέρουν οι γονείς, που ελπίζουν στην επιστροφή των παιδιών τους στα εγκόσμια.
Δεν απάντησε ο Αθανάσιος
Κληθείς από τον «107,6» να σχολιάσει τις καταγγελίες των γονέων εναντίον του, ο μητροπολίτης Λεμεσού Αθανάσιος αρκέστηκε να δηλώσει ότι η Βουλή –στην οποία οι γονείς παρουσίασαν τα παράπονά τους προχθές σε κλειστή συνεδρία- έχει το δικαίωμα να δει το θέμα και αν όντως προκύπτει καταπάτηση ανθρωπίνων δικαιωμάτων, να πράξει τα δέοντα. Πάντως έγκυρη εκκλησιαστική πηγή δήλωσε στον «Π» ότι είναι διάχυτη στους κόλπους της Εκκλησίας της Κύπρου η εκτίμηση πως πρόκειται για κύκλωμα που στρατολογεί νέους μοναχούς. Τόνισε μάλιστα την αντίφαση, ο αριθμός των μοναχών στις εν λόγω μονές να αυξάνεται, τη στιγμή που στα υπόλοιπα μοναστήρια «υπάρχει παρακμή».
Νίπτει τας χείρας ο Αρχιεπίσκοπος
Οι γονείς τονίζουν ότι οι σημειώσεις που έχουν από ημερολόγια μαθητών, οι οποίοι σήμερα είναι μοναχοί στον Μαχαιρά, είναι ενδεικτικές της κατήχησης που δέχονται μέχρι να πειστούν να αφήσουν τα εγκόσμια: «Να διαβάζεις καλύτερα τα πατερικά βιβλία. Ε! Κι ας πέσει κι ο βαθμός σου λίγο. Μετά θα σε βοηθήσει ο Θεός, παιδί μου, μην ανησυχείς (…). Συνήθως οι γονείς αντιδρούν. Αυτό, όμως, με σωστή αντιμετώπιση, δεν διαρκεί πολύ. Να μην τους τα λες όλα. Αυτό δεν είναι αμαρτία. Να λες ότι θα πας σε κάποιο σπίτι φίλου σου να διαβάσεις ή ότι θα πας μάθημα. Κι αυτά μαθήματα είναι! Αυτά τα ψέματα που λες είναι ψέματα χωρίς ενέργεια». Τα στοιχεία αυτά, ωστόσο, φαίνεται πως δεν είναι αρκετά για να διερευνήσει η Εκκλησία της Κύπρου το ζήτημα. Η κ. Θεοδούλου μάλιστα καταλογίζει στον Αρχιεπίσκοπο πως ενώ σε κατ’ ιδίαν συναντήσεις αναγνωρίζει τη δράση του κυκλώματος, σε δημόσιες δηλώσεις του αρνείται την ύπαρξή του και επιρρίπτει ευθύνες στους γονείς για την ανατροφή των παιδιών τους.
Κληθείς να σχολιάσει τις καταγγελίες, ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος δήλωσε στον «Π» πως δεν θέλει να πιστέψει ότι παρασύρεται ένα παιδί όταν είναι 20-25 χρονών και έχει τελειώσει το πανεπιστήμιο. «Είναι ελεύθερος άνθρωπος. Μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους της ηλικίας του μπορεί να έχει άποψη, δεν εποπτεύεται από τους γονείς του πλέον, μπορεί να καθορίσει την πορεία της ζωής του. Κι εγώ όταν αποφάσισα να μείνω στο μοναστήρι, παρόλο που είχα πάει από μικρό παιδί στο μοναστήρι, η μητέρα μου διαφωνούσε. Όμως η απόφαση ήταν δική μου. Κι ο γονιός έχει κάποιο δίκιο να δει το παιδί του σύμφωνα με τις επιθυμίες του. Αλλά δικαιούται και το παιδί να έχει τις δικές του επιθυμίες», τόνισε. Όσο για το γεγονός ότι αυξάνονται οι μοναχοί στις εν λόγω μονές, το απέδωσε στην ποιότητα των μοναστηριών και στον αγειορίτικο προσανατολισμό τους, ο οποίος, ανέφερε, είναι και ο γνήσιος μοναχισμός.
ΧΡΥΣΤΑ ΝΤΖΑΝΗ