«Η απόρριψη, κατά την τελευταία περίοδο του πολέμου, της αντιθρησκευτικής πολιτικής εκ μέρους της σοβιετικής κυβερνήσεως και οι μετέπειτα προσπάθειες εκμεταλλεύσεως της Ρωσικής Εκκλησίας ως όργανο ασκήσεως της εσωτερικής πολιτικής επιρροής, οδήγησαν σε ένα καινούργιο μοντέλο των διορθοδόξων σχέσεων. Το Πατριαρχείο Μόσχας και πάλι αποτελούσε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα της παγκοσμίου Ορθοδοξίας. Ως αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος, από το τέλος της δεκαετίας του 40΄, το σύνολο των κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών σε μεγάλο βαθμό αποτύπωνε τον διπολικό κόσμο της εποχής του ψυχρού πολέμου. Η Ρωσική Εκκλησία κατάφερε να συγκεντρώσει γύρω της μια σειρά από φιλικώς διατεθειμένες Εκκλησίες, με βαση τις οποίες, κατέβαλε προσπάθειες, με λίγη ή πολλή αποτελεσματικότητα, να αντιπαραταχθεί στην ενίσχυση του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Η Κωνσταντινούπολη ,με τη δική της σειρά, βασιζόταν στους παραδοσιακούς της συμμάχους, μεταξύ των οποίων, πρώτα από όλα τα παλαιά Πατριαρχεία (εκτός του Αντιόχειας), όπου τις στρατηγικές ιεραρχικές θέσεις τις καταλαμβάνουν οι Έλληνες. Πλην τούτου, η Κωνσταντινούπολη επανειλημμένως αμφισβητούσε το κανονικό καθεστώς των Εκκλησιών με προσανατολισμό τη Μόσχα. Έτσι, μέχρι την δεκαετία 1990, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως δεν αναγνώριζε το αυτοκέφαλο των Ορθοδόξων Εκκλησιών Γεωργίας και Τσεχοσλοβακίας, από το 1953 έως το 1961 δεν αναγνώριζε το Πατριαρχικό καθεστώς της Εκκλησίας της Βουλγαρίας, και από το 1970 και μέχρι σήμερα δεν αναγνωρίζει το αυτοκέφαλο της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Αμερική (ΟCA).
Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και οι πολιτικές αλλαγές που ακολούθησαν στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη είχαν ως συνέπεια την καινούργια ανακατάταξη των δυνάμεων στο σύνολο της Ορθοδοξίας. Ολόκληρη σειρά Εκκλησιών οι οποίες, πριν, εθεωρούντο σύμμαχοι της Μόσχας, έπαψαν να της συμπαρίστανται. Παραδείγματος χάριν, από τις αρχές της δεκαετίας 90΄ οι σχέσεις μεταξύ των Εκκλησιών Ρωσίας και Ρουμανίας δοκιμάζονται από μία χρονίζουσα κρίση εξ αιτίας της κανονικής δικαιοδοσίας της Μολδαβίας. Εκτός τούτου, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως πάλι ανέλαβε πρωτοβουλίες για την επέκταση της επιρροής του στις περιοχές οι οποίες δεν βρίσκονται πια υπό την πολιτική επιρροή της Μόσχας. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι της Εσθονίας, δηλαδή το ούτως λεγόμενο «εσθονικό ζήτημα». Το 1996, με την ενεργή υποστήριξη τοπικών αρχών, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως προχώρησε στη δημιουργία της Εσθονικής Αποστολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (ΕΑΟΕ). Το Πατριαρχείο Μόσχας, στη δικαιοδοσία του οποίου ήδη υπήρχε αυτοδιοικούμενη Εσθονική Ορθόδοξη Εκκλησία (ΕΟΕ), δεν αναγνώρισε αυτή την ενέργεια ως έχουσα κανονικό κύρος. Αποτέλεσμα ήταν η ψύχρανση των σχέσεων μεταξύ των δύο Εκκλησιών.
Και σήμερα στις αρχές του ΚΑ΄ αιώνος η πολύ σοβαρή αυτή αντιπαράθεση μεταξύ Μόσχας και Κωνσταντινουπόλεως ακόμα διατηρείται. Τελευταία χρόνια αμαυρώθηκαν από μια ολόκληρη σειρά σημαντικών ρήξεων μεταξύ των δύο κέντρων της Ορθοδοξίας: σύγκρουση πάνω στο θέμα της δραστηριότητος του επισκόπου Βασιλείου Όζμπορν στην Μεγάλη Βρετανία, η άρνηση συμμετοχής της Ρωσικής Εκκλησίας σε μερικά διορθόδοξα και διεκκλησιαστικά φόρουμ λόγω της προσκλήσεως σε αυτά των εκπροσώπων της ΕΑΟΕ, η αναστολή της συμμετοχής της Ρωσικής Εκκλησίας στην Συνδιάσκεψη των Ευρωπαϊκών Εκκλησιών εξ αιτίας της εντάξεως στην οργάνωση αυτή της ΕΑΟΕ και ταυτοχρόνως απορρίψεως της ΕΟΕ. Όμως, σε αντιδιαστολή με την κατάσταση των δεκαετιών 40΄-50, κατά την σημερινή εποχή, το Πατριαρχείο Μόσχας δεν μπορεί, δυστυχώς, να βασίζεται στη συμπαράσταση των άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών. Την ώρα των συζητήσεων των αντιπροσώπων της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας με τις αποστολές του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, στις συνεδριάσεις της Μικτής Επιτροπής για τον ορθόδοξο-καθολικό διάλογο,στο Βελιγράδι, το 2006, και τη Ραβέννα, το 2007, κανείς από τους αντιπροσώπους των άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών δεν τάχθηκε υπέρ του Πατριαρχείου Μόσχας. Σήμερα, ακόμα και σε παραδοσιακά, καθώς φαινόταν, ρωσόφιλες Εκκλησίες σαν τη Σερβική και τη Βουλγαρική, απέχουν της άμεσης υποστηρίξεως της Ρωσικής Εκκλησίας, σε μια προσπάθεια να κρατήσουν ουδέτερη στάση στις διαφορές Μόσχας και Κωνσταντινουπόλεως. Με αυτόν τον τρόπο, το Πατριαρχείο Μόσχας αντιμετωπίζει σήμερα μια δύσκολη κατάσταση. Από την μια μεριά, παρατηρείται κλιμάκωση της σύγκρουσης με την Κωνσταντινούπολη και από την άλλη, σημειώνεται η εξασθένηση της επιρροής της Ρωσικής Εκκλησίας εκτός των συνόρων της Ρωσίας».
Βλέπε ολόκληρο εδώ:http://www.bogoslov.ru/greek/text/352239.html