Απάντηση από Γιώργος Πρίμπας
- Η φράση «πήγε η καρδιά μου στην Κούλουρη» προέρχεται από τους Αρβανίτες κατοίκους της προ του 1821 Αθήνας και οι οποίοι, όταν γινόταν κάποια εισβολή στην αττική από Τούρκους, προτιμούσαν να πάνε να κρυφτούν στην Κούλουρη (Σαλαμίνα) και όχι στα μεσόγεια διότι και είχαν μεγαλύτερη εθνολογική συγγένεια, και μιλούσαν την ίδια διάλεκτο, με αυτούς παρά με τους Αρβανίτες των μεσογείων [Μπίρης «Αρβανίτες οι Δωριείς του νεότερου Ελληνισμού»] αλλά και τους ήταν ευκολότερο να ξεφύγουν προς τα εκεί.
- το 1912 στην περίφημη ναυμαχία της Έλλης, με την οποία ουσιαστικά η απελευθερώθηκαν τα νησιά του βορειοανατολικού Αιγαίου, ο ναύαρχος Κουντουριώτης δίνοντας το σύνθημα για επίθεση φώναξε στους Υδραίους (Αρβανίτες) ναύτες του: βράς (δηλαδή φωτιά) διότι αν τους φώναζε φωτιά ή πυρ δε θα καταλάβαιναν [με βάση μαρτυρία που ανεφέρει ο Νίκος Εγγονόπουλος]
- μια πολύ αξιόλογη επίσης καταγραφή, στην αρβανίτικη γλώσσα, δημοτικών τραγουδιών, μπορεί να βρει κάποιος στο cd «Μονωδίες από τον Παρνασσό και τον Ελικώνα» από το ίδρυμα Μουσικό και Λαογραφικό Αρχείο Μέλπω Μερλιέ
στις 6/4/2009 7:46 am
2. Απάντηση από Γιώργος Πρίμπας
να συμπληρώσω ότι από το ίδρυμα Μουσικό και Λαογραφικό Αρχείο Μέλπω Μερλιέ κυλοφορεί και το διπλό cd Αρβανίτικα τραγούδια για το οποίο όμως δεν έχω ιδίαν άποψη.
στις 6/4/2009 8:13 am
3. Απάντηση από Γιώργος Μίχος
Κυρίως στο Μαρτίνο, αλλά και στο γειτονικό χωριό, τη Μαλεσίνα και στην ευρύτερη περιοχή, η χρήση της γλώσσας έχει περιοριστεί πια στην οικογένεια, μεταξύ ηλικιωμένων ατόμων ή και στη συνομιλία μεταξύ νέων και ηλικιωμένων ατόμων. Υπάρχουν ακόμα ανδρόγυνα κάποιας ηλικίας που επικοινωνούν κυρίως στην αρβανίτικη γλώσσα. Υπάρχει ακόμα στο Μαρτίνο σα γλώσσα του καφενείου, αλλά όχι μεταξύ νεαρών ατόμων. Κυρίως τα άτομα πάνω από 55-60 ετών συνεννοούνται στα αρβανίτικα. Στη δική μας περιοχή αυτό το φαινόμενο διγλωσσίας άρχισε να εμφανίζεται μετά το 1950. Δηλαδή μία συζήτηση μπορεί να ξεκινούσε στα αρβανίτικα, να παρεμβάλλονταν ελληνικά, να επανέρχονταν στα αρβανίτικα κλπ. Πριν από το 1940, η κύρια γλώσσα επικοινωνίας ήταν τα αρβανίτικα. Η μαρτυρία της δικής μου μητέρας, η οποία γεννήθηκε το 1910 ήταν ότι ελληνικά έμαθε σε ηλικία 15 ετών. Υπάρχει επίσης ιστορική μαρτυρία περιηγητή η οποία έχει εκδοθεί σε βιβλίο, είναι η Στρατιωτική ζωή εν ελλάδι. Ένα στρατιωτικό απόσπασμα είχε επισκεφθεί την περιοχή. Όταν έφτασαν στο χωριό το 1855 ή το 1856 πήγαν σε ένα πηγάδι που ήταν έξω από το συνοικισμό και ζήτησαν από τις γυναίκες νερό. Αυτές δεν ήξεραν ούτε τη λέξη “νερό” στα ελληνικά. Επίσης, αναφέρει ο ίδιος συγγραφέας ότι το Μαρτίνο ήταν η έδρα του του δήμου Λαρύμνης την εποχή εκείνη, η οποία του είχε αφαιρεθεί για 10 χρόνια σε όφελος του μικρού χωριού Προσκυνά. Αυτό συνέβη για το λόγο ότι οι κάτοικοι του Μαρτίνου δε γνώριζαν ελληνικά.
σελ. 325, Γλωσσική Ετερότητα στην Ελλάδα, μαρτυρία Γ. Μίχα
στις 6/4/2009 8:20 am
http://www.poiein.gr/archives/5333/index.html
Ποιείν - Επιθεώρηση Ποιητικής Τέχνης » Σαμσών Ρακάς, &amp ...-Προσωρινά αποθηκευμένη