Περιγραφή: |
Η μονογραφία αυτή επιδιώκει να αναδείξει διαδοχικά τη φύση των νοοτροπιών, των αντιλήψεων και των ιδεολογιών που εκδηλώθηκαν με σημείο αναφοράς το Κόσοβο και οδήγησαν στην εκρηκτικότερη μεταπολεμικά κρίση στην Ευρώπη. Εξετάζονται διαδοχικά οι ποικίλες μορφές και φάσεις του φαύλου κύκλου των εθνικισμών στη Γιουγκοσλαβία (κυρίως του σερβικού) και του ρόλου τους ως προκαλύμματος για την άσκηση κυριαρχίας. Υποστηρίζεται ότι η νατοϊκή στρατιωτική επέμβαση μόνο στο επίπεδο της προπαγάνδας είχε σχέση με τα συστηματικά παραβιαζόμενα ανθρώπινα δικαιώματα των Αλβανών Κοσοβάρων, ενώ ο λόγος των ειδικών και των «strategists» παρέπεμπε σε συμφέροντα. ΚΡΙΤΙΚΗ «Οποιος θέλει να καταλάβει τι έγινε τα τελευταία χρόνια στα Βαλκάνια πρέπει να διαβάσει αυτό το βιβλίο. Στις σελίδες του ο προσεκτικός αναγνώστης θα διακρίνει το ισχυρό ηθικο-πολιτικό «πάθος» που εμπνέει το συγγραφέα. Ενα πάθος που τρέφεται από την αντίθεση στη βαρβαρότητα της βίας και του πολέμου, από τη διπλή εναντίωση στις εθνικιστικές και φονταμενταλιστικές ιδεολογίες από τη μια και στον ψευδεπίγραφο οικουμενισμό που αυθαιρετεί στο όνομα των δικαιωμάτων του ανθρώπου από την άλλη. Το πάθος αυτό πειθαρχείται διανοητικά και δεν τυφλώνει την κρίση του συγγραφέα. Αντίθετα μάλιστα λειτουργεί ως αναγκαίο αντίδοτο στον ηθικό σχετικισμό ή τον κυνισμό άλλων προσεγγίσεων και προσανατολίζει αξιακά το δύσκολο έργο της ανάλυσης και της ερμηνείας. Για δέκα ολόκληρα χρόνια η πρώην Γιουγκοσλαβία καίγεται από τις φλόγες του πολέμου. Η φωτιά που άναψε εκείνο το δραματικό καλοκαίρι του 1991 δεν έχει ολοκληρώσει ακόμη το καταστροφικό της έργο. Και πολύ φοβούμαστε ότι θα συνεχιστεί για καιρό. Πώς προκλήθηκε αυτή η πυρκαγιά που οδήγησε μέσα σε λίγα χρόνια στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας; Ο Πεσμαζόγλου επιχειρεί μια κριτική προσέγγιση στις πολλαπλές αιτίες της γιουγκοσλαβικής τραγωδίας, που αποφεύγει το μανιχαϊσμό των απλουστευτικών και μονοσήμαντων ερμηνειών. Η ευθύνη των ανταγωνιστικών εθνικισμών είναι βέβαια πρωταρχική και θεμελιώδης. Τη διάλυση της γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας δεν την προκάλεσαν οι «ξένοι» και οι δυτικοί αλλά η αναζωπύρωση και η έκρηξη των εθνικισμών, που συνδέθηκαν στενά με τους ανταγωνισμούς εξουσίας ανάμεσα σε διάφορες ομάδες μέσα στην κάθε εθνότητα. Ο εθνικιστικός λόγος μετουσιώθηκε γρήγορα σε πολιτική πρακτική που προσφεύγει στη βία και στην εθνοκάθαρση, σε συστηματική και συνειδητή πράξη ακήρυκτου πολέμου. Ωστόσο, από την αρχή της γιουγκοσλαβικής κρίσης η ευρωπαϊκή Δύση, αντί να ενθαρρύνει και να υποστηρίζει τη συμβίωση των λαών, ευνόησε αντίθετα όλες τις διαιρέσεις και τις αποσχίσεις. Είναι χαρακτηριστική η σπουδή με την οποία η Ευρώπη αναγνώρισε τη Σλοβενία και την Κροατία ως ανεξάρτητα κράτη. Στς ενδογενείς αιτίες που οδηγούσαν προς τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας προστέθηκε έτσι και η διεθνής παρέμβαση, που ενίσχυε την προοπτική της συγκρότησης ξεχωριστών εθνών - κρατών. Ο Πεσμαζόγλου αναλύει το φαύλο κύκλο του εθνικού μίσους, της αμοιβαίας μισαλλοδοξίας και της αλληλοεξόντωσης, στον οποίο έσυραν τη Γιουγκοσλαβία οι ανταγωνιστικοί εθνικισμοί (με προεξάρχοντα το σερβικό αυταρχικό και λαϊκιστικό εθνικισμό και συνυπεύθυνους τους «ευρωκεντρικούς εθνικισμούς» Κροατών και Σλοβένων, αλλά και τους άλλους «προνεωτερικούς» εθνικισμούς). Στη Βοσνία συντελέστηκε μια φριχτή σφαγή, με τον αριθμό των νεκρών να ξεπερνάει τους διακόσιες πενήντα χιλιάδες και τη διεθνή κοινότητα να παραμένει αδρανής θεατής. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως «μια πενταετία πριν από τις ΝΑΤΟϊκές επιδρομές οι Σέρβοι βομβάρδιζαν για δυόμισι χρόνια το Σαράγιεβο, ενώ οι Κροάτες έριχναν 1.000 βόμβες την ημέρα στο Μόσταρ». Και βέβαια το Κόσοβο βρισκόταν σε κατάσταση πολιορκίας, αστυνομοκρατίας και στρατοκρατίας για δέκα χρόνια. Στην περίπτωση του Κοσόβου η παρέμβαση της Δύσης έρχεται πολύ αργά και παράγει άλλη μια φορά πολωτικά αποτελέσματα. Το σχέδιο συμφωνίας του Rambouillet εκβιάζει την αποχώρηση των Σέρβων από το τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Η ΝΑΤΟϊκή στρατιωτική επέμβαση γίνεται χωρίς να έχει προηγουμένως εξαντληθεί όλο το φάσμα των διαθέσιμων μη στρατιωτικών μέσων. Η «Διττή ύβρις» αναφέρεται σε δύο παγκόσμιες τάσεις που εκδηλώνονται στο Κόσοβο: «Από τη μια τοπικοί πολεμοχαρείς εθνικισμοί. Από την άλλη ένας ανεξέλεγκτος πλανητικός "στρατιωτικός ανθρωπισμός"». Ο πόλεμος του ΝΑΤΟ ενάντια στη Σερβία δικαιολογήθηκε από τους υποστηρικτές του ως «ηθικός», «ανθρωπιστικός», ως πόλεμος που έγινε για την υπεράσπιση των «ανθρώπινων δικαιωμάτων» και την προστασία των Αλβανών του Κοσόβου. Η ιδιαίτερη αξία της έρευνας του Πεσμαζόγλου έγκειται στο ότι μας βοηθάει να κατανοήσουμε πόση ανεύθυνη και κυνική υποκρισία κρύβεται πίσω από αυτούς τους ισχυρισμούς. Μας προειδοποιεί επίσης για τον κίνδυνο να χρησιμοποιούνται στο εξής τα ανθρώπινα δικαιώματα ως ένα είδος νέας θρησκείας της ανθρωπότητας, στο όνομα της οποίας μπορούν να εξαπολύονται «ιεροί πόλεμοι». Αναμφίβολα έπρεπε να αποκρουστεί και να καταπολεμηθεί όχι μόνο η πρακτική της εθνοκάθαρσης αλλά και κάθε μορφή ρατσιστικού και πολεμοχαρούς εθνικισμού, όπως εκείνες που υπήρχαν στα καθεστώτα του Μιλόσεβιτς και του Τούτζμαν (και όχι μόνο σε αυτά). Αλλά η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνεται με βομβαρδισμούς και με μαζική εξόντωση αθώων θυμάτων, με την καταστροφή της οικονομίας και των υποδομών μιας χώρας. Δεν μπορούμε να υπερασπιζόμαστε τα ανθρώπινα δικαιώματα παραβιάζοντας τη διεθνή νομιμότητα και το δίκαιο. Δεν μπορούμε να καταπολεμάμε έναν εθνικισμό ενισχύοντας έναν άλλο (αντίπαλο) εθνικισμό. Ακόμη και εκείνοι που αρχικά δεν αντιτάχθηκαν στη ΝΑΤΟϊκή στρατιωτική επέμβαση ή τη θεώρησαν αναγκαίο κακό, μπορούν σήμερα να εκτιμήσουν καλύτερα τις συνέπειές της. Πέρα από τα αθώα θύματα και τις καταστροφές που προκάλεσε, ο πόλεμος βάθυνε και παρόξυνε τα εθνικά μίση και τους αντίπαλους φανατισμούς. Οδήγησε σε ένα νέο κύκλο διώξεων και πράξεων εκδίκησης, σε μιαν άλλη εθνοκάθαρση με θύματα αυτή τη φορά τους Σέρβους. Αποχαλίνωσε την επιθετικότητα του αλβανικού εθνικισμού με αποσταθεροποιητικές επιπτώσεις για την ευρύτερη περιοχή. Ο πόλεμος του ΝΑΤΟ στο Κόσοβο σηματοδοτεί μια στροφή στην ιστορία των διεθνών σχέσεων. Με τη νομιμοποίηση των «ανθρωπιστικών επεμβάσεων» οδηγούμαστε στην επιβολή μιας νέας διεθνούς τάξης, στην οποία κλιμακώνεται δραματικά η χρήση στρατιωτικής ισχύος για τη διευθέτηση των εσωτερικών διενέξεων. Ο ΟΗΕ περιθωριοποιείται στην πράξη, ενώ επιβεβαιώνεται ο ρόλος του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ ως εγγυητών της παγκόσμιας τάξης. Χάρη στο ΝΑΤΟ, οι ΗΠΑ παραμένουν ο κυρίαρχος ρυθμιστικός παράγοντας στην Ευρώπη. Η διεθνής πολιτική υποτάσσεται όλο και περισσότερο στην αυθαιρεσία των πιο ισχυρών. Οταν το ΝΑΤΟ υποσκελίζει και υποκαθιστά τον ΟΗΕ, τα πιο ισχυρά και πλούσια κράτη υπερασπίζονται με την τεχνολογική και στρατιωτική τους υπεροπλία μια πλανητική τάξη που σημαδεύεται όλο και περισσότερο από την αύξηση των ανισοτήτων, από τη συγκέντρωση του πλούτου στις δημοκρατίες της Δύσης και από την επέκταση της αθλιότητας, της πείνας και της εκμετάλλευσης στον υπόλοιπο κόσμο. «Οι πόλεμοι -γράφει ο Πεσμαζόγλου- ήταν ανέκαθεν φαινόμενα αποκαλυπτικά, όχι μόνο με την έννοια των τρομερών καταστροφικών τους "αποκαλύψεων" αλλά κι επειδή, αν και καταπλάκωναν αποχρώσεις και ευαισθησίες, συνάμα ανέσυραν βαθύτερες κοινωνικές τάσεις». Τι μας αποκαλύπτει λοιπόν η δραματική εμπειρία του Κοσόβου; Τι μπορεί να δει η Δύση αν στρέψει το βλέμμα της στον καθρέφτη της Γιουγκοσλαβίας; Το Κόσοβο μάς υποχρεώνει να αναρωτηθούμε για την υφή και την ποιότητα της ίδιας της δημοκρατίας στη Δύση. Τα ερωτηματικά δεν αφορούν μόνο το ρόλο των μέσων μαζικής επικοινωνίας και τις δυνατότητες χειραγώγησης των συνειδήσεων. Αναφέρονται στη φύση των πολιτικών ηγεσιών αλλά και στη διαφθορά προσώπων και θεσμών, που πηγάζει από την ανεξέλεγκτη κυριαρχία του χρήματος και του κεφαλαίου και υπονομεύει τα ίδια τα θεμέλια των σύγχρονων δυτικών δημοκρατιών. «Μια πολιτισμένη κοινωνία δεν μπορεί να είναι πολιτισμένη στον τόπο της και να συμπεριφέρεται "απολίτιστα" σε άλλες χώρες...». Η ανάγκη του κριτικού και αυτοκριτικού αναστοχασμού είναι επιτακτική και στη χώρα μας. Στην Ελλάδα η συντριπτική πλειοψηφία του λαού καταδίκασε τη ΝΑΤΟϊκή επέμβαση στο Κόσοβο. Στη διάρκεια όμως της γιουγκοσλαβικής κρίσης ήσαν πολλοί εκείνοι που ανέχτηκαν ή και χειροκρότησαν τη βία και τα εγκλήματα όταν τα διέπρατταν τα «ορθόδοξα αδέλφια» μας ή οι Σέρβοι πατριώτες που «αντιστέκονταν στη νέα τάξη πραγμάτων». Οπως σημειώνει ο Πεσμαζόγλου, «η σύγκρουση και μόνο του σερβικού καθεστώτος με την Υπερδύναμη αρκούσε για να αγνοηθεί ή και να εξιλεωθεί η δική του φύση». Μια από τις αρετές του βιβλίου του Πεσμαζόγλου είναι και το ότι βλέπει και στηλιτεύει το κακό παντού όπου αυτό υπάρχει και όχι με παρωπίδες. Αποφεύγει έτσι τη ρητορική της μονόπλευρης καταγγελίας, ενώ ταυτόχρονα φωτίζει τον πραγματικό χαρακτήρα και τα εγκλήματα του καθεστώτος Μιλόσεβιτς. Και από αυτή την άποψη αντιπροσωπεύει μιαν ιδιαίτερα πολύτιμη συμβολή στο δημόσιο διάλογο που πρέπει να γίνει στη χώρα μας. ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/07/2001 http://www.protoporia.gr/product_info.php/products_id/120021 |