ΔΙΑΛΛΟΣ
μεταπτυχιακός
Μηνύματα: 1.421 Registered: 7-9-2003 Member Is Offline Διάθεση: Εξαίρετη
| Εστάλη στις 4-5-2004 στις 01:18 | |
|
Θεμελιωτής σε θεωρητικό επίπεδο του πανσλαβισμού θεωρείται ο Νικόλαος Ντανιλέφσκι. Το βιβλίο του «Ρωσία και Ευρώπη» (1869) χαρακτηρίσθηκε η βίβλος του πανσλαβισμού. Σύμφωνα με τις απόψεις του οι σλαβικοί λαοί και ο πολιτισμός τους βρίσκονται σε διαρκή αντίθεση με τον Ρωμανογερμανικό πολιτισμό της Δύσης, οπότε μόνη διέξοδός τους για το μέλλον είναι η Ρωσία. Ως προϋπόθεση θέτει την απελευθέρωση των σλαβικών λαών με πόλεμο, οπότε θα βρει την οριστική του λύση και το περίφημο Ανατολικό Ζήτημα. Συνέπεια του πολέμου θα είναι μια σλαβική ομοσπονδία, στην οποία δέχεται ότι έχουν θέση και μη σλαβικοί λαοί, όπως οι Έλληνες, οι Ρουμάνοι, οι Μαγυάροι. Πρωτεύουσα της νέας ομοσπονδίας δεν μπορεί να είναι άλλη από την Κωνσταντινούπολη. (6)
Πέρα, όμως, από την πνευματική ηγεσία χρειαζόταν και η πολιτική, που θα ανελάμβανε την υλοποίηση αυτών των ιδεών. Κορυφαίος εκπρόσωπός της υπήρξε ο Νικόλαος Παύλοβιτς Ιγνάτιεφ. Στρατιωτικός, μεταπήδησε στο διπλωματικό κλάδο και βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη από το 1864 μέχρι το 1877. Υπήρξε ο πρωταγωνιστής της περίφημης Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, την οποία και θεώρησε ένα εκ των δύο κορυφαίων επιτευγμάτων της καριέρας του. Ο Ιγνάτιεφ υιοθέτησε την πανσλαβιστική θεωρία, διακινδυνεύοντας τη σύγκρουση με τον προϊστάμενό του, Ρώσο Υπουργό Εξωτερικών, Gorchakov, ο οποίος δεν επιθυμούσε τη ρήξη με τη Δυαδική Μοναρχία, στα εδάφη της οποίας κατοικούσαν σλαβικοί πληθυσμοί (Τσέχοι και κυρίως Νοτιοσλάβοι), που συμπεριλαμβάνονταν στα σχέδια των πανσλαβιστών. Ο Ιγνάτιεφ, πρέπει να επισημανθεί, γιατί συχνά επιχειρείται στην Ελλάδα να ερμηνευθούν αποφάσεις εξωτερικής πολιτικής με ιδεολογικά, συναισθηματικά ή άλλα παρεμφερή κριτήρια, δεν οδηγήθηκε στη σύγκρουση με τον Gorchakov από ιδεολογικά κίνητρα, αλλά από τις διαφορετικές εκτιμήσεις του για την ρωσική εξωτερική πολιτική. Θεωρούσε την σύγκρουση με την Αυστροουγγαρία αναπόφευκτη, κατά συνέπεια δεν έβλεπε σημαντικά οφέλη από μια βραχυπρόθεσμη συνεργασία, στο βωμό της οποίας θα θυσιάζονταν οι δυνατότητες ρωσικών κινήσεων προς άλλες κατευθύνσεις και ιδιαίτερα προς αυτή των Σλάβων. Πίστευε ότι ο πανσλαβισμός έδιδε σημαντικές ευκαιρίες στη Ρωσία να επεκτείνει την κυριαρχία της, είτε άμεσα, είτε δια της δημιουργίας δορυφορικών σλαβικών κρατών. Την εκτίμηση αυτή, που φαίνεται να είναι και η πλησιέστερη προς την πραγματικότητα, αποτυπώνει με χαρακτηριστικό τρόπο ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης, σύμφωνα με τον οποίο «Η πανσλαβιστική του πολιτική δεν εστηρίζετο εις καμμίαν ιδεολογίαν, αλλ’ ήτο ωμότατα ρεαλιστική, αν όχι κυνική, πολιτική επιβολής»(7) . Ενδεικτική του ρεαλισμού του, τον οποίο ουδέποτε επέτρεψε να νοθεύσουν ιδεολογίες και ιδεολογήματα, ήταν και η στάση του κατά τη δημιουργία της Βουλγαρικής Εξαρχίας, την οποία, αν και εξυπηρετούσε τα σχέδιά του, δεν επιθυμούσε, με τη μορφή, τουλάχιστον, και την ένταση που αυτή επιβλήθηκε, αλλά, αντίθετα, προσπάθησε να περιορίσει, επιδιώκοντας ένα ήπιο συμβιβασμό μεταξύ των Βουλγάρων και του Πατριαρχείου (ουσιαστικά των Ελλήνων), διότι εκτιμούσε ότι η μείωση του γοήτρου της Ορθοδοξίας δεν συνέφερε τη Ρωσία, η οποία, παραδοσιακά, στήριζε πολλά στο θρησκευτικό στοιχείο (8) .
-----------------------------------------------
(6, 7, 8) Σπ. Β. Μαρκεζίνη, όπ. πρ., τόμος 2, σελ. 99 | | ΔΙΑΛΛΟΣ
μεταπτυχιακός
Μηνύματα: 1.421 Registered: 7-9-2003 Member Is Offline Διάθεση: Εξαίρετη
| Εστάλη στις 4-5-2004 στις 23:08 | |
|
Το κίνημα του πανσλαβισμού άσκησε μεγάλη επίδραση στην ρωσική πολιτική κυρίως κατά την βασιλεία του Τσάρου Αλέξανδρου Β’, τον οποίο ώθησε και στον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78. Η επιρροή των πανσλαβιστών μειώνεται βαθμιαία την εποχή του Αλέξανδρου Γ’, για να περιορισθεί η απήχησή του στα τέλη του 19ου αιώνα σε ομάδες της δεξιάς αντιπολίτευσης. Φάσεις αναβίωσης θα γνωρίσει και πάλι τον 20ο αιώνα, υπό την καθοδήγηση, πλέον, της ΕΣΣΔ.(9)
Ας προστεθεί ότι δεν έμεινε αναξιοποίητο υπό των πανσλαβιστών κάθε διαθέσιμο μέσο, ώστε να αμφισβητηθεί ακόμη και η ελληνικότητα των κατοίκων της περιοχής. Επιστρατεύθηκε, έτσι, και η γνωστή θεωρία του Γερμανού Φαλμεράϋερ(10) , σύμφωνα με την οποία οι Έλληνες εξολοθρεύτηκαν από τους Σλάβους κατά τη μετακίνηση των τελευταίων στα Βαλκάνια, με συνέπεια οι χριστιανικοί πληθυσμοί της περιοχής να μην έχουν, πλέον, «ούτε σταγόνα γνήσιο ελληνικό αίμα». Την πρώτη συστηματική ανατροπή της θεωρίας του Φαλμεράϋερ επεχείρησε ο Γερμανός ιστορικός Zinkeisen με την «Ιστορία της Ελλάδος» που συνέγραψε και εν συνεχεία ο Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος, για να ακολουθήσουν και άλλοι, οι οποίοι κατέδειξαν την ενότητα του ελληνισμού σε όλες τις ιστορικές περιόδους(11) . Χαρακτηριστικό επί του θέματος είναι το συμπέρασμα με το οποίο κλείνει το βιβλίο του «Οι Σλάβοι εν Ελλάδι» ο Κάρολος Χοπφ: «Δια των ειρημένων η θεωρία του Φαλμεράϋρ έπρεπε να περιορισθή εντός του αρμοδίου μέτρου. Ναι μεν υπήρξαν σλαβικαί εποικήσεις εν τη ελληνική ηπείρω, αλλ’ ούτε πανσλαβισμός ούτε ολοσχερής εξόντωσις του ελληνισμού»(12) .
Η σύντομη αυτή περί πανσλαβισμού παρέκβαση ήταν απαραίτητη για την κατανόηση της μεγάλης αλλαγής στη ρωσική εξωτερική πολιτική που μετέβαλλε δραματικά την κατάσταση στα Βαλκάνια στα τέλη του 19ου αιώνα. Η Ρωσία επεδίωκε σταθερά, από αιώνων, την έξοδό της στη Μεσόγειο. Για την υλοποίηση αυτού του στόχου προέβαλλε το στοιχείο της κοινής θρησκείας, της Ορθοδόξου, που της επέτρεπε να «ενδιαφέρεται» για τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Δεν άργησε, όμως, να διακρίνει ότι, η μεν ελληνική «Μεγάλη Ιδέα» οδηγούσε σε μια αναβίωση του ανταγωνιστικού «Βυζαντίου», το δε υπάρχον ελληνικό κρατίδιο, στα τότε ή σε τυχόν ευρύτερα όριά του, υποκείμενο στην «προστασία» και άλλων Δυνάμεων, ιδιαίτερα δε της πανίσχυρης ναυτικής δύναμης, της Βρετανίας, δεν προσεφέρετο για μονομερή χειραγώγηση. Όταν, λοιπόν, έγινε φανερό ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν μπορούσε να επιβιώσει με την μορφή και κυρίως την έκταση που είχε, αναζητήθηκε η εναλλακτική λύση. Η κίνηση των πανσλαβιστών την προσέφερε και δεν ήταν άλλη από τη Βουλγαρία.
-----------------------------------------------------
(9) Λεξικό Λαρούς, Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, τόμος 48, σελίδες 73-74 (10) «Ιστορία της Χερσονήσου του Μωρέα κατά τον μέσον αιώνα», τόμος Α’, 1830 (11) Σπ. Β. Μαρκεζίνη, όπ. πρ., τόμος 2, σελ. 95 και 97 (12) Κάρολος Χοπφ, «Οι Σλάβοι εν Ελλάδι», Ανασκευή των θεωριών Φαλλμεράϋρ, μεταφρασθείσα εκ του Γερμανικού υπό ΦΡΑΓΚΙΣΚΟΥ ΖΑΜΒΑΛΔΗ, καθηγητού εν Βενετία, Εν Βενετία, Εκ του Τυπογραφείου il Tempo, 1872. Ανατύπωση ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΝΟΤΗ ΚΑΡΑΒΙΑ. | | ΔΙΑΛΛΟΣ
μεταπτυχιακός
Μηνύματα: 1.421 Registered: 7-9-2003 Member Is Offline Διάθεση: Εξαίρετη
| Εστάλη στις 4-5-2004 στις 23:10 | |
|
Οι Βούλγαροι, οι οποίοι, κατά τραγική ειρωνεία, δεν είναι καν σλαβικής, αλλά φινικής, ταταρικής ή τουρκικής, προελεύσεως, δεν είχαν μέχρι τον Κριμαϊκό πόλεμο γλώσσα, αλλά ένα γλωσσικό ιδίωμα. Οι μορφωμένοι Βούλγαροι χρησιμοποιούσαν την ελληνική γλώσσα, εξελλήνιζαν τα ονόματά τους και εμφανίζονταν, συχνά, ως Έλληνες(13) . Μέχρι το 1876 το όνομα Βουλγαρία ήταν γνωστό μόνο ως γεωγραφικός όρος (14) . «Και εν τούτοις», σημειώνει ο Σπ. Μαρκεζίνης, «αυτοί εκρίθησαν ως οι καταλληλότεροι δια την ρωσικήν πολιτικήν, ακριβώς λόγω της μονολιθικότητος και ζωτικότητός των». «Συνεχίζοντες την εφαρμογήν του σχεδίου των οι πανσλαβισταί, απέβλεψαν εις τους νέους και εις την Εκκλησίαν. Ευφυής συνδυασμός συντηρητικού στοιχείου και προοδευτικού»(15) .
Η μεθοδικότητα με την οποία εργάσθηκαν οι Ρώσοι καταπλήσσει ακόμη και σήμερα. Στην πρώτη φάση υλοποίησης του σχεδίου τους για τη δημιουργία εκτεταμένου Βουλγαρικού κράτους, αφού επείσθησαν ότι η αρχική επιλογή τους, η Σερβία, δεν μπορούσε να χειραγωγηθεί απόλυτα, στόχευσαν στη δημιουργία βουλγαρικής συνείδησης στους πληθυσμούς που κατοικούσαν την περιοχή που θα αποτελούσε τον πυρήνα της μετέπειτα «Μεγάλης Βουλγαρίας». Το 1836 εκδίδεται η πρώτη βουλγαρική γραμματική, υπό του Ρίλσκι (16) . Την 20ετία 1856-1876, 500 περίπου Βούλγαροι υπήρξαν κρατικοί υπότροφοι στη Μόσχα ή την Οδησσό (17) . Παράλληλα προς αυτές τις κινήσεις, ξεκινά και η προσπάθεια διαχωρισμού της Ορθοδοξίας στην περιοχή από τον Ελληνισμό. Μέχρι εκείνη τη στιγμή το κριτήριο διαχωρισμού των λαών της Ευρωπαϊκής Τουρκίας ήταν μάλλον το θρησκευτικό παρά το εθνικό. Έτσι οι Χριστιανοί που κατοικούσαν στην Ευρωπαϊκή Τουρκία, εκτός του Βασιλείου της Ελλάδος και των ηγεμονιών της Ρουμανίας, Σερβίας και Μαυροβουνίου, υπαγόμενοι στο οικουμενικό Πατριαρχείο ταυτίζονταν με τους Έλληνες (18) . Οι Ρώσοι, που χρησιμοποιούσαν παραδοσιακά το θρησκευτικό στοιχείο στην εξωτερική τους πολιτική, προωθούν την αποταύτιση, προβάλλοντας ένα άλλο Ορθόδοξο λαό, τους Βούλγαρους. Ο διαχωρισμός αυτός είχε πολύ μεγάλη σημασία για την Ελλάδα, γιατί οδήγησε στην εμφάνιση στο προσκήνιο και άλλων διεκδικητών των ευρωπαϊκών εδαφών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Οι νέοι «ανταγωνιστές», οι Βούλγαροι, που διακρίνονταν για το σφρίγος, τη ζωτικότητα και το δυναμισμό τους, σε βαθμό ώστε λίγο αργότερα να χαρακτηρισθούν «Πρώσοι των Βαλκανίων», χωρίς τα φαινόμενα διαιρέσεως και απειθαρχίας των Ελλήνων, προσείλκυσαν την προσοχή και των άλλων Ευρωπαϊκών δυνάμεων, οι οποίες δεν άργησαν να αρχίσουν να ανταγωνίζονται για την επιρροή στο νέο «παίκτη», μειώνοντας έτσι το ρόλο και τη σημασία της Ελλάδας. Από εδώ και στο εξής η Ελλάδα θα προβάλλει στην καλύτερη γι’ αυτή περίπτωση ως «συγκληρονόμος» της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μέσα από μια συμμαχία των Χριστιανικών κρατών της Βαλκανικής την οποία ευνοούσαν Δυνάμεις, όπως η Βρετανία.
-----------------------------
(13) N. Miller, Ιστορία της Βουλγαρίας, ελληνική μετάφραση Λ. Καλβοκορέση, σελ 4 [Σπ. Β.Μαρκεζίνη, όπ. πρ., τόμος 2, σελ. 99] (14) Holland Rose, «The Development of the European Nations 1870-1900», τόμ. Α’, σελ 299 [Πολιτική Ιστορία τηςΝεωτέρας Ελλάδος, Σπ. Β. Μαρκεζίνη, τόμος 2, σελ. 99] (15) Σπ. Β. Μαρκεζίνη, όπ. πρ., τόμος 2, σελ. 99 (16) Παναγιώτη Μαχαίρα, «Μακεδονία, Ελλάδος Πρόφραγμα», σελ.28, Αθήνα 1992 (17) B. H. Sumner, «Russia and the Balkans 1870-1880», σελ 112, [Σπ. Β. Μαρκεζίνη, όπ. πρ., τόμος 2, σελ. 99] (18) William Miller, «Σύγχρονος Ιστορία», Καίμπριτζ, τομ. ΙΒ, σελ 381 [Πολιτική Ιστορία τηςΝεωτέρας Ελλάδος, Σπ. Β. Μαρκεζίνη, τόμος 2, σελ. 100] | | ΔΙΑΛΛΟΣ
μεταπτυχιακός
Μηνύματα: 1.421 Registered: 7-9-2003 Member Is Offline Διάθεση: Εξαίρετη
| Εστάλη στις 4-5-2004 στις 23:12 | |
|
Η αποταύτιση Ορθοδοξίας και Ελληνισμού, κλιμακώνεται λίγα χρόνια μετά το σουλτανικό «Χάτι Χουμαγιούν» του 1856, αν και έχει ξεκινήσει ήδη από τη δεκαετία του ’40, υπό ρωσική πάντα καθοδήγηση (19) . Οι Βούλγαροι ιερείς ζητούν τη χειραφέτηση από την Ελληνική Εκκλησία. Πρώτος κήρυκας της εθνικής αφύπνισης των Βουλγάρων καταγράφεται στη δεκαετία του 1860 ο αγιορείτης μοναχός Παΐσιος (20) . Ήδη, το Μάρτιο του 1860 η βουλγαρική κοινότητα της Κωνσταντινούπολης ανακοινώνει ότι θα ασκεί τα θρησκευτικά της καθήκοντα με την άδεια του Σουλτάνου και όχι του Πατριάρχη, ο οποίος ηρνείτο τον διορισμό Βουλγάρων επισκόπων στις βουλγαρικές Μητροπόλεις, υπενθυμίζοντας ότι το Εκκλησιαστικό Δίκαιο δεν αναγνώριζε εθνικές διακρίσεις. Η ανυπακοή αυτή διευρύνεται με 30 ακόμη κοινότητες από τις βουλγαρικές επαρχίες, τη σύσταση Βουλγαρικής Εκκλησίας και το διορισμό επικεφαλής της του επισκόπου Ιλαρίωνα Στογιάνοβιτς. Ας σημειωθεί δε ότι αξιοποιώντας την εσωτερική διαμάχη στην Ορθοδοξία, Γαλλία και Αυστρία κινούνται παραλλήλως για τη δημιουργία Ουνιτικής Εκκλησίας, γεγονός που, επίσης, θορύβησε τους Ρώσους (21) .
Ο Ιγνάτιεφ, ο οποίος, όπως έχει ήδη αναφερθεί, δεν επιθυμούσε τη μείωση του γοήτρου της Ορθοδοξίας, συστήνει μετριοπάθεια και επιχειρεί να οδηγήσει σε συμβιβαστική λύση, την οποία δεχόταν και το Πατριαρχείο, κάνοντας σειρά παραχωρήσεων για τη δημιουργία αυτόνομης Εκκλησίας. Οι Βούλγαροι δεν την δέχθηκαν, καθώς ήταν περιορισμένη εδαφικά και δεν περιελάμβανε τη Ρωμυλία και τη Μακεδονία που εποφθαλμιούσαν. Την ίδια τύχη είχε και το σχέδιο μεικτής ελληνοβουλγαρικής επιτροπής σχηματισθείσης υπό του Σουλτάνου (22) . Προσέκρουσε στην αδιαλλαξία των Βουλγάρων, αλλά βρήκε αντίθετο, πλέον, και τον Πατριάρχη. Ούτως ή άλλως ο στόχος των Βουλγάρων δεν ήταν ο συμβιβασμός.
-------------------------------------
(19) Παναγιώτη Μαχαίρα, όπ. πρ., σελ.28, Αθήνα 1992 (20) Ν. Ι. Μέρτζου, όπ. πρ., σελ. 50, (21) Douglas Dakin, «Η ενοποίηση της Ελλάδας, 1770-1923», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, σελ.188-189 (22) Douglas Dakin, όπ. πρ., σελ.188-189 | | ΔΙΑΛΛΟΣ
μεταπτυχιακός
Μηνύματα: 1.421 Registered: 7-9-2003 Member Is Offline Διάθεση: Εξαίρετη
| Εστάλη στις 4-5-2004 στις 23:15 | |
|
Έτσι, την 28η Φεβρουαρίου (10 Μαρτίου) 1870, υπό την παρότρυνση και του Βρετανού απεσταλμένου, αλλά και την αντίθεση του Ιγνάτιεφ (23) , ο Σουλτάνος Αβδούλ Αζίζ, ο οποίος δεν είχε, φυσικά, λόγους να δυσαρεστείται από τη διάσπαση των χριστιανών υπηκόων του και μάλιστα μικρό χρονικό διάστημα μετά από μία ακόμη ελληνική επανάσταση, στην Κρήτη, υπογράφει την ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας, ως αυτόνομης Εκκλησίας, διοικούμενης από Έξαρχο εκλεγόμενο από σύνοδο, στην οποία συμπεριελήφθησαν 17 Μητροπόλεις. Εξίσου σημαντική δε με την ίδρυσή της υπήρξε, για τις μετέπειτα εξελίξεις, η πρόνοια για την προσχώρηση στη νέα Εκκλησία και άλλων Μητροπόλεων με απόφαση των δύο τρίτων των κατοίκων τους (24) . Το Πατριαρχείο αρνήθηκε να την αναγνωρίσει, επικαλούμενο την επιστολή του Φωτίου προς τον Πάπα Νικόλαο Α’, και υπενθυμίζοντας ότι για την αναγνώριση προϋπετίθετο η ύπαρξη ανεξάρτητου κράτους (25) . Ο Πατριάρχης χαρακτήρισε τη νέα Εκκλησία αιρετική (Φεβρουάριος 1872) και λίγο αργότερα αφόρισε τον Έξαρχο και τους Επισκόπους του (26) . Η ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας σηματοδοτεί ουσιαστικά και την έναρξη του ένοπλου αγώνα για τον αφελληνισμό της Μακεδονίας, την ένταξή της κατ’ αρχήν στη νέα Εκκλησία και εν συνεχεία στην υπό δημιουργία Βουλγαρία. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η Βουλγαρική Εξαρχία αποτέλεσε το πρώτο μιας σειράς καθοριστικών πληγμάτων που δέχθηκε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και κατ’ επέκταση ο Ελληνισμός στα Βαλκάνια, καθώς ακολούθησε η απόσχιση των Μητροπόλεων Βοσνίας και Ερζεγοβίνης (1878), Σερβίας (1879), Ουγροβλαχίας και Μολδοβλαχίας - Ρουμανίας - (1885) (27) .
-----------------------------------------
(23) Οι γνώμες, ως προς το ρόλο του Ιγνάτιεφ, διχάζονται. Είναι γεγονός ότι εξυπηρετούσε τα πανσλαβιστικά σχέδιά του η ίδρυση της Βουλγαρικής Εξαρχίας. Κατά την άποψη που θεωρώ επικρατέστερη, εργάσθηκε γι’ αυτή, δεν την επιθυμούσε, όμως, με τον βιαστικό και μειωτικό του Πατριαρχείου τρόπο που επεβλήθη. Κατά άλλη άποψη (βλ. Ν. Ι. Μέρτζου, όπ. πρ., σελ 49 και επόμ., W. Miller, Ιστορία του Ελληνικού λαού, 1821-1921, Μετάφρασις εκ της αγγλικής υπό Κώστα Καιροφυλα, Έκδοσις Εταιρίας «ΤΥΠΟΣ», Αθήναι 1924, σελ 97-98) αποτελεί τον κύριο, αν όχι αποκλειστικό, υπεύθυνο, στα πλαίσια του σχεδίου μείωσης του ρόλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου προς όφελος της Ρωσικής Εκκλησίας. (24) Douglas Dakin, όπ. πρ., σελ.188-189 (25) Σπ. Β. Μαρκεζίνη, όπ. πρ., τόμος 2, σελ. 100 (26) Douglas Dakin, όπ. πρ., σελ.190 (27) Ν. Ι. Μέρτζου, όπ. πρ., σελ. 46
(συνεχίζεται) | | ΔΙΑΛΛΟΣ
μεταπτυχιακός
Μηνύματα: 1.421 Registered: 7-9-2003 Member Is Offline Διάθεση: Εξαίρετη
| Εστάλη στις 9-5-2004 στις 12:50 | |
|
Πριν την εκτεταμένη αναφορά στη βουλγαρική δράση, που συνιστούσε και το μείζων ελληνικό πρόβλημα στη Μακεδονία, δεν πρέπει να παραβλέπεται ότι αντίστοιχη, αν και μικρότερης έκτασης δράση ανέλαβαν κατά περιόδους η Σερβία και η Ρουμανία. Η δεύτερη, λόγω της αποστάσεως, δημιούργησε τα λιγότερα προβλήματα, αν και δεν έπαυσε να διεκδικεί την αναγνώριση δικαιωμάτων επί των «ρουμανιζόντων» πληθυσμών της Μακεδονίας.(28) «...από της εποχής της ‘ανακαλύψεως’ των Κουτσόβλαχων, των επί μακρόν απολωλότων τούτων τέκνων, ενεθάρρυνε τα σχολεία των και, επειδή ήσαν οι ασθενέστεροι των διεκδικητών χριστιανών, ενεθαρρύνοντο και από την Τουρκίαν, της οποίας την επιβίωσιν επόθουν ούτοι, μέχρι της ημέρας καθ’ ην θα ήσαν αρκετά ισχυροί όπως τους αντικαταστήσουν». (29) Η Σερβία, όμως, χωρίς να φθάσει στις βουλγαρικές ακρότητες, ουδέποτε εδέχθη να απεμπολήσει τη δυνατότητα καθόδου στο Αιγαίου, παρά μόνο από την ανάγκη. Είναι ενδεικτική η στάση της κατά τις συνομιλίες, που προηγήθηκαν της Συνθήκης του Φεσλάου με τον απεσταλμένο του Τρικούπη Π. Ζάνο. Οι Σέρβοι έδιδαν στη Μακεδονία αυστηρώς γεωγραφική έννοια και υποστήριζαν ότι «οι Σλάβοι της Βορείου Μακεδονίας ώφειλον να ανήκουν εις την Σερβίαν λόγω του χαρακτήρος της εθνότητός των και των ιστορικών των αναμνήσεων». Για την δε υπόλοιπη Μακεδονία, εστιάζοντας στο ανατολικό τμήμα της, δεν δέχονταν να συνυπογράψουν δεσμεύσεις υπέρ της Ελλάδος με το επιχείρημα ότι θα κατηγορούνταν από τους ομόφυλους λαούς της περιοχής - τους Βουλγάρους - ότι, τους εγκατέλειψαν. (30) Ακόμη πιο χαρακτηριστικό είναι το συμπέρασμα του Berard: «Η κατάκτηση της Μακεδονίας από τη σερβική φαντασία εναρμονίζεται με την κατάληψη της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης από την Αυστρία. Οι Σέρβοι θέλοντας να αποζημιωθούν για την φανταστική αυτή απώλεια με μια φανταστική προσάρτηση, επεξέτειναν τις βλέψεις τους πολύ νοτιότερα του Σαρ Νταγ, μέχρι το Αιγαίο και τα θεσσαλικά βουνά. Σε αντάλλαγμα του Φιούμε, της Ραγούζας και του Καττάρο που έχουν αμετάκλητα χαθεί, κατέλαβαν στα όνειρά τους τη Θεσσαλονίκη». (31)
-------------------------------
(28) Σπ. Β. Μαρκεζίνη, όπ. πρ., τόμος 2, σελ. 61-65 (29)W. Miller, όπ. πρ., σελ. 139 (30) Σπ. Β. Μαρκεζίνη, όπ. πρ., τόμος 2, σελ. 61-65 (31) V. Berard, «Τουρκία και Ελληνισμός, Οδοιπορικό στη Μακεδονία, Εκδόσεις Τροχαλία, σελ 250 & 265 Το βιβλίο στηρίζεται στις εμπειρίες του συγγραφέως κατά ο ταξίδι του στην περιοχή το 1890-1892. Οι σερβικές βλέψεις στη Μακεδονία θεμελιώνονται στο βιβλίο του Γκόπτσεβιτς «Μακεδονία και Παλαιά Σερβία», Βιέννη, 1899. | | ΔΙΑΛΛΟΣ
μεταπτυχιακός
Μηνύματα: 1.421 Registered: 7-9-2003 Member Is Offline Διάθεση: Εξαίρετη
| Εστάλη στις 9-5-2004 στις 12:51 | |
|
Η Βουλγαρική Εξαρχία υπήρξε καίριο πλήγμα για την Ελλάδα. «Διότι από της πτώσεως του Βουλγαρικού Πατριαρχείου, έδρα του οποίου ήτο το Τύρνοβον (η πρωτεύουσα της Μεσαιωνικής Βουλγαρίας, κατά το 1934), οι Βούλγαροι ήσαν υπό την εκκλησιαστική δικαιοδοσίαν του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ενώ οι Τούρκοι εκυβέρνων τα σώματά των, οι Έλληνες εκυριάρχουν των ψυχών των - μια εργασία ήτις εις την Εγγύς Ανατολήν δέον να θεωρηθή ως κλάδος πολιτικής προπαγάνδας». «Συνεπώς κρινόμενον εκ των αποτελεσμάτων της, η Βουλγαρική Εξαρχία ήτο το χειρότερον πλήγμα το οποίον έλαβε ο Ελληνισμός κατά τον δέκατον έννατον αιώνα». (32) Η Βουλγαρία, πάντως, αφού «αφυπνίσθηκε» εθνικά, με ρωσική καθοδήγηση, από τούδε και εις το εξής αποθρασύνεται. Προκαλεί διαρκώς τους Τούρκους με κατάληξη των επεισοδίων, τις συνήθεις κατά την τουρκική τακτική, βιαιότητες και σφαγές, που λαμβάνουν ιδιαίτερη έκταση τον Μάιο του 1876, έτος κατά το οποίο οι τουρκικές δυνάμεις επικρατούν των εξεγερθέντων Σέρβων, Μαυροβούνιων και Βουλγάρων. Η αιματοχυσία, παρ’ ότι ήταν μικρότερη από παρόμοιες τουρκικές θηριωδίες κατά των Αρμενίων ή των Ελλήνων στο παρελθόν, προκαλεί πρωτοφανές κύμα συμπάθειας στην Ευρώπη, ιδίως στη Βρετανία, όπου ο Γλάδστων, αντιπολιτευόμενος τους συντηρητικούς και την φιλότουρκο πολιτική τους, ηγείται πραγματικής σταυροφορίας (33) . Στη συνδιάσκεψη της Κωνσταντινουπόλεως που ακολουθεί (Δεκέμβριος), για τη Βουλγαρία αποφασίζεται η δημιουργία δύο αυτόνομων περιοχών, με πρωτεύουσα την Φιλιππούπολη και την Σόφια, ρύθμιση την οποία απορρίπτει η Τουρκία. Έπεται νέα τουρκική άρνηση να συμμορφωθεί με τις αποφάσεις των δυνάμεων στο Λονδίνο (Μάρτιος 1877) για εφαρμογή ευρύτατων μεταρρυθμίσεων, που είχε αναλάβει την ευθύνη να εφαρμόσει και παλαιότερα, υπό την εποπτεία τους (34) . Η νέα τουρκική άρνηση δίνει την αφορμή στη Ρωσία να κηρύξει τον πόλεμο, τον Απρίλιο του 1877 (35) . Ο ρωσοτουρκικός πόλεμος τερματίζεται τον Ιανουάριο του 1878 με τους Ρώσους στην Αδριανούπολη και τους Τούρκους να ελπίζουν στη μεσολάβηση των άλλων δυνάμεων, που δεν βλέπουν θετικά τη ρωσική επέκταση.
-----------------------
(32) W. Miller, όπ. πρ., σελ. 97-98 (33)Σπ. Β. Μαρκεζίνη, όπ. πρ., τόμος 2, σελ. 100-101 (34) Douglas Dakin, όπ. πρ., σελ.198-199 (35) Σπ. Β. Μαρκεζίνη, όπ. πρ., τόμος 2, σελ. 101 | | ΔΙΑΛΛΟΣ
μεταπτυχιακός
Μηνύματα: 1.421 Registered: 7-9-2003 Member Is Offline Διάθεση: Εξαίρετη
| Εστάλη στις 9-5-2004 στις 12:58 | |
|
Συνέπεια της τουρκικής ήττας υπήρξε η υπογραφή την 19η Φεβρουαρίου (3 Μαρτίου) 1878, στο ομώνυμο προάστιο της Κωνσταντινούπολης, της περίφημης Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου. Η Τουρκία ανεγνώριζε την ανεξαρτησία της Σερβίας, της Ρουμανίας, του Μαυροβουνίου, προέβαινε σε εδαφικές παραχωρήσεις (και προς τη Ρωσία) και ίδρυε την αυτόνομο («Μεγάλη») Βουλγαρία, τα σύνορα της οποίας εκτείνονταν από τη Μαύρη Θάλασσα μέχρι την Οχρίδα, από το Δούναβη μέχρι το Αιγαίο. Η Βουλγαρία, χάρη στον πόλεμο της Ρωσίας, όχι μόνο αποκτούσε αυτόνομη υπόσταση, αλλά αποκτούσε τη Μακεδονία και τη Θράκη (εκτός Κωνσταντινουπόλεως, Αδριανουπόλεως και Θεσσαλονίκης) (36) . Αυτή η Συνθήκη, παρ’ ότι δεν εφαρμόσθηκε, θα αποτελεί πλέον τη βάση του βουλγαρικού «μεγαλοϊδεατισμού». Στο Συνέδριο του Βερολίνου (Ιούνιος 1878) κατά την οποία συζητήθηκαν μεταξύ όλων των δυνάμεων οι ρυθμίσεις της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, η Βουλγαρία δεν ήταν δυνατόν να διατηρήσει αυτά τα κέρδη. Δημιουργήθηκε αυτόνομη Βουλγαρία, βορείως του Αίμου, η Ανατολική Ρωμυλία, νότια του Αίμου, θα διοικείτο από Χριστιανό κυβερνήτη, ενώ η Μακεδονία και η Θράκη επέστρεφαν στο προηγούμενο καθεστώς.
Από το ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877-78 και την Συνθήκη του Αγίου Στεφάνου θα εντείνεται διαρκώς ο ένοπλος αγώνας των διεκδικητών της Μακεδονίας, αλλά και της Θράκης, μετά τη διαφαινόμενη τουρκική αποχώρηση. Κύριος διεκδικητής η Βουλγαρία, που υπό ρωσική καθοδήγηση και βοήθεια θέτει σε εφαρμογή ένα άρτια οργανωμένο σχέδιο κυριαρχίας στη Μακεδονία. Περιλαμβάνει επιθέσεις ένοπλων ομάδων σε όλη τη χώρα, ίδρυση σχολείων, σφαγές εξεχόντων Ελλήνων, πιέσεις στον πληθυσμό για συμμετοχή στην Εξαρχία και προπαγανδιστική εκστρατεία στις χώρες της Δύσης, στις οποίες καλλιεργείται η εντύπωση ότι η Μακεδονία είναι αμιγώς βουλγαρική (37) . Παράλληλα με αυτούς δρουν στον ίδιο χώρο, η Ρουμανία, που διεκδικεί τους βλαχόφωνους πληθυσμούς (38) , οι χώρες της Δύσης και το Βατικανό που επιχειρούν να προσηλυτίσουν όσο το δυνατόν μεγαλύτερες ομάδες του πληθυσμού από την Ορθοδοξία στον Καθολικισμό (39) , αλλά και οι Σέρβοι, οι οποίοι στοχεύοντας στη Θεσσαλονίκη και την έξοδο στο Αιγαίο, δεν διστάζουν να εγγράψουν και στον κρατικό προϋπολογισμό τους (1887) κονδύλι 4 εκατομμυρίων για τη δράση στη Μακεδονία (40) .
------------------------------------
(36) Douglas Dakin, όπ. πρ., σελ.205 (37) Ν. Ι. Μέρτζου, όπ. πρ., σελ. 86 (38) Ν. Ι. Μέρτζου, όπ. πρ., σελ. 77 (39) Ν. Ι. Μέρτζου, όπ. πρ., σελ. 77 (40) Ν. Ι. Μέρτζου, όπ. πρ., σελ. 78 | Το φόρουμ των επιστημών |