Ήμασταν τότε μια παρέα, καμμιά πενηνταριά νοματαίοι, εκ των οποίων οι μισοί μουσικάντηδες. Με μπουζούκια, κλαρίνα, γκάιντες και ζουρνάδες. Τόσο μουσικό μπερεκέτι που λέτε. Κι όλος ο κόσμος αυτός χόρευε μηδενός εξαιρουμένου. Έριξε κάποιος λοιπόν την ιδέα να καθιερώσουμε γιορτή, την πρώτη του Μαρτίου, που να γίνεται σε κάποια όχθη του ποταμού μας του Στρυμόνα, και για να αποδώσουμε ευγνωμοσύνη στον ποταμό και για να φάμε και να χορέψουμε και προ πάντων για να ξεβγάζουμε τα παιδάκια μας να ξεσκάζουνε, να γνωρίζουν τη φύση και να χαίρονται τις ομορφιές της.
Επί πλέον να γιορτάσουμε και τον καινούργιο χρόνο, γιατί πρέπει να ξέρετε, καλοί μου άνθρωποι, ότι τότε γιόρταζαν οι προπαππούδες μας την πρωτοχρονιά. Διότι τότε αρχίζει να ξαναξυπνά η μανούλα μας η φύση, κι όχι τον Γενάρη, που μας την μεταθέσανε εκεί οι ανώμαλοι χριστιανοί πατέρες της εκκλησίας.
Κι αν δε πιστεύετε εμένα τότε να πιστέψετε το ημερολόγιο. Δε μου λέτε τον Οκτώβριο, που το λέει ο ίδιος ότι τον λένε από το οκτώ, γιατί είναι δέκατος στη σειρά των μηνών; Για να βγει λοιπόν όγδοος, από πιο μήνα πρέπει ν’ αρχίσουμε το μέτρημα; Από τον Μάρτιο φυσικά. Το ίδιο για να βγει έβδομος ο Σεπτέμβριος και δέκατος ο Δεκέμβριος, που τώρα βγαίνει δωδέκατος.
Βλέπετε ότι όσο και να παραποιήσει κανείς την ιστορία δε γίνεται να σβήσει όλα τα σημάδια της. Διαλέξαμε το λοιπόν μια όμορφη όχθη και το ρίξαμε στο φαγοπότι και στο χορό. Είπαμε να λειτουργήσουμε και μια τελετή, πιο πολύ για τα παιδιά που ξετρελαίνονται για τέτοια πράγματα.
Προτρέψαμε τα παιδιά να μαζέψουν λουλουδάκια και να τα πλέξουν σε στεφάνια. Να σκαρώσουν κι ένα μικρό βαρκάκι και τα απόγευμα, αφού το στολίσουν με τα λουλούδια, συνοδεία τραγουδιών, της γκάιντας και του νταχερέ, να το ρίξουμε στο ποταμό για να σαλπάρει ακολουθώντας τον ρου του. Έτσι έγιναν όλα μέσα στη τρελή χαρά,.
Δυστυχώς δεν διαθέτω τα κατάλληλα εκφραστικά εργαλεία για να σας περιγράψω τη χαρά και τον ενθουσιασμό των παιδιών. Και τα ξεφωνητά τους που ήταν ένα σωστό πανδαιμόνιο, προ παντός όταν το καραβάκι τους κινδύνεψε μερικές φορές να μπατάρει από τις μικροδύνες του ποταμού.
Και πάνω σ’ αυτό το πανηγύρι έσκασε μύτη, πίσω από μια βατσινιά, ο Χατζηέλληνας.
- Τι γίνεται ρε πατριώτες εδώ; Με ρώτησε με ένα ύφος υπεροπτικό.
- Κάνουμε πανηγύρι προς τιμή του Στρυμόνα, κόπιασε να τσιμπήσεις κάτι και να πιείς.
- Και τι είναι αυτό το πανηγύρι για τον Στρυμόνα; Εγώ ξέρω ότι πανηγύρια κάνουν μόνο για άγιους!
- Πατριώτη, του λέω, αυτός δεν είναι άγιος αλλά θεός.
- Θεός; Πλάκα μου κάνεις τώρα;
- Όχι, δε σου κάνω πλάκα, του απάντησα παίρνοντας ύφος αυστηρό και συνάμα βλοσυρό. - Οι παππούδες μας τον είχανε για θεό κι εμείς το συνεχίζουμε έτσι. Έχεις κανένα πρόβλημα;
- Ξέρεις φιλαράκι, ο πατέρας μου είναι χατζής, βαφτίστηκε τρείς φορές στον Ιορδάνη ποταμό. Καλά εσείς ακόμη εκεί μείνατε; Στους ειδωλολάτρες τους αρχαίους Έλληνες;
Να το πω στα ίσα, πήρα ανάποδες στροφές και του όρμησα σαν λύκος.
- Άκου εδώ άνθρωπέ μου, το ποτάμι αυτό χιλιάδες χρόνια μας δίνει του κόσμου τα καλά. Το νεράκι του για πότισμα, τα ψαράκια του. Μέχρι και ξύλα κατεβάζει για να καίμε στις σόμπες μας το χειμώνα. Ξέρεις ότι όλος ο κάμπος των Σερρών ποτίζεται από τον ποταμό αυτόν; Ξέρεις ότι χάρη στον ποταμό αυτόν ζούνε χιλιάδες οικογένειες βασιλικά; Πού βλέπεις λοιπόν την καθυστέρηση; Που είπαμε δηλαδή μια φορά το χρόνο να του πούμε ένα απλό ευχαριστώ;
Αλλά τέτοιοι είστε εσείς οι Χατζηέλληνες. Αχάριστοι, αγενείς και ασεβείς. Σας ταΐζει, σας ποτίζει, σας γεμίζει τις τσέπες σας με παράδες, κι αντί για ευχαριστώ έρχεστε και τον βρωμίζετε. Ποιος πετάει μέσα του και γύρω του ρε εξυπνάκια όλα αυτά τα σκουπίδια που ξεβράζει στη λίμνη και στην Αμφίπολη; Ποιός ξεπλένει μωρέ Χατζηέλληνα το ραντιστικό του μέσα στο ποτάμι και μετά ψοφάνε εκατομμύρια ψάρια. Εγώ ο καθυστερημένος ή εσύ ο προχωρημένος, που από το πολύ σου προχώρημα έφτασες μέχρι το Ιορδάνη; Σου έδωσε, ρε μάγκα, ποτέ κάτι ο Ιορδάνης; Αυτός ο ιερός ποταμός σου;
Άκου λέει εκεί μείνατε! Ποιος; Ο μαλάκας ο Χατζηέλληνας, γαμώ τη τύχη μου.
Κι αν δε πιστεύετε εμένα τότε να πιστέψετε το ημερολόγιο. Δε μου λέτε τον Οκτώβριο, που το λέει ο ίδιος ότι τον λένε από το οκτώ, γιατί είναι δέκατος στη σειρά των μηνών; Για να βγει λοιπόν όγδοος, από πιο μήνα πρέπει ν’ αρχίσουμε το μέτρημα; Από τον Μάρτιο φυσικά. Το ίδιο για να βγει έβδομος ο Σεπτέμβριος και δέκατος ο Δεκέμβριος, που τώρα βγαίνει δωδέκατος.
Βλέπετε ότι όσο και να παραποιήσει κανείς την ιστορία δε γίνεται να σβήσει όλα τα σημάδια της. Διαλέξαμε το λοιπόν μια όμορφη όχθη και το ρίξαμε στο φαγοπότι και στο χορό. Είπαμε να λειτουργήσουμε και μια τελετή, πιο πολύ για τα παιδιά που ξετρελαίνονται για τέτοια πράγματα.
Προτρέψαμε τα παιδιά να μαζέψουν λουλουδάκια και να τα πλέξουν σε στεφάνια. Να σκαρώσουν κι ένα μικρό βαρκάκι και τα απόγευμα, αφού το στολίσουν με τα λουλούδια, συνοδεία τραγουδιών, της γκάιντας και του νταχερέ, να το ρίξουμε στο ποταμό για να σαλπάρει ακολουθώντας τον ρου του. Έτσι έγιναν όλα μέσα στη τρελή χαρά,.
Δυστυχώς δεν διαθέτω τα κατάλληλα εκφραστικά εργαλεία για να σας περιγράψω τη χαρά και τον ενθουσιασμό των παιδιών. Και τα ξεφωνητά τους που ήταν ένα σωστό πανδαιμόνιο, προ παντός όταν το καραβάκι τους κινδύνεψε μερικές φορές να μπατάρει από τις μικροδύνες του ποταμού.
Και πάνω σ’ αυτό το πανηγύρι έσκασε μύτη, πίσω από μια βατσινιά, ο Χατζηέλληνας.
- Τι γίνεται ρε πατριώτες εδώ; Με ρώτησε με ένα ύφος υπεροπτικό.
- Κάνουμε πανηγύρι προς τιμή του Στρυμόνα, κόπιασε να τσιμπήσεις κάτι και να πιείς.
- Και τι είναι αυτό το πανηγύρι για τον Στρυμόνα; Εγώ ξέρω ότι πανηγύρια κάνουν μόνο για άγιους!
- Πατριώτη, του λέω, αυτός δεν είναι άγιος αλλά θεός.
- Θεός; Πλάκα μου κάνεις τώρα;
- Όχι, δε σου κάνω πλάκα, του απάντησα παίρνοντας ύφος αυστηρό και συνάμα βλοσυρό. - Οι παππούδες μας τον είχανε για θεό κι εμείς το συνεχίζουμε έτσι. Έχεις κανένα πρόβλημα;
- Ξέρεις φιλαράκι, ο πατέρας μου είναι χατζής, βαφτίστηκε τρείς φορές στον Ιορδάνη ποταμό. Καλά εσείς ακόμη εκεί μείνατε; Στους ειδωλολάτρες τους αρχαίους Έλληνες;
Να το πω στα ίσα, πήρα ανάποδες στροφές και του όρμησα σαν λύκος.
- Άκου εδώ άνθρωπέ μου, το ποτάμι αυτό χιλιάδες χρόνια μας δίνει του κόσμου τα καλά. Το νεράκι του για πότισμα, τα ψαράκια του. Μέχρι και ξύλα κατεβάζει για να καίμε στις σόμπες μας το χειμώνα. Ξέρεις ότι όλος ο κάμπος των Σερρών ποτίζεται από τον ποταμό αυτόν; Ξέρεις ότι χάρη στον ποταμό αυτόν ζούνε χιλιάδες οικογένειες βασιλικά; Πού βλέπεις λοιπόν την καθυστέρηση; Που είπαμε δηλαδή μια φορά το χρόνο να του πούμε ένα απλό ευχαριστώ;
Αλλά τέτοιοι είστε εσείς οι Χατζηέλληνες. Αχάριστοι, αγενείς και ασεβείς. Σας ταΐζει, σας ποτίζει, σας γεμίζει τις τσέπες σας με παράδες, κι αντί για ευχαριστώ έρχεστε και τον βρωμίζετε. Ποιος πετάει μέσα του και γύρω του ρε εξυπνάκια όλα αυτά τα σκουπίδια που ξεβράζει στη λίμνη και στην Αμφίπολη; Ποιός ξεπλένει μωρέ Χατζηέλληνα το ραντιστικό του μέσα στο ποτάμι και μετά ψοφάνε εκατομμύρια ψάρια. Εγώ ο καθυστερημένος ή εσύ ο προχωρημένος, που από το πολύ σου προχώρημα έφτασες μέχρι το Ιορδάνη; Σου έδωσε, ρε μάγκα, ποτέ κάτι ο Ιορδάνης; Αυτός ο ιερός ποταμός σου;
Άκου λέει εκεί μείνατε! Ποιος; Ο μαλάκας ο Χατζηέλληνας, γαμώ τη τύχη μου.
(Για όσους τυχόν αγνοούν τι πάει να πει χατζη-τάδε, πρόκειται για όσους έχουν βαπτισθεί επί πλέον και στον ίδιο τον ποταμό Ιορδάνη).
Σταύρος Βασδέκης
http://www.athriskos.gr/modules/news/article.php?storyid=2321Σταύρος Βασδέκης