«Περιμένουμε να ξεκαθαρίσουν τα πράγματα στην επόμενη ενότητα «εθνικά κινήματα στη νοτιοανατολική Ευρώπη». Αποδίδω τις πληροφορίες του βιβλίου. Οι Σέρβοι αποκτούν την ανεξαρτησία τους με τη συνθήκη του Βερολίνου το 1878, γίνεται αναφορά στο πρώτο επαναστατικό τους σκίρτημα το 1804. Επιδιώκουν την απελευθέρωση όλων των Νοτιοσλάβων που τους θεωρούν ομοεθνείς τους. Οι Βούλγαροι έχουν την υποστήριξη των Πανσλαβιστών της Ρωσίας, το 1870 αναγνωρίζεται χωριστή εθνική εκκλησία, η Εξαρχία που τους φέρνει σε ρήξη με το Πατριαρχείο και με τους Έλληνες «επειδή διεκδικούσαν ως βουλγαρικές τις μητροπόλεις της Μακεδονίας και της Θράκης, τις ιστορικές ελληνικές χώρες, στις οποίες κατοικούσαν Έλληνες, Σλάβοι, Βούλγαροι, Τούρκοι, Αλβανοί και Εβραίοι...». «Το 1878, με τη Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου... εξασφάλισαν προς στιγμή τη Μεγάλη Βουλγαρία... που περιλάμβανε ολόκληρη σχεδόν την ελληνική Μακεδονία και την Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας...» (σελ. 65). Εδώ οι όροι ελληνική Μακεδονία και Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας χρησιμοποιούνται αναδρομικά. Τη συγκεκριμένη εποχή η Μακεδονία ήταν μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δεν είχε υπάρξει ακόμη ελληνική, και βέβαια δεν είχε υπάρξει Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας. Αυτό δυσκολεύει την παρακολούθηση της εξέλιξης του μακεδονικού ζητήματος. Ίσως δείχνει ότι το βιβλίο αντιμετωπίζει το ιστορικό παρελθόν, κυρίως, με βάση τη συγκυριακή οπτική του παρόντος. Επί της ουσίας, βλέπουμε τη Σερβία και τη Βουλγαρία να διεκδικούν τα ευρωπαϊκά εδάφη της οθωμανικής αυτοκρατορίας έχοντας τα δημιουργήσει τα ιδεολογικά ερείσματα για κάτι τέτοιο και εκμεταλλευόμενες το πολυεθνικό μωσαϊκό που συνιστά ο πληθυσμός της Μακεδονίας.
Οι επόμενες σειρές είναι πυκνές σε περιεχόμενο και πολύ προσεκτικές σε διατύπωση. Αντιγράφω:
«Το όραμα της “Μεγάλης Βουλγαρίας” ανησυχούσε στο εξής σοβαρά, εκτός φυσικά από τους Οθωμανούς Τούρκους, τους Έλληνες, τους Σέρβους και τους Ρουμάνους, επειδή οι Βούλγαροι διεκδικούσαν εδάφη τα οποία οι γείτονές τους διεκδικούσαν ήδη ως πατρογονικη κληρονομιά. Ακολούθησε οξύς ανταγωνισμός των Βουλγάρων με τους Σέρβους για τις μεταξύ των δύο χωρών τουρκικές επαρχίες και με τους Έλληνες για το μέλλον των τουρκικών επαρχιών που αποτελούσαν τη Μακεδονία. Ο ανταγωνισμός των Βουλγάρων με τους Έλληνες εκδηλώθηκε με την προσπάθεια των Βουλγάρων να ελέγξουν, με φιλικά προσκείμενους προς αυτούς ιερείς και δασκάλους, τις εκκλησίες και τα σχολεία στις πόλεις και στα χωριά της Μακεδονίας. Τις εκατέρωθεν προσπάθειες για τον έλεγχο των εκκλησιών και των σχολείων κλήθηκαν να στηρίξουν ένοπλες ανταρτικές ομάδες γηγενών, που εξοπλίζονταν άλλες από τους Έλληνες και άλλες από τους Βουλγάρους, καθώς και ανταρτικές ομάδες από την Ελλάδα και τη Βουλγαρία».
ΒΛΕΠΕ:http://users.dra.sch.gr/symfo/sholio/istoria/c/ist_c_makedoniko19os.htm
νεότερη και σύγχρονη ιστορία, το μακεδονικό κατά το 19ο αι.-Προσωρινά αποθηκευμένη