«Πλέον μας βλέπουν ισότιμα»
Γράφει: Χρηστίδου Βαγγελιώ
18/12/2009
18/12/2009
Όταν ήρθαν πριν από 11 περίπου χρόνια ήταν δύσκολα τα πράγματα, όπως ίσχυε και για τόσες χιλιάδες οικογένειες από την Αλβανία που ήρθαν στη χώρα μας αναζητώντας δουλειά. Σήμερα τα πράγματα έχουν αλλάξει. Η οικογένεια της Τζοβάννα και του Πέτρου Ντάνι νιώθει πολύ καλά στη Μυτιλήνη.
Βρεθήκαμε με τη μητέρα της οικογένειας και τα δύο παιδιά της, το Στέφανο και τον Κώστα, μαθητές γυμνασίου και λυκείου αντίστοιχα, στο σπίτι τους, για να μας μιλήσουν για τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν όταν πρωτοήρθαν, αλλά και για το εάν οι δύο μαθητές νιώθουν να τους αντιμετωπίζουν διαφορετικά οι συμμαθητές τους.
Η Τζοβάννα Ντάνι και ο μεγαλύτερος γιος της, ο Κώστας, ήρθαν στην Ελλάδα το 1998, όταν ο δεύτερος ήταν επτά χρονών, ενώ ήδη από το 1995 είχε έρθει ο πατέρας της οικογένειας, Πέτρος. Τα τρία πρώτα χρόνια ζούσαν στη χώρα με βίζα, ενώ μετά απόκτησαν πλέον χαρτιά παραμονής. Τότε ήταν και η πρώτη φορά που ξαναπήγαν στην Αλβανία για να δούνε το μικρότερο παιδί τους, το Στέφανο, που μεγάλωνε με τους παππούδες του και τον οποίο έφεραν μαζί τους τελικά στην Ελλάδα μετά από πέντε χρόνια που οι ίδιοι ζούσαν πλέον εδώ και όταν ο μικρός ήταν έξι χρονών.
«Πολλές οικογένειες είχαν πρόβλημα όταν πρωτοήρθαν», θυμάται η κ. Τζοβάννα. «Ακούγαμε από κάποιους “ήρθες και θέλεις να μας κάνεις τον έξυπνο” και διάφορα άλλα. Κι εμείς είχαμε πρόβλημα στην αρχή, ειδικά όσο δεν ξέραμε τη γλώσσα και δε βρίσκαμε δουλειά. Αναγκαστήκαμε να μεταφερθούμε στη Μυτιλήνη από τα Λουτρά όπου μέναμε τρία χρόνια, όταν έγινε ένα περιστατικό σε κάποιο κέντρο διασκέδασης, όπου πάνω σε έναν καβγά κάποιοι Αλβανοί χτύπησαν Έλληνες και τότε έδιωξαν από εκεί όσους ήταν από την Αλβανία.»
«Δύσκολο να μην καταλαβαίνεις…»
Σήμερα, οι δυο μαθητές λένε ότι μιλάνε μεν τη μητρική τους γλώσσα στο σπίτι τους, ωστόσο δυσκολεύονται να διαβάσουν αλβανικά.
«Παίρνουν την εφημερίδα και διαβάζουν», λέει η μητέρα τους. «Στο σπίτι μιλάμε αλβανικά, ωστόσο είναι φορές που δεν καταλαβαίνουν κάποιες λέξεις και μας ρωτάνε τι σημαίνουν.»
«Ο μικρός πήγε κατ’ ευθείαν σχολείο, ο μεγάλος δεν ήξερε τη γλώσσα και έτσι άργησε λίγο, μετά ωστόσο έβγαλε την Α΄ και τη Β΄ δημοτικού σε μία χρονιά», εξηγεί η ίδια.
«Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα, να βλέπεις τον άλλο να μιλάει και να μην καταλαβαίνεις», λέει ο Κώστας, σήμερα μαθητής Β΄ λυκείου στο 1ο ΕΠΑΛ, για τον πρώτο καιρό που βρέθηκε στο ελληνικό σχολείο.
Υποστηρίζει, ωστόσο, ότι τα μαθήματα ως περιεχόμενο δεν τον είχαν δυσκολέψει καθόλου, αφού είχαν ομοιότητες με αυτά που είχε παρακολουθήσει στον ένα χρόνο και κάτι που πήγε σχολείο στην Αλβανία.
Ούτε με τους συμμαθητές του είχε πρόβλημα, αρχικά τουλάχιστον, που η οικογένειά του έμενε στα Λουτρά.
«Όταν ήρθαμε στη Μυτιλήνη και πήγα σε σχολείο εδώ, ο ρατσισμός από τους συμμαθητές μου ήταν πιο έντονος. Μια φορά, σε αγώνα ποδοσφαίρου, κάποιος μου μίλησε πολύ υποτιμητικά για την καταγωγή μου, όταν έβαλα γκολ. Στην τάξη μου, μάλιστα, είχα και μια συμμαθήτρια που ήταν κι αυτή από Αλβανία, για την οποία δεν μπορώ να μιλήσω αφού δεν κάναμε παρέα. Πάντως, σταδιακά έκανα πολλούς φίλους και πλέον με αντιμετωπίζουν όλοι ισότιμα.»
Αντιμετωπίζοντας κάποια δυσκολία με ορισμένα μαθήματα του γενικού λυκείου, ο Κώστας έχασε μια τάξη μπαίνοντας στο ΕΠΑΛ. Ωστόσο, θέλοντας να ακολουθήσει το επάγγελμα του υδραυλικού, υποστηρίζει ότι τα μαθήματα που διδάσκονται στο νέο του σχολείο τον βοηθάνε πολύ προς αυτή την κατεύθυνση.
«… αφήνουν το σχολείο»
Έρχεται και η σειρά του μικρότερου, του Στέφανου, να μιλήσει. Ο Στέφανος είναι μαθητής της Β΄ τάξης του Αθλητικού Γυμνασίου Μυτιλήνης και ονειρεύεται να γίνει… ποδοσφαιριστής.
«Την παιδική μου ηλικία δεν τη θυμάμαι», απαντάει όταν τον ρωτάμε αν βίωσε ρατσισμό όταν πρωτοήρθε στην Ελλάδα. «Ήταν φορές που είχα πρόβλημα, αλλά γενικά οι σχέσεις μου με τους συμμαθητές μου είναι καλές.»
«Έχουμε συμμετάσχει σε όλες τις παρελάσεις. Θυμάμαι πως όταν ήμουν δημοτικό είχε δημιουργηθεί ένα ζήτημα σχετικά με τη σημαία, αφού ήταν να την κρατήσει ένα παιδί από την Αλβανία και του έλεγαν “να κρατήσεις τη σημαία της Αλβανίας, δεν έχεις δουλειά εδώ” κ.λπ.. Ξέρω, επίσης, πολλά παιδιά μεταναστών που φεύγουν από το σχολείο.»
Και οι δύο μαθητές, πάντως, τονίζουν ότι παρ’ όλο που οι ίδιοι δε νιώθουν πλέον κανένα ίχνος ρατσισμού από τους συνομηλίκους τους, δεν ισχύει το ίδιο και για παιδιά που έχουν έρθει τα τελευταία χρόνια. «Ρατσισμό νιώθαμε κυρίως τα πρώτα χρόνια, με το πέρασμα του χρόνου μειώθηκε. Πολλοί που δε μας γνωρίζουν, δεν καταλαβαίνουν καν ότι είμαστε Αλβανοί, νομίζουν ότι είμαστε Έλληνες. Τα παιδιά που ήρθαν πρόσφατα, όμως, βλέπουμε συχνά να τα αντιμετωπίζουν ρατσιστικά. Λόγω του ότι το έχουμε ζήσει και ξέρουμε πώς είναι, εμείς τα παιδιά αυτά τα προσέχουμε περισσότερο, αφού βλέπουμε ότι νιώθουν άβολα.»
«Τώρα είμαστε εντάξει, έχουμε δουλειές, δε σκεφτόμαστε να φύγουμε από τη Μυτιλήνη», λέει η κ. Τζοβάννα. «Εγώ δουλεύω ως οικιακή βοηθός, ο σύζυγός μου στις οικοδομές, δε μας λείπει κάτι. Μόνο στις γιορτές θυμόμαστε περισσότερο τις οικογένειές μας στην Αλβανία και μας λείπουν. Πηγαίνουμε, ωστόσο, κάθε χρόνο, συνήθως το καλοκαίρι. Φέτος θα προσπαθήσουμε να πάμε για τα Χριστούγεννα.»
Και κλείνει λέγοντας: «Στην οικογένειά μου ήμασταν οκτώ αδέρφια και οι γονείς μας είχαν φροντίσει να έχουμε τα πάντα. Γι’ αυτό, δε θέλω να λείψει τίποτα κι από τα δικά μου παιδιά…»
Βρεθήκαμε με τη μητέρα της οικογένειας και τα δύο παιδιά της, το Στέφανο και τον Κώστα, μαθητές γυμνασίου και λυκείου αντίστοιχα, στο σπίτι τους, για να μας μιλήσουν για τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν όταν πρωτοήρθαν, αλλά και για το εάν οι δύο μαθητές νιώθουν να τους αντιμετωπίζουν διαφορετικά οι συμμαθητές τους.
Η Τζοβάννα Ντάνι και ο μεγαλύτερος γιος της, ο Κώστας, ήρθαν στην Ελλάδα το 1998, όταν ο δεύτερος ήταν επτά χρονών, ενώ ήδη από το 1995 είχε έρθει ο πατέρας της οικογένειας, Πέτρος. Τα τρία πρώτα χρόνια ζούσαν στη χώρα με βίζα, ενώ μετά απόκτησαν πλέον χαρτιά παραμονής. Τότε ήταν και η πρώτη φορά που ξαναπήγαν στην Αλβανία για να δούνε το μικρότερο παιδί τους, το Στέφανο, που μεγάλωνε με τους παππούδες του και τον οποίο έφεραν μαζί τους τελικά στην Ελλάδα μετά από πέντε χρόνια που οι ίδιοι ζούσαν πλέον εδώ και όταν ο μικρός ήταν έξι χρονών.
«Πολλές οικογένειες είχαν πρόβλημα όταν πρωτοήρθαν», θυμάται η κ. Τζοβάννα. «Ακούγαμε από κάποιους “ήρθες και θέλεις να μας κάνεις τον έξυπνο” και διάφορα άλλα. Κι εμείς είχαμε πρόβλημα στην αρχή, ειδικά όσο δεν ξέραμε τη γλώσσα και δε βρίσκαμε δουλειά. Αναγκαστήκαμε να μεταφερθούμε στη Μυτιλήνη από τα Λουτρά όπου μέναμε τρία χρόνια, όταν έγινε ένα περιστατικό σε κάποιο κέντρο διασκέδασης, όπου πάνω σε έναν καβγά κάποιοι Αλβανοί χτύπησαν Έλληνες και τότε έδιωξαν από εκεί όσους ήταν από την Αλβανία.»
«Δύσκολο να μην καταλαβαίνεις…»
Σήμερα, οι δυο μαθητές λένε ότι μιλάνε μεν τη μητρική τους γλώσσα στο σπίτι τους, ωστόσο δυσκολεύονται να διαβάσουν αλβανικά.
«Παίρνουν την εφημερίδα και διαβάζουν», λέει η μητέρα τους. «Στο σπίτι μιλάμε αλβανικά, ωστόσο είναι φορές που δεν καταλαβαίνουν κάποιες λέξεις και μας ρωτάνε τι σημαίνουν.»
«Ο μικρός πήγε κατ’ ευθείαν σχολείο, ο μεγάλος δεν ήξερε τη γλώσσα και έτσι άργησε λίγο, μετά ωστόσο έβγαλε την Α΄ και τη Β΄ δημοτικού σε μία χρονιά», εξηγεί η ίδια.
«Στην αρχή ήταν πολύ δύσκολα, να βλέπεις τον άλλο να μιλάει και να μην καταλαβαίνεις», λέει ο Κώστας, σήμερα μαθητής Β΄ λυκείου στο 1ο ΕΠΑΛ, για τον πρώτο καιρό που βρέθηκε στο ελληνικό σχολείο.
Υποστηρίζει, ωστόσο, ότι τα μαθήματα ως περιεχόμενο δεν τον είχαν δυσκολέψει καθόλου, αφού είχαν ομοιότητες με αυτά που είχε παρακολουθήσει στον ένα χρόνο και κάτι που πήγε σχολείο στην Αλβανία.
Ούτε με τους συμμαθητές του είχε πρόβλημα, αρχικά τουλάχιστον, που η οικογένειά του έμενε στα Λουτρά.
«Όταν ήρθαμε στη Μυτιλήνη και πήγα σε σχολείο εδώ, ο ρατσισμός από τους συμμαθητές μου ήταν πιο έντονος. Μια φορά, σε αγώνα ποδοσφαίρου, κάποιος μου μίλησε πολύ υποτιμητικά για την καταγωγή μου, όταν έβαλα γκολ. Στην τάξη μου, μάλιστα, είχα και μια συμμαθήτρια που ήταν κι αυτή από Αλβανία, για την οποία δεν μπορώ να μιλήσω αφού δεν κάναμε παρέα. Πάντως, σταδιακά έκανα πολλούς φίλους και πλέον με αντιμετωπίζουν όλοι ισότιμα.»
Αντιμετωπίζοντας κάποια δυσκολία με ορισμένα μαθήματα του γενικού λυκείου, ο Κώστας έχασε μια τάξη μπαίνοντας στο ΕΠΑΛ. Ωστόσο, θέλοντας να ακολουθήσει το επάγγελμα του υδραυλικού, υποστηρίζει ότι τα μαθήματα που διδάσκονται στο νέο του σχολείο τον βοηθάνε πολύ προς αυτή την κατεύθυνση.
«… αφήνουν το σχολείο»
Έρχεται και η σειρά του μικρότερου, του Στέφανου, να μιλήσει. Ο Στέφανος είναι μαθητής της Β΄ τάξης του Αθλητικού Γυμνασίου Μυτιλήνης και ονειρεύεται να γίνει… ποδοσφαιριστής.
«Την παιδική μου ηλικία δεν τη θυμάμαι», απαντάει όταν τον ρωτάμε αν βίωσε ρατσισμό όταν πρωτοήρθε στην Ελλάδα. «Ήταν φορές που είχα πρόβλημα, αλλά γενικά οι σχέσεις μου με τους συμμαθητές μου είναι καλές.»
«Έχουμε συμμετάσχει σε όλες τις παρελάσεις. Θυμάμαι πως όταν ήμουν δημοτικό είχε δημιουργηθεί ένα ζήτημα σχετικά με τη σημαία, αφού ήταν να την κρατήσει ένα παιδί από την Αλβανία και του έλεγαν “να κρατήσεις τη σημαία της Αλβανίας, δεν έχεις δουλειά εδώ” κ.λπ.. Ξέρω, επίσης, πολλά παιδιά μεταναστών που φεύγουν από το σχολείο.»
Και οι δύο μαθητές, πάντως, τονίζουν ότι παρ’ όλο που οι ίδιοι δε νιώθουν πλέον κανένα ίχνος ρατσισμού από τους συνομηλίκους τους, δεν ισχύει το ίδιο και για παιδιά που έχουν έρθει τα τελευταία χρόνια. «Ρατσισμό νιώθαμε κυρίως τα πρώτα χρόνια, με το πέρασμα του χρόνου μειώθηκε. Πολλοί που δε μας γνωρίζουν, δεν καταλαβαίνουν καν ότι είμαστε Αλβανοί, νομίζουν ότι είμαστε Έλληνες. Τα παιδιά που ήρθαν πρόσφατα, όμως, βλέπουμε συχνά να τα αντιμετωπίζουν ρατσιστικά. Λόγω του ότι το έχουμε ζήσει και ξέρουμε πώς είναι, εμείς τα παιδιά αυτά τα προσέχουμε περισσότερο, αφού βλέπουμε ότι νιώθουν άβολα.»
«Τώρα είμαστε εντάξει, έχουμε δουλειές, δε σκεφτόμαστε να φύγουμε από τη Μυτιλήνη», λέει η κ. Τζοβάννα. «Εγώ δουλεύω ως οικιακή βοηθός, ο σύζυγός μου στις οικοδομές, δε μας λείπει κάτι. Μόνο στις γιορτές θυμόμαστε περισσότερο τις οικογένειές μας στην Αλβανία και μας λείπουν. Πηγαίνουμε, ωστόσο, κάθε χρόνο, συνήθως το καλοκαίρι. Φέτος θα προσπαθήσουμε να πάμε για τα Χριστούγεννα.»
Και κλείνει λέγοντας: «Στην οικογένειά μου ήμασταν οκτώ αδέρφια και οι γονείς μας είχαν φροντίσει να έχουμε τα πάντα. Γι’ αυτό, δε θέλω να λείψει τίποτα κι από τα δικά μου παιδιά…»
http://www.emprosnet.gr/Current/?EntityID=cc5eebf6-6b14-4331-aeb1-11f4b45d4dee