Φρυγικές εγκαταστάσεις στην Μακεδονία
Μετακινήσεις Δωριέων και Φρυγών
Με την έναρξη της Εποχής του Σιδήρου στην Μακεδονία (12ος αιώνας π.Χ.), οι πληροφορίες που διαθέτουμε πολλαπλασιάζονται σημαντικά, με αποτέλεσμα να είμαστε σε θέση να αναφερόμαστε με μεγαλύτερη ακρίβεια σε ορισμένα γεγονότα εκείνης της περιόδου που συνέβησαν στον βορειοελλαδικό χώρο.
Έτσι, γνωρίζουμε ότι γύρω στο 1200 π.Χ. σημειώθηκε η μεγάλη Φρυγική μετανάστευση, οι συμμετέχοντες στην οποία, από την κεντρική Ευρώπη, θα φθάσουν στην Μακεδονία (γύρω στο 1150 π.Χ.), όπου θα εγκατασταθεί ένα τμήμα τους, που θα γίνει γνωστό με την ονομασίαΒρίγες ή Βρύγες, ενώ οι υπόλοιποι θα συνεχίσουν προς την Μ. Ασία, όπου τελικώς θα εγκατασταθούν και θα γίνουν γνωστοί ως Φρύγες. (1)
Σχεδόν την ίδια περίοδο (γύρω στο 1180 π.Χ.), θα διεισδύσουν στην Μακεδονία από ανατολικά, Θράκες και Πελασγοί, οι οποίοι παράλληλα με τους Φρύγες, θα αφομοιώσουν ή θα εξολοθρεύσουν ή θα εκτοπίσουν τους Παίονες από τις περιοχές εγκατάστασής τους στην Κάτω (νότια) Μακεδονία.
Την ίδια τύχη με τους Παίονες θα έχουν και αυτοί οι λαοί τους επόμενους αιώνες, όταν οι Μακεδόνες, από την αρχική κοιτίδα τους στο Νοτιοδυτικό άκρο της σημερινής Μακεδονίας, θα εξαπλωθούν προς τα Βόρεια και τα Ανατολικά.
Είναι μια περίοδος σοβαρότατων ανακατατάξεων, αλλά και γενικότερης αναταραχής (επιδρομές των «λαών της Θάλασσας» στην Αίγυπτο, «κάθοδος των Δωριέων»), που σημειώθηκε αυτήν την περίοδο στις χώρες γύρω από την ανατολική Μεσόγειο, με σημαντικές πολιτικές και πολιτισμικές συνέπειες.
Οι αρχαιολογικές έρευνες λοιπόν, δείχνουν ότι στα μέσα του 12ου αιώνα π.Χ. εμφανίζεται ένας νέος λαός στον χώρο της αρχαίας Μακεδονίας και των γειτονικών περιοχών, ο οποίος θεωρείται φορέας του λεγομένουΛουσατικού πολιτισμού ή πολιτισμού Λάουζιτς (Lusatian culture, Lausitz kultur). (2)
Η αρχική εμφάνιση του πολιτισμού αυτού, τοποθετείται γύρω στο 1500 π.Χ. και κάλυπτε τις ανατολικές περιοχές της σημερινής Γερμανίας, μεγάλο τμήμα της σημερινής Πολωνίας και σχεδόν ολόκληρη την σημερινή Τσεχία. Η κάθοδος των φορέων του Λουσατικού πολιτισμού στην περιοχή πιστοποιείται λίγο βορειότερα της σημερινής πόλης των Σκοπίωνγύρω στο 1200 π.Χ. ενώ τις επόμενες δεκαετίες θα εξαπλωθούν νότια, στην κοιλάδα του Αξιού, νοτιοδυτικά στην σημερινή Αλβανία, στην βόρεια Ήπειρο καθώς και σε περιοχές της βόρειας Μακεδονίας.
______________________________________
(1) Ο Στράβων διευκρινίζει σαφώς ότι οι Βρίγες κατοικούσαν στην Μακεδονία και μερικοί από αυτούς μετανάστευσαν στην Ασία όπου ονομάσθηκαν Φρύγες (Στράβων - Βιβλίο Ζ΄, απόσπασμα 25). Υπενθυμίζουμε πάντως ότι στην Μακεδονική διάλεκτο της αρχαίας Ελληνικής, υπήρχε διαφορετική προφορά του φ ως β όπως Βερενίκη αντί Φερενίκη, Βίλιππος αντί Φίλιππος και πιθανότατα Βρύγες αντί Φρύγες, κατά το αβρούτες = οφρύες (φρύδια). Έτσι πιστεύουμε ότι εξηγείται το γιατί στον χώρο της Μακεδονίας και γενικότερα της νότιας Βαλκανικής συναντάμε πάντα την ονομασία Βρίγες ή Βρύγες, ενώ στην Μικρά Ασία, όπου ο λαός αυτός ήλθε σε επαφή με τους νότιους Έλληνες των αποικιών της Ιωνίας και της Αιολίδος, ονομάζονται πάντοτε Φρύγες.
(2) Πολιτισμός της Ύστερης Εποχής του Ορείχαλκου (Bronze Age) της Κεντρικής Ευρώπης, που ανήκει σε ομάδα συγγενών πολιτισμών οι οποίοι είναι γνωστοί με την ονομασία Ούρνφιλντ (Urnfield cultures = Πολιτισμοί των τεφροδόχων, περίπου 1500/1400 – 700 π.Χ.). Χαρακτηριστικό αυτών των πολιτισμών ήταν το ταφικό έθιμο της καύσης των νεκρών και της τοποθέτησης της τέφρας (στάχτης) σε ειδικά, συνήθως κεραμικά, αγγεία (τεφροδόχοι=urns).
Χαρακτηριστική είναι η μάλλον πρωτόγονη, χειροποίητη (δηλ. χωρίς χρήση τροχού αγγειοπλαστικής) Κεραμική που ταυτίζεται με αυτόν τον πολιτισμό και η οποία περιλαμβάνει μελανά στιλβωμένα Αγγεία, γνωστή στους Αρχαιολόγους ως Buckelkeramik ή Knobbed Ware (=Κεραμική με ρόζους, με εξογκώματα/όζους, οζώδης κεραμική). Οι εισβολείς (προερχόμενοι όπως προαναφέραμε από την Κεντρική Ευρώπη), φαίνεται ότι κατέληξαν βαθμιαία στον Βορειοελλαδικό χώρο, προωθούμενοι σε διαδοχικές φάσεις συνεχώς προς τα νοτιότερα. Έτσι, μέσω των κοιλάδων του Δούναβη και του παραποτάμου του Μοράβα αρχικά και στην συνέχεια μέσα από την διάβαση Κατσάνικ (Kačanik, περίπου 50 χλμ. βορείως της σημερινής πόλης των Σκοπίων), έφθασαν στις περιοχές της Πελαγονίαςκαι της σημερινής κεντρικής Αλβανίας όπου εγκαταστάθηκαν μεταξύ του 1200 - 1150 π.Χ.
Στην επόμενη φάση της εξάπλωσής τους, θα προωθηθούν ακόμη νοτιότερα, αφ’ ενός μεν μέσω της κοιλάδας του Αξιού (ευρήματα στοΑξιοχώρι και Λιμνοχώρι του Νομού Κιλκίς) και αφ’ ετέρου από τα Δυτικά, μέσω Εδέσσης, για να καταλήξουν στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας (ευρήματα της Βεργίνας).
Αυτή η τελική φάση αρχίζει από το 1150 π.Χ. και γύρω στο 1080 π.Χ. οι εισβολείς θα έχουν κατακτήσει ολόκληρη την Πελαγονία, την περιοχή των λιμνών [Αχρίδα, Μεγάλη και Μικρή Πρέσπα, Βεγορίτιδα, Ορεστιάδα (Καστοριάς), Πετρών (Αμυνταίου) κ.λ.π.], την περιοχή της σημερινής κεντρικής Αλβανίας μέχρι τις ακτές της Αδριατικής, καθώς και όλη την Μακεδονία, δυτικά του Αξιού.
Η αρχαία ελληνική γραμματεία βοήθησε σημαντικά να προσδιορισθούν οι εισβολείς και να λάβουν συγκεκριμένη ονομασία.
Πραγματικά, πολλές αρχαίες πηγές μας παρέχουν υλικό για τον προσδιορισμό αυτόν. Έτσι, ο Ευγάμμων (επικός ποιητής που γεννήθηκε στην Κυρήνη και πέθανε το 568 π.Χ.), στην Τηλεγονεία του (όπου έχουν περιληφθεί πολλά στοιχεία της παλαιότερης επικής παράδοσης), αναφέρει ότι ο Οδυσσεύς μετά από την επιστροφή του στην Ιθάκη, θα οδηγήσει τους Θεσπρωτούς σε μια ανεπιτυχή πολεμική επιχείρηση εναντίον ενός λαού που ονομάζονταν Βρύγες.
Παράλληλα, η παράδοση για την ίδρυση της Επιδάμνου (αποικία των Κερκυραίων, σημερινό Δυρράχιο της Αλβανίας) που κατέγραψε ο ιστορικός του 2ου μ.Χ. αιώνα Αππιανός ο Αλεξανδρεύς, αναφέρει τους Βρύγες ως τους παλαιοτέρους κατοίκους της περιοχής, που τους διαδέχθηκαν αργότερα οι Ταυλάντιοι, ένα Ιλλυρικό φύλο, με τους οποίους, όπως σαφώς συμπεραίνεται, οι Βρύγες δεν είχαν καμία σχέση ή συγγένεια. Αλλά και ο Ηρόδοτος (Ζ΄ 73 και Η΄ 138) έχει καταγράψει πληροφορίες από τις πρώϊμες εγκαταστάσεις τους στην Μακεδονία. Αναφέρει λοιπόν ότι τα τρία αδέλφια, Περδίκκας, Γαυάνης καιΑέροπος, οι ιδρυτές της μετέπειτα βασιλικής Μακεδονικής δυναστείας, εγκαταστάθηκαν τελικά κοντά στους Βρίγες στην Ημαθία, όπου στις πλαγιές του όρους Βέρμιον, ήταν η πρωτεύουσά τους. Εκεί βασίλευε ειρηνικά ο Μίδας, ο (υιοθετημένος) υιός του Γορδίου (βλ. για τον Γόρδιο: Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις Β΄ 2).
Ανάλογες πληροφορίες, που έχει καταγράψει και ο Νίκανδρος ο Κολοφώνιος στα Γεωργικά του, τα οποία διέσωσε ο Αθήναιος ο Ναυκρατίτης, αναφέρουν τους θαυμαστούς κήπους του Μίδα στην Ημαθία, όπου φύτρωναν τα περίφημα για το άρωμά τους εξηκοντάφυλλα ρόδα (τριαντάφυλλα με εξήντα πέταλα), μέχρι την μετανάστευση των Βρυγών στην Μικρά Ασία.
Αλλά και μετά την αποχώρηση του μεγάλου όγκου των φρυγικών φύλων, φαίνεται ότι παρέμειναν σημαντικά τμήματά τους στις παραπάνω περιοχές, αρκετούς αιώνες αργότερα. Έτσι, στο εσωτερικό των περιοχών γύρω από την Επίδαμνο παρέμειναν Φρύγες καθώς και στην Πελαγονία όπου σύμφωνα με τον Στέφανο Βυζάντιο (τον περίφημο συγγραφέα των «Εθνικών») μία από τις πόλεις τους, έφερε το όνομα Βρύγαι.
Στην Μακεδονία, ένα τουλάχιστον θρακικό φύλο θα εγκατασταθεί τότε στην Πιερία όπως συνάγεται από παραδόσεις, διαφόρους μύθους αλλά και αρχαιολογικές ενδείξεις. Το όνομα όμως της περιοχής (Πιερία = πλούσια γη) είναι αναμφισβήτητα ελληνικό, γεγονός που δηλώνει ότι η περιοχή είχε κατοικηθεί προηγουμένως (περίπου 1400-1200 π.Χ.) από κάποιο ελληνικό φύλο, πιθανότατα τους Μάγνητες, τους οποίους οΗσίοδος τοποθετούσε στην Πιερία.
Οι Μάγνητες θα μετακινηθούν στην Ανατολική Θεσσαλία, όπου θα εγκατασταθούν τελικώς στη Όσσα και στο Πήλιο, δίνοντας το όνομά τους στην περιοχή (Μαγνησία). Φαίνεται ότι τους ακολούθησαν και οι Μακεδόνες, που θα εγκατασταθούν σε κάποια γειτονική ορεινή περιοχή, όπου θα δώσουν και το όνομά τους στον χώρο εγκατάστασής τους, ο οποίος όμως δεν έχει προσδιορισθεί επακριβώς. Έτσι πιθανολογείται ότι τοΜακεδονικόν όρος που αναφέρει ο Ηρόδοτος ήταν το σημερινό όροςΤίταρος (Μικρό Φλάμπουρο) που δεσπόζει στα στενά του Σαρανταπόρου :
«Λοιπόν (ο Ξέρξης) παρέμεινε αρκετές μέρες στα μέρη της Πιερίας γιατί το ένα τρίτο του στρατού του έκοβε το δάσος του Μακεδονικού όρους για να περάσει από εκεί όλη η στρατιά στην χώρα των Περραιβών (=Βόρεια Θεσσαλία σ.σ.)...» (Βιβλίο Ζ΄, 131).
Με τις κατακτήσεις λοιπόν του 12ου αιώνα π.Χ. η Φρυγική κυριαρχία θα επεκταθεί σε μια τεράστια έκταση για τα μέτρα της εποχής, από τις Ιλλυρικές ακτές της Αδριατικής μέχρι τον ποταμό Στρυμόνα.
Το χρονικό διάστημα 1150 - 950 π.Χ. αποκαλείται Πρώϊμη Φρυγική Περίοδος και είναι εποχή σταθεροποίησης της Φρυγικής κυριαρχίας. Προς το τέλος αυτής της περιόδου και στις περιοχές δυτικά του Αξιού, η εξουσία ασκείται μέσω ημιανεξάρτητων ηγεμονιών επί των Βοττιαίων, των Θρακών της Πιερίας, των ανατολικών ελληνικών Ηπειρωτικών φύλων (Πελαγόνων, Λυγκηστών, Ορεστών, Ελιμιωτών), καθώς και επί των διαφόρων Παιονικών και Ιλλυρικών φύλων (Εορδών, Αλμώπωνκαι των κυρίως Ιλλυριών, Εγχελέων, Ταυλαντίων, Δαρδάνων κ.λ.π.).
Πρωτεύουσα των Βρυγών έγινε η Έδεσσα και παρέμεινε για 350 χρόνια (1150-800 π.Χ.), σύμφωνα με τον Άγγλο ιστορικό Ν. Χάμμοντ (Ν. G. L. Hammond: «Ιστορία της Μακεδονίας» – «Μάλλιαρης» 1995, τομ. Α΄, σελ. 447), της οποίας η κεντρική και φυσικώς οχυρά θέση συνετέλεσαν ασφαλώς στην επιλογή της. Αυτοί έδωσαν και το όνομα της πόλης από την φρυγική λέξη για το νερό = βέδυ- (Fεδυ). Υπάρχουν όμως και άλλα φρυγικά τοπωνύμια από τις περιοχές εγκατάστασής τους. Αν αληθεύει λοιπόν ότι το όνομα Κύδραρα προέρχεται από τους Φρύγες (Ηροδ. Η΄ 30), τότε έχουμε τα τοπωνύμια Σκόδρα στην σημερινή βόρεια Αλβανία, της αρχαίας πόλης Κύδραι στην Πελαγονία και της Σκύδρας, κοντά στην Έδεσσα (βλ. Cambridge Ancient History “C.U.P.” 1975(3), Vol. II part 2, σελ. 709–710).
Ανατολικά του Αξιού κυριαρχούν οι Σίθωνες στην Χαλκιδική, βορειότερα οι Μύγδονες και ανατολικότερα οι ΄Ηδωνες ή Ηδωνοί, που όπως προαναφέραμε ήσαν μάλλον φρυγικά φύλα. Ανατολικότερα και Βόρεια, κυριαρχούν τα θρακικά φύλα, έξω από την ζώνη εξουσίας των Φρυγών. Δυστυχώς δεν διαθέτουμε άμεσες πληροφορίες και δεν γνωρίζουμε αν τα ορεσίβια ελληνικά φύλα (Μακεδόνες, Τυμφαίοι, Παραυαίοι κ.λ.π.), είχαν υποταγεί στους Φρύγες ή συνέχισαν την ποιμενική ημινομαδική διαβίωσή τους στις απομακρυσμένες και σχετικά απρόσιτες περιοχές τους.
Το δεύτερο μέρος της Φρυγικής κυριαρχίας, η Ύστερη Φρυγική Περίοδος τοποθετείται μεταξύ 950 - 800 π.Χ. Την περίοδο αυτήν σημειώνεται απώλεια της κυριαρχίας των Φρυγών βορείως της λίμνηςΑχρίδος και του ποταμού Γενούσου (σημερινός Σκούμπι, στην κεντρική Αλβανία), λόγω της ισχυροποιήσεως και επεκτάσεως των Ιλλυρικών φύλων στις περιοχές αυτές. Οι Φρύγες, θα συνεχίσουν να επικοινωνούν μέχρι το 850 π.Χ. περίπου, με τις Δυτικές περιοχές τους στα παράλια της Αδριατικής και την Ιταλία, μέσω της πεδιάδας της Κορυτσάς, όπου η αρχαιολογική έρευνα διαπίστωσε ότι οι τελευταίες ταφές που αποδίδονται σε Φρύγες διακόπτονται τότε.
Παρ’ όλες αυτές τις δυσμενείς εξελίξεις εις βάρος τους, η οικονομική ζωή των Φρυγών της Μακεδονίας όχι μόνον δεν διαταράσσεται αλλά αντιθέτωςη περίοδος της μεγάλης οικονομικής τους ακμής τοποθετείται μεταξύ 900 - 800 π.Χ. όπως αποδεικνύουν τα πλούσια κτερίσματα σε φρυγικούς τάφους εκείνης της εποχής. Πιθανότατα χρησιμοποίησαν άλλους εμπορικούς δρόμους και νέες αγορές, όχι προς την Θεσσαλία και την νότια Ελλάδα, αλλά προς τις περιοχές της σημερινής Βοσνίας και Σκοπίων. Στις περιοχές αυτές ανθεί ο αξιόλογος πολιτισμός τουΓκλάζινατς (Glasinac). (4)
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, τα προϊόντα που εξάγονται από τις Φρυγικές περιοχές της Μακεδονίας ήσαν κυρίως μεταλλικά αντικείμενα (οι Φρύγες αναφέρονται στις αρχαίες παραδόσεις ως σπουδαίοι μεταλλουργοί), υφαντά και γαλακτοκομικά προϊόντα. Πάντως το βασικό θεμέλιο της Οικονομίας τους αποτελούσε η συστηματική κτηνοτροφία, που ήταν και η κύρια πηγή πλούτου.
Γύρω στο 800 π.Χ. σημειώνονται μεγάλες ανακατατάξεις: Οι Φρύγες αποχωρούν από την Μακεδονία και τις γύρω περιοχές και σύμφωνα με την παράδοση, μεταναστεύουν μαζικά προς την Μικρά Ασία, όπου ήδη είχε καταλήξει ένα σημαντικό τμήμα της Φρυγικής μετανάστευσης του 12ου αιώνα π.Χ. όπως προαναφέρθηκε. Οι ακριβείς λόγοι και οι συνθήκες αυτής της μετακίνησης δεν είναι γνωστοί. Ως βασική αιτία πιθανολογείται η εντεινόμενη πίεση των πολεμοχαρών Ιλλυρικών φύλων, τα οποία ήδη χρησιμοποιούν σιδερένια όπλα σε μεγάλες ποσότητες, γεγονός που τους προσέδιδε σαφή πολεμική υπεροχή. Επίσης, η μετανάστευση των Φρυγών προς την Μικρά Ασία, πρέπει να συνδέεται και με την ίδρυση, την ίδια ακριβώς περίοδο, του μεγάλου Φρυγικού Βασιλείου με πρωτεύουσα τοΓόρδιον, του οποίου η ακμή θα σημειωθεί τον 8ο αιώνα π.Χ. Το γεγονός πάντως της αποχώρησης των Φρυγών, δημιουργεί κενό εξουσίας και η χώρα είναι πλέον ανοικτή σε εισβολές, οι οποίες δεν αργούν.
Θεωρούμε σκόπιμο στο σημείο αυτό να αναφέρουμε και κάποιες παραδόσεις που έχουν καταγραφεί στις αρχαίες πηγές και αναφέρονται στην επιστροφή των ηρώων του Τρωϊκού πολέμου, μετά την άλωση της Τροίας (γύρω στο 1230 π.Χ.). Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση, Ευβοείς (συγκεκριμένα Άβαντες, οι παλαιότεροι κάτοικοι της Εύβοιας, της οποίας η αρχαιότερη ονομασία εξ άλλου ήταν Αβαντίς), που επέστρεφαν από την Τροία, αποβιβάστηκαν στην Ιλλυρία (στην Αμαντία: Ιλλυριών μοίρα, πλησίον Ωρικού και Κερκύρας… Στεφ. Βυζ.) και ξεκινώντας για την πατρίδα τους μέσω Μακεδονίας, έμειναν για λίγο κοντά στην Έδεσσα και βοήθησαν αυτούς που τους φιλοξενούσαν σε έναν πόλεμο. Ίδρυσαν μάλιστα και μια πόλη με το όνομα Εύβοια. Δυστυχώς αυτή η αναφορά δεν έγινε δυνατόν να διασταυρωθεί με καταγραφές άλλων αρχαίων συγγραφέων και πολύ περισσότερο να ανιχνευθούν ενδείξεις για την ύπαρξη της πόλης Εύβοια που μνημονεύει ο Στράβων (βλ. «Γεωγραφικών» Βιβλία Ζ΄ VII. 4 και Ι΄ Ι. 15 (5), Στεφ. Βυζ. λέξειςΕύβοια […έστι και πόλις εν Μακεδονία…], Αβαντίς, Αμαντία και λεπτομέρειες στο Ν. Χάμμοντ (N. G. L. Hammond : Ιστορία της Μακεδονίας, ό.π. τόμ. Α΄ σελ. 327).
Στο εξαιρετικό έργο «Κατάλογος των Αρχαϊκών και Κλασσικών πόλεων» (Mogens Herman Hansen - Thomas Heine Nielsen: "An Inventory of Archaic and Classical Poleis" Oxford University Press, 2004) ταυτίζεται με κάποια «Εὔια» που αναφέρει ο Διόδωρος (ΙΘ΄ 11.2) και τοποθετείται, σύμφωνα με πρόσφατες απόψεις, είτε κοντά στην Βέρροια, είτε στον Πολύμυλοτης Ελιμείας ή Εορδαίας ή σύμφωνα με άλλη άποψη (ό.π. λήμμα Euia, Euboia) στα Σεβαστιανά, κοντά στην Έδεσσα.
_______________________________
(4) Σπουδαιότατη αρχαιολογική τοποθεσία σε μια ορεινή κοιλάδα κοντά στο Σεράγιεβο της Βοσνίας, όπου ανακαλύφθηκαν αρκετές χιλιάδες τύμβοι οι οποίοι περιείχαν πάνω από 20.000 τάφους χρονολογούμενους από το τέλος της Εποχής του Ορειχάλκου και την Πρώϊμη Εποχή του Σιδήρου. Τα Κεραμικά και μεταλλικά αντικείμενα που βρέθηκαν στους τάφους αποδεικνύουν σχέσεις και εμπορικές επαφές με την Ελλάδα, την Ιταλία και την κοιλάδα του Δούναβη.
(5) «...Από τους Ευβοείς που γυρνούσαν από την Τροία μερικοί κατέληξαν στους Ιλλυριούς και επιστρέφοντας στην πατρίδα τους μέσω Μακεδονίας, έμειναν στα μέρη της Έδεσσας, αφού πολέμησαν με συμμάχους αυτούς που τους υποδέχτηκαν και έχτισαν πόλη Εύβοια...»
Με την έναρξη της Εποχής του Σιδήρου στην Μακεδονία (12ος αιώνας π.Χ.), οι πληροφορίες που διαθέτουμε πολλαπλασιάζονται σημαντικά, με αποτέλεσμα να είμαστε σε θέση να αναφερόμαστε με μεγαλύτερη ακρίβεια σε ορισμένα γεγονότα εκείνης της περιόδου που συνέβησαν στον βορειοελλαδικό χώρο.
Έτσι, γνωρίζουμε ότι γύρω στο 1200 π.Χ. σημειώθηκε η μεγάλη Φρυγική μετανάστευση, οι συμμετέχοντες στην οποία, από την κεντρική Ευρώπη, θα φθάσουν στην Μακεδονία (γύρω στο 1150 π.Χ.), όπου θα εγκατασταθεί ένα τμήμα τους, που θα γίνει γνωστό με την ονομασίαΒρίγες ή Βρύγες, ενώ οι υπόλοιποι θα συνεχίσουν προς την Μ. Ασία, όπου τελικώς θα εγκατασταθούν και θα γίνουν γνωστοί ως Φρύγες. (1)
Σχεδόν την ίδια περίοδο (γύρω στο 1180 π.Χ.), θα διεισδύσουν στην Μακεδονία από ανατολικά, Θράκες και Πελασγοί, οι οποίοι παράλληλα με τους Φρύγες, θα αφομοιώσουν ή θα εξολοθρεύσουν ή θα εκτοπίσουν τους Παίονες από τις περιοχές εγκατάστασής τους στην Κάτω (νότια) Μακεδονία.
Την ίδια τύχη με τους Παίονες θα έχουν και αυτοί οι λαοί τους επόμενους αιώνες, όταν οι Μακεδόνες, από την αρχική κοιτίδα τους στο Νοτιοδυτικό άκρο της σημερινής Μακεδονίας, θα εξαπλωθούν προς τα Βόρεια και τα Ανατολικά.
Είναι μια περίοδος σοβαρότατων ανακατατάξεων, αλλά και γενικότερης αναταραχής (επιδρομές των «λαών της Θάλασσας» στην Αίγυπτο, «κάθοδος των Δωριέων»), που σημειώθηκε αυτήν την περίοδο στις χώρες γύρω από την ανατολική Μεσόγειο, με σημαντικές πολιτικές και πολιτισμικές συνέπειες.
Οι αρχαιολογικές έρευνες λοιπόν, δείχνουν ότι στα μέσα του 12ου αιώνα π.Χ. εμφανίζεται ένας νέος λαός στον χώρο της αρχαίας Μακεδονίας και των γειτονικών περιοχών, ο οποίος θεωρείται φορέας του λεγομένουΛουσατικού πολιτισμού ή πολιτισμού Λάουζιτς (Lusatian culture, Lausitz kultur). (2)
Η αρχική εμφάνιση του πολιτισμού αυτού, τοποθετείται γύρω στο 1500 π.Χ. και κάλυπτε τις ανατολικές περιοχές της σημερινής Γερμανίας, μεγάλο τμήμα της σημερινής Πολωνίας και σχεδόν ολόκληρη την σημερινή Τσεχία. Η κάθοδος των φορέων του Λουσατικού πολιτισμού στην περιοχή πιστοποιείται λίγο βορειότερα της σημερινής πόλης των Σκοπίωνγύρω στο 1200 π.Χ. ενώ τις επόμενες δεκαετίες θα εξαπλωθούν νότια, στην κοιλάδα του Αξιού, νοτιοδυτικά στην σημερινή Αλβανία, στην βόρεια Ήπειρο καθώς και σε περιοχές της βόρειας Μακεδονίας.
______________________________________
(1) Ο Στράβων διευκρινίζει σαφώς ότι οι Βρίγες κατοικούσαν στην Μακεδονία και μερικοί από αυτούς μετανάστευσαν στην Ασία όπου ονομάσθηκαν Φρύγες (Στράβων - Βιβλίο Ζ΄, απόσπασμα 25). Υπενθυμίζουμε πάντως ότι στην Μακεδονική διάλεκτο της αρχαίας Ελληνικής, υπήρχε διαφορετική προφορά του φ ως β όπως Βερενίκη αντί Φερενίκη, Βίλιππος αντί Φίλιππος και πιθανότατα Βρύγες αντί Φρύγες, κατά το αβρούτες = οφρύες (φρύδια). Έτσι πιστεύουμε ότι εξηγείται το γιατί στον χώρο της Μακεδονίας και γενικότερα της νότιας Βαλκανικής συναντάμε πάντα την ονομασία Βρίγες ή Βρύγες, ενώ στην Μικρά Ασία, όπου ο λαός αυτός ήλθε σε επαφή με τους νότιους Έλληνες των αποικιών της Ιωνίας και της Αιολίδος, ονομάζονται πάντοτε Φρύγες.
(2) Πολιτισμός της Ύστερης Εποχής του Ορείχαλκου (Bronze Age) της Κεντρικής Ευρώπης, που ανήκει σε ομάδα συγγενών πολιτισμών οι οποίοι είναι γνωστοί με την ονομασία Ούρνφιλντ (Urnfield cultures = Πολιτισμοί των τεφροδόχων, περίπου 1500/1400 – 700 π.Χ.). Χαρακτηριστικό αυτών των πολιτισμών ήταν το ταφικό έθιμο της καύσης των νεκρών και της τοποθέτησης της τέφρας (στάχτης) σε ειδικά, συνήθως κεραμικά, αγγεία (τεφροδόχοι=urns).
Χαρακτηριστική είναι η μάλλον πρωτόγονη, χειροποίητη (δηλ. χωρίς χρήση τροχού αγγειοπλαστικής) Κεραμική που ταυτίζεται με αυτόν τον πολιτισμό και η οποία περιλαμβάνει μελανά στιλβωμένα Αγγεία, γνωστή στους Αρχαιολόγους ως Buckelkeramik ή Knobbed Ware (=Κεραμική με ρόζους, με εξογκώματα/όζους, οζώδης κεραμική). Οι εισβολείς (προερχόμενοι όπως προαναφέραμε από την Κεντρική Ευρώπη), φαίνεται ότι κατέληξαν βαθμιαία στον Βορειοελλαδικό χώρο, προωθούμενοι σε διαδοχικές φάσεις συνεχώς προς τα νοτιότερα. Έτσι, μέσω των κοιλάδων του Δούναβη και του παραποτάμου του Μοράβα αρχικά και στην συνέχεια μέσα από την διάβαση Κατσάνικ (Kačanik, περίπου 50 χλμ. βορείως της σημερινής πόλης των Σκοπίων), έφθασαν στις περιοχές της Πελαγονίαςκαι της σημερινής κεντρικής Αλβανίας όπου εγκαταστάθηκαν μεταξύ του 1200 - 1150 π.Χ.
Στην επόμενη φάση της εξάπλωσής τους, θα προωθηθούν ακόμη νοτιότερα, αφ’ ενός μεν μέσω της κοιλάδας του Αξιού (ευρήματα στοΑξιοχώρι και Λιμνοχώρι του Νομού Κιλκίς) και αφ’ ετέρου από τα Δυτικά, μέσω Εδέσσης, για να καταλήξουν στις περιοχές της Δυτικής Μακεδονίας (ευρήματα της Βεργίνας).
Αυτή η τελική φάση αρχίζει από το 1150 π.Χ. και γύρω στο 1080 π.Χ. οι εισβολείς θα έχουν κατακτήσει ολόκληρη την Πελαγονία, την περιοχή των λιμνών [Αχρίδα, Μεγάλη και Μικρή Πρέσπα, Βεγορίτιδα, Ορεστιάδα (Καστοριάς), Πετρών (Αμυνταίου) κ.λ.π.], την περιοχή της σημερινής κεντρικής Αλβανίας μέχρι τις ακτές της Αδριατικής, καθώς και όλη την Μακεδονία, δυτικά του Αξιού.
Η αρχαία ελληνική γραμματεία βοήθησε σημαντικά να προσδιορισθούν οι εισβολείς και να λάβουν συγκεκριμένη ονομασία.
Πραγματικά, πολλές αρχαίες πηγές μας παρέχουν υλικό για τον προσδιορισμό αυτόν. Έτσι, ο Ευγάμμων (επικός ποιητής που γεννήθηκε στην Κυρήνη και πέθανε το 568 π.Χ.), στην Τηλεγονεία του (όπου έχουν περιληφθεί πολλά στοιχεία της παλαιότερης επικής παράδοσης), αναφέρει ότι ο Οδυσσεύς μετά από την επιστροφή του στην Ιθάκη, θα οδηγήσει τους Θεσπρωτούς σε μια ανεπιτυχή πολεμική επιχείρηση εναντίον ενός λαού που ονομάζονταν Βρύγες.
Παράλληλα, η παράδοση για την ίδρυση της Επιδάμνου (αποικία των Κερκυραίων, σημερινό Δυρράχιο της Αλβανίας) που κατέγραψε ο ιστορικός του 2ου μ.Χ. αιώνα Αππιανός ο Αλεξανδρεύς, αναφέρει τους Βρύγες ως τους παλαιοτέρους κατοίκους της περιοχής, που τους διαδέχθηκαν αργότερα οι Ταυλάντιοι, ένα Ιλλυρικό φύλο, με τους οποίους, όπως σαφώς συμπεραίνεται, οι Βρύγες δεν είχαν καμία σχέση ή συγγένεια. Αλλά και ο Ηρόδοτος (Ζ΄ 73 και Η΄ 138) έχει καταγράψει πληροφορίες από τις πρώϊμες εγκαταστάσεις τους στην Μακεδονία. Αναφέρει λοιπόν ότι τα τρία αδέλφια, Περδίκκας, Γαυάνης καιΑέροπος, οι ιδρυτές της μετέπειτα βασιλικής Μακεδονικής δυναστείας, εγκαταστάθηκαν τελικά κοντά στους Βρίγες στην Ημαθία, όπου στις πλαγιές του όρους Βέρμιον, ήταν η πρωτεύουσά τους. Εκεί βασίλευε ειρηνικά ο Μίδας, ο (υιοθετημένος) υιός του Γορδίου (βλ. για τον Γόρδιο: Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις Β΄ 2).
Ανάλογες πληροφορίες, που έχει καταγράψει και ο Νίκανδρος ο Κολοφώνιος στα Γεωργικά του, τα οποία διέσωσε ο Αθήναιος ο Ναυκρατίτης, αναφέρουν τους θαυμαστούς κήπους του Μίδα στην Ημαθία, όπου φύτρωναν τα περίφημα για το άρωμά τους εξηκοντάφυλλα ρόδα (τριαντάφυλλα με εξήντα πέταλα), μέχρι την μετανάστευση των Βρυγών στην Μικρά Ασία.
Αλλά και μετά την αποχώρηση του μεγάλου όγκου των φρυγικών φύλων, φαίνεται ότι παρέμειναν σημαντικά τμήματά τους στις παραπάνω περιοχές, αρκετούς αιώνες αργότερα. Έτσι, στο εσωτερικό των περιοχών γύρω από την Επίδαμνο παρέμειναν Φρύγες καθώς και στην Πελαγονία όπου σύμφωνα με τον Στέφανο Βυζάντιο (τον περίφημο συγγραφέα των «Εθνικών») μία από τις πόλεις τους, έφερε το όνομα Βρύγαι.
Οι Βρύγες ή Βρίγες λοιπόν, είναι ασφαλώς οι Φρύγες της Μικράς Ασίας των ιστορικών χρόνων. Και τούτο διότι τα υπάρχοντα αρχαιολογικά στοιχεία υποδεικνύουν να δεχθούμε ότι ένα σημαντικό τμήμα του λαού που εμφανίσθηκε στις αρχές της Εποχής του Σιδήρου στην Μακεδονία, προχώρησε και εγκαταστάθηκε αρχικά στην περιοχή της Ομηρικής Τροίας(αμέσως μετά την καταστροφή της από τους Μυκηναίους κατά τον Τρωϊκό πόλεμο, γύρω στο 1230 π.Χ.), για να συνεχίσει τις μετακινήσεις του αργότερα και σε άλλες περιοχές του εσωτερικού της Μικράς Ασίας.
Πραγματικά , οι αρχαιολογικές έρευνες στον χώρο της Τροίας έδειξαν τα παρακάτω :
Η ομηρική Τροία που κατακτήθηκε και καταστράφηκε σύμφωνα με την παράδοση από τους Αχαιούς (Μυκηναίους) και τους συμμάχους τους, απεδείχθη ότι είναι η έβδομη πόλη της Τροίας και ειδικότερα η πρώτη περίοδος κατοίκησής της, γνωστή στους ειδικούς ως Τροία VIIa. (3)
Μετά την καταστροφή, υπήρξε μια σύντομη σχετικά φάση κατοίκησης, από τον ίδιο (εξαθλιωμένο πλέον, όπως έδειξαν οι ανασκαφές και τα στοιχεία ) πληθυσμό που διασώθηκε και παρέμεινε στην περιοχή. Αυτή είναι ηΤροία VΙΙb1.
Αμέσως μετά ακολουθεί η Τροία VΙΙb2, όπου όλα τα ερευνητικά δεδομένα, υποδεικνύουν την εμφάνιση και εγκατάσταση ενός νέου πληθυσμού. Οι νεοφερμένοι ήσαν φορείς του προαναφερθέντοςΛουσατικού πολιτισμού (Λάουζιτς) και τα υλικά στοιχεία του – κυρίως η χονδροειδής Κεραμική του – εμφανίζουν εκπληκτική ταύτιση με τα αρχαιολογικά ευρήματα της ίδιας εποχής στην Μακεδονία και την ευρύτερη περιοχή της. Έτσι η Κεραμική που αναφέρουμε χαρακτηρίζεται από τον ίδιο τύπο Αγγείων τον οποίο ήδη έχουμε περιγράψει δηλ. τον τύπο Buckelkeramik ή Knobbed Ware (=Κεραμική με ρόζους, με εξογκώματα/όζους, οζώδης κεραμική. Βλ. C.A.H. Vol. II part 2 σελ. 164). Σύμφωνα λοιπόν με τις εκτιμήσεις των ερευνητών, τα ευρήματα της Τροίας VΙΙb2, αλλά και κάπως μακρινότερων περιοχών (όπως στοΓόρδιον) αυτής της περιόδου, φανερώνουν μετακινήσεις, μεταναστεύσεις κάποιων λαών από την χερσόνησο του Αίμου προς την Μικρά Ασία και οι οποίοι αργότερα, στους ιστορικούς χρόνους, θα γίνουν γνωστοί ωςΦρύγες, Μυσοί, Βιθυνοί, Μύγδονες κ.λ.π.
Για την σχέση όμως των Δαρδάνων (στον Όμηρο, μια άλλη ονομασία των Τρώων) της Μικράς Ασίας και των Ιλλυριών Δαρδάνων της Βαλκανικής δεν υπάρχει ακόμη πειστική ερμηνεία παρά το γεγονός ότι το θέμα έχει απασχολήσει συγγραφείς και ερευνητές από την Αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Πάντως, όπως δείχνουν τα στοιχεία, στις μετακινήσεις αυτές των φρυγικών ομάδων προς την Μικρά Ασία, προσκολλήθηκαν στην διάρκεια της πορείας τους και αρκετά θρακικά φύλα των παραλίων, αλλά και του εσωτερικού της Θράκης.
Οι Φρύγες τελικώς, θα δημιουργήσουν τον 9ο αιώνα π.Χ. στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, ένα ισχυρό Βασίλειο με πρωτεύουσα το Γόρδιον, που θα φθάσει στην ακμή του στην διάρκεια του 8ου αιώνα π.Χ.
Όπως ήδη έχουμε αναφέρει, γύρω στο 1200 π.Χ. σημειώνεται η Φρυγική εισβολή. Την ίδια περίοδο και λίγο νωρίτερα, καταγράφονται εισβολέςΘρακικών και Πελασγικών ομάδων από τα ανατολικά, οι οποίες θα προχωρήσουν μέχρι την Ανατολική Στερεά και την Ανατολική Πελοπόννησο (βλ. Ι.Ε.Ε. ό.π. τόμ. Α΄, σελ. 360 και ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ό.π., σελ. 48).
___________________________________________
(3) Όπως είναι γνωστό, ο οικισμός της Τροίας κατοικήθηκε για πρώτη φορά στο τέλος της 4ης χιλιετίας π.Χ. (3100/3000 π.Χ.). Καταστράφηκε αρκετές φορές είτε από φυσικά αίτια (σεισμούς) είτε από ανθρώπινες επεμβάσεις. Κάθε φορά, πάνω από τα ερείπια της παλιάς πόλης, οικοδομούσαν την νέα. Οι αρχαιολόγοι διακρίνουν εννιά κύριες φάσεις (περιόδους) κατοίκησης (Τροία Ι - Τροία ΙΧ) και σε ορισμένες περιπτώσεις διακρίνουν και υποπεριόδους.
Πραγματικά , οι αρχαιολογικές έρευνες στον χώρο της Τροίας έδειξαν τα παρακάτω :
Η ομηρική Τροία που κατακτήθηκε και καταστράφηκε σύμφωνα με την παράδοση από τους Αχαιούς (Μυκηναίους) και τους συμμάχους τους, απεδείχθη ότι είναι η έβδομη πόλη της Τροίας και ειδικότερα η πρώτη περίοδος κατοίκησής της, γνωστή στους ειδικούς ως Τροία VIIa. (3)
Μετά την καταστροφή, υπήρξε μια σύντομη σχετικά φάση κατοίκησης, από τον ίδιο (εξαθλιωμένο πλέον, όπως έδειξαν οι ανασκαφές και τα στοιχεία ) πληθυσμό που διασώθηκε και παρέμεινε στην περιοχή. Αυτή είναι ηΤροία VΙΙb1.
Αμέσως μετά ακολουθεί η Τροία VΙΙb2, όπου όλα τα ερευνητικά δεδομένα, υποδεικνύουν την εμφάνιση και εγκατάσταση ενός νέου πληθυσμού. Οι νεοφερμένοι ήσαν φορείς του προαναφερθέντοςΛουσατικού πολιτισμού (Λάουζιτς) και τα υλικά στοιχεία του – κυρίως η χονδροειδής Κεραμική του – εμφανίζουν εκπληκτική ταύτιση με τα αρχαιολογικά ευρήματα της ίδιας εποχής στην Μακεδονία και την ευρύτερη περιοχή της. Έτσι η Κεραμική που αναφέρουμε χαρακτηρίζεται από τον ίδιο τύπο Αγγείων τον οποίο ήδη έχουμε περιγράψει δηλ. τον τύπο Buckelkeramik ή Knobbed Ware (=Κεραμική με ρόζους, με εξογκώματα/όζους, οζώδης κεραμική. Βλ. C.A.H. Vol. II part 2 σελ. 164). Σύμφωνα λοιπόν με τις εκτιμήσεις των ερευνητών, τα ευρήματα της Τροίας VΙΙb2, αλλά και κάπως μακρινότερων περιοχών (όπως στοΓόρδιον) αυτής της περιόδου, φανερώνουν μετακινήσεις, μεταναστεύσεις κάποιων λαών από την χερσόνησο του Αίμου προς την Μικρά Ασία και οι οποίοι αργότερα, στους ιστορικούς χρόνους, θα γίνουν γνωστοί ωςΦρύγες, Μυσοί, Βιθυνοί, Μύγδονες κ.λ.π.
Για την σχέση όμως των Δαρδάνων (στον Όμηρο, μια άλλη ονομασία των Τρώων) της Μικράς Ασίας και των Ιλλυριών Δαρδάνων της Βαλκανικής δεν υπάρχει ακόμη πειστική ερμηνεία παρά το γεγονός ότι το θέμα έχει απασχολήσει συγγραφείς και ερευνητές από την Αρχαιότητα μέχρι σήμερα.
Πάντως, όπως δείχνουν τα στοιχεία, στις μετακινήσεις αυτές των φρυγικών ομάδων προς την Μικρά Ασία, προσκολλήθηκαν στην διάρκεια της πορείας τους και αρκετά θρακικά φύλα των παραλίων, αλλά και του εσωτερικού της Θράκης.
Οι Φρύγες τελικώς, θα δημιουργήσουν τον 9ο αιώνα π.Χ. στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας, ένα ισχυρό Βασίλειο με πρωτεύουσα το Γόρδιον, που θα φθάσει στην ακμή του στην διάρκεια του 8ου αιώνα π.Χ.
Όπως ήδη έχουμε αναφέρει, γύρω στο 1200 π.Χ. σημειώνεται η Φρυγική εισβολή. Την ίδια περίοδο και λίγο νωρίτερα, καταγράφονται εισβολέςΘρακικών και Πελασγικών ομάδων από τα ανατολικά, οι οποίες θα προχωρήσουν μέχρι την Ανατολική Στερεά και την Ανατολική Πελοπόννησο (βλ. Ι.Ε.Ε. ό.π. τόμ. Α΄, σελ. 360 και ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ό.π., σελ. 48).
___________________________________________
(3) Όπως είναι γνωστό, ο οικισμός της Τροίας κατοικήθηκε για πρώτη φορά στο τέλος της 4ης χιλιετίας π.Χ. (3100/3000 π.Χ.). Καταστράφηκε αρκετές φορές είτε από φυσικά αίτια (σεισμούς) είτε από ανθρώπινες επεμβάσεις. Κάθε φορά, πάνω από τα ερείπια της παλιάς πόλης, οικοδομούσαν την νέα. Οι αρχαιολόγοι διακρίνουν εννιά κύριες φάσεις (περιόδους) κατοίκησης (Τροία Ι - Τροία ΙΧ) και σε ορισμένες περιπτώσεις διακρίνουν και υποπεριόδους.
Στην Μακεδονία, ένα τουλάχιστον θρακικό φύλο θα εγκατασταθεί τότε στην Πιερία όπως συνάγεται από παραδόσεις, διαφόρους μύθους αλλά και αρχαιολογικές ενδείξεις. Το όνομα όμως της περιοχής (Πιερία = πλούσια γη) είναι αναμφισβήτητα ελληνικό, γεγονός που δηλώνει ότι η περιοχή είχε κατοικηθεί προηγουμένως (περίπου 1400-1200 π.Χ.) από κάποιο ελληνικό φύλο, πιθανότατα τους Μάγνητες, τους οποίους οΗσίοδος τοποθετούσε στην Πιερία.
Οι Μάγνητες θα μετακινηθούν στην Ανατολική Θεσσαλία, όπου θα εγκατασταθούν τελικώς στη Όσσα και στο Πήλιο, δίνοντας το όνομά τους στην περιοχή (Μαγνησία). Φαίνεται ότι τους ακολούθησαν και οι Μακεδόνες, που θα εγκατασταθούν σε κάποια γειτονική ορεινή περιοχή, όπου θα δώσουν και το όνομά τους στον χώρο εγκατάστασής τους, ο οποίος όμως δεν έχει προσδιορισθεί επακριβώς. Έτσι πιθανολογείται ότι τοΜακεδονικόν όρος που αναφέρει ο Ηρόδοτος ήταν το σημερινό όροςΤίταρος (Μικρό Φλάμπουρο) που δεσπόζει στα στενά του Σαρανταπόρου :
«Λοιπόν (ο Ξέρξης) παρέμεινε αρκετές μέρες στα μέρη της Πιερίας γιατί το ένα τρίτο του στρατού του έκοβε το δάσος του Μακεδονικού όρους για να περάσει από εκεί όλη η στρατιά στην χώρα των Περραιβών (=Βόρεια Θεσσαλία σ.σ.)...» (Βιβλίο Ζ΄, 131).
Με τις κατακτήσεις λοιπόν του 12ου αιώνα π.Χ. η Φρυγική κυριαρχία θα επεκταθεί σε μια τεράστια έκταση για τα μέτρα της εποχής, από τις Ιλλυρικές ακτές της Αδριατικής μέχρι τον ποταμό Στρυμόνα.
Το χρονικό διάστημα 1150 - 950 π.Χ. αποκαλείται Πρώϊμη Φρυγική Περίοδος και είναι εποχή σταθεροποίησης της Φρυγικής κυριαρχίας. Προς το τέλος αυτής της περιόδου και στις περιοχές δυτικά του Αξιού, η εξουσία ασκείται μέσω ημιανεξάρτητων ηγεμονιών επί των Βοττιαίων, των Θρακών της Πιερίας, των ανατολικών ελληνικών Ηπειρωτικών φύλων (Πελαγόνων, Λυγκηστών, Ορεστών, Ελιμιωτών), καθώς και επί των διαφόρων Παιονικών και Ιλλυρικών φύλων (Εορδών, Αλμώπωνκαι των κυρίως Ιλλυριών, Εγχελέων, Ταυλαντίων, Δαρδάνων κ.λ.π.).
Πρωτεύουσα των Βρυγών έγινε η Έδεσσα και παρέμεινε για 350 χρόνια (1150-800 π.Χ.), σύμφωνα με τον Άγγλο ιστορικό Ν. Χάμμοντ (Ν. G. L. Hammond: «Ιστορία της Μακεδονίας» – «Μάλλιαρης» 1995, τομ. Α΄, σελ. 447), της οποίας η κεντρική και φυσικώς οχυρά θέση συνετέλεσαν ασφαλώς στην επιλογή της. Αυτοί έδωσαν και το όνομα της πόλης από την φρυγική λέξη για το νερό = βέδυ- (Fεδυ). Υπάρχουν όμως και άλλα φρυγικά τοπωνύμια από τις περιοχές εγκατάστασής τους. Αν αληθεύει λοιπόν ότι το όνομα Κύδραρα προέρχεται από τους Φρύγες (Ηροδ. Η΄ 30), τότε έχουμε τα τοπωνύμια Σκόδρα στην σημερινή βόρεια Αλβανία, της αρχαίας πόλης Κύδραι στην Πελαγονία και της Σκύδρας, κοντά στην Έδεσσα (βλ. Cambridge Ancient History “C.U.P.” 1975(3), Vol. II part 2, σελ. 709–710).
Ανατολικά του Αξιού κυριαρχούν οι Σίθωνες στην Χαλκιδική, βορειότερα οι Μύγδονες και ανατολικότερα οι ΄Ηδωνες ή Ηδωνοί, που όπως προαναφέραμε ήσαν μάλλον φρυγικά φύλα. Ανατολικότερα και Βόρεια, κυριαρχούν τα θρακικά φύλα, έξω από την ζώνη εξουσίας των Φρυγών. Δυστυχώς δεν διαθέτουμε άμεσες πληροφορίες και δεν γνωρίζουμε αν τα ορεσίβια ελληνικά φύλα (Μακεδόνες, Τυμφαίοι, Παραυαίοι κ.λ.π.), είχαν υποταγεί στους Φρύγες ή συνέχισαν την ποιμενική ημινομαδική διαβίωσή τους στις απομακρυσμένες και σχετικά απρόσιτες περιοχές τους.
Το δεύτερο μέρος της Φρυγικής κυριαρχίας, η Ύστερη Φρυγική Περίοδος τοποθετείται μεταξύ 950 - 800 π.Χ. Την περίοδο αυτήν σημειώνεται απώλεια της κυριαρχίας των Φρυγών βορείως της λίμνηςΑχρίδος και του ποταμού Γενούσου (σημερινός Σκούμπι, στην κεντρική Αλβανία), λόγω της ισχυροποιήσεως και επεκτάσεως των Ιλλυρικών φύλων στις περιοχές αυτές. Οι Φρύγες, θα συνεχίσουν να επικοινωνούν μέχρι το 850 π.Χ. περίπου, με τις Δυτικές περιοχές τους στα παράλια της Αδριατικής και την Ιταλία, μέσω της πεδιάδας της Κορυτσάς, όπου η αρχαιολογική έρευνα διαπίστωσε ότι οι τελευταίες ταφές που αποδίδονται σε Φρύγες διακόπτονται τότε.
Παρ’ όλες αυτές τις δυσμενείς εξελίξεις εις βάρος τους, η οικονομική ζωή των Φρυγών της Μακεδονίας όχι μόνον δεν διαταράσσεται αλλά αντιθέτωςη περίοδος της μεγάλης οικονομικής τους ακμής τοποθετείται μεταξύ 900 - 800 π.Χ. όπως αποδεικνύουν τα πλούσια κτερίσματα σε φρυγικούς τάφους εκείνης της εποχής. Πιθανότατα χρησιμοποίησαν άλλους εμπορικούς δρόμους και νέες αγορές, όχι προς την Θεσσαλία και την νότια Ελλάδα, αλλά προς τις περιοχές της σημερινής Βοσνίας και Σκοπίων. Στις περιοχές αυτές ανθεί ο αξιόλογος πολιτισμός τουΓκλάζινατς (Glasinac). (4)
Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία, τα προϊόντα που εξάγονται από τις Φρυγικές περιοχές της Μακεδονίας ήσαν κυρίως μεταλλικά αντικείμενα (οι Φρύγες αναφέρονται στις αρχαίες παραδόσεις ως σπουδαίοι μεταλλουργοί), υφαντά και γαλακτοκομικά προϊόντα. Πάντως το βασικό θεμέλιο της Οικονομίας τους αποτελούσε η συστηματική κτηνοτροφία, που ήταν και η κύρια πηγή πλούτου.
Γύρω στο 800 π.Χ. σημειώνονται μεγάλες ανακατατάξεις: Οι Φρύγες αποχωρούν από την Μακεδονία και τις γύρω περιοχές και σύμφωνα με την παράδοση, μεταναστεύουν μαζικά προς την Μικρά Ασία, όπου ήδη είχε καταλήξει ένα σημαντικό τμήμα της Φρυγικής μετανάστευσης του 12ου αιώνα π.Χ. όπως προαναφέρθηκε. Οι ακριβείς λόγοι και οι συνθήκες αυτής της μετακίνησης δεν είναι γνωστοί. Ως βασική αιτία πιθανολογείται η εντεινόμενη πίεση των πολεμοχαρών Ιλλυρικών φύλων, τα οποία ήδη χρησιμοποιούν σιδερένια όπλα σε μεγάλες ποσότητες, γεγονός που τους προσέδιδε σαφή πολεμική υπεροχή. Επίσης, η μετανάστευση των Φρυγών προς την Μικρά Ασία, πρέπει να συνδέεται και με την ίδρυση, την ίδια ακριβώς περίοδο, του μεγάλου Φρυγικού Βασιλείου με πρωτεύουσα τοΓόρδιον, του οποίου η ακμή θα σημειωθεί τον 8ο αιώνα π.Χ. Το γεγονός πάντως της αποχώρησης των Φρυγών, δημιουργεί κενό εξουσίας και η χώρα είναι πλέον ανοικτή σε εισβολές, οι οποίες δεν αργούν.
Θεωρούμε σκόπιμο στο σημείο αυτό να αναφέρουμε και κάποιες παραδόσεις που έχουν καταγραφεί στις αρχαίες πηγές και αναφέρονται στην επιστροφή των ηρώων του Τρωϊκού πολέμου, μετά την άλωση της Τροίας (γύρω στο 1230 π.Χ.). Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση, Ευβοείς (συγκεκριμένα Άβαντες, οι παλαιότεροι κάτοικοι της Εύβοιας, της οποίας η αρχαιότερη ονομασία εξ άλλου ήταν Αβαντίς), που επέστρεφαν από την Τροία, αποβιβάστηκαν στην Ιλλυρία (στην Αμαντία: Ιλλυριών μοίρα, πλησίον Ωρικού και Κερκύρας… Στεφ. Βυζ.) και ξεκινώντας για την πατρίδα τους μέσω Μακεδονίας, έμειναν για λίγο κοντά στην Έδεσσα και βοήθησαν αυτούς που τους φιλοξενούσαν σε έναν πόλεμο. Ίδρυσαν μάλιστα και μια πόλη με το όνομα Εύβοια. Δυστυχώς αυτή η αναφορά δεν έγινε δυνατόν να διασταυρωθεί με καταγραφές άλλων αρχαίων συγγραφέων και πολύ περισσότερο να ανιχνευθούν ενδείξεις για την ύπαρξη της πόλης Εύβοια που μνημονεύει ο Στράβων (βλ. «Γεωγραφικών» Βιβλία Ζ΄ VII. 4 και Ι΄ Ι. 15 (5), Στεφ. Βυζ. λέξειςΕύβοια […έστι και πόλις εν Μακεδονία…], Αβαντίς, Αμαντία και λεπτομέρειες στο Ν. Χάμμοντ (N. G. L. Hammond : Ιστορία της Μακεδονίας, ό.π. τόμ. Α΄ σελ. 327).
Στο εξαιρετικό έργο «Κατάλογος των Αρχαϊκών και Κλασσικών πόλεων» (Mogens Herman Hansen - Thomas Heine Nielsen: "An Inventory of Archaic and Classical Poleis" Oxford University Press, 2004) ταυτίζεται με κάποια «Εὔια» που αναφέρει ο Διόδωρος (ΙΘ΄ 11.2) και τοποθετείται, σύμφωνα με πρόσφατες απόψεις, είτε κοντά στην Βέρροια, είτε στον Πολύμυλοτης Ελιμείας ή Εορδαίας ή σύμφωνα με άλλη άποψη (ό.π. λήμμα Euia, Euboia) στα Σεβαστιανά, κοντά στην Έδεσσα.
_______________________________
(4) Σπουδαιότατη αρχαιολογική τοποθεσία σε μια ορεινή κοιλάδα κοντά στο Σεράγιεβο της Βοσνίας, όπου ανακαλύφθηκαν αρκετές χιλιάδες τύμβοι οι οποίοι περιείχαν πάνω από 20.000 τάφους χρονολογούμενους από το τέλος της Εποχής του Ορειχάλκου και την Πρώϊμη Εποχή του Σιδήρου. Τα Κεραμικά και μεταλλικά αντικείμενα που βρέθηκαν στους τάφους αποδεικνύουν σχέσεις και εμπορικές επαφές με την Ελλάδα, την Ιταλία και την κοιλάδα του Δούναβη.
(5) «...Από τους Ευβοείς που γυρνούσαν από την Τροία μερικοί κατέληξαν στους Ιλλυριούς και επιστρέφοντας στην πατρίδα τους μέσω Μακεδονίας, έμειναν στα μέρη της Έδεσσας, αφού πολέμησαν με συμμάχους αυτούς που τους υποδέχτηκαν και έχτισαν πόλη Εύβοια...»
Δημήτρη Ε. Ευαγγελίδη: Αρχαία Μακεδονία (υπό έκδοση)